ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΟΥ ΠΟΥΘΕΝΑ

Όπως πολλοί άλλοι (πόσοι είναι άραγε;) έτσι κι εγώ, θα ήθελα να είμαι σαν τον Ρόμπινσον Κρούσο. Ναυαγός σε ένα νησί, να γράφω λίστες με τις προμήθειες από το βυθισμένο πλοίο, να φτιάξω ψάθινη ομπρέλα, να έχω ένα τουφέκι για πιστό σύντροφο, και να ανακεφαλαιώνω τη ζωή μου καθισμένος σε έναν βράχο, αγναντεύοντας τον ορίζοντα για ένα πλοίο που κάποτε θα έρθει για να με πάρει.
Να φτιάξω ένα δικό μου ριψοκίνδυνο καταφύγιο, στην άκρη του πουθενά, και να ξεχάσω τα πάντα για μένα, για όλους, κι όλοι να με ξεχάσουν, και κάθε ημέρα μου να είναι ακριβώς αυτό που φαντάστηκα για αυτήν. Να γράψω όλες τις ιστορίες που θέλω να γράψω.

Ίσως κάποτε να βρω κι έναν άλλο ναυαγό, σε κάποιο διπλανό νησί, και να κάνουμε παρέα. Θα έχουμε τόσα πολλά να πούμε για τις ζωές μας...

Έχω επισκεφτεί το σπίτι του αληθινού Ρόμπινσον Κρούσο, στη Σκωτία, στο Upper Largo, στα ψαροχώρια του Fife. Έχει ένα άγαλμά του πάνω από την πόρτα, να κοιτάει με το κυάλι μακριά (ή έτσι το θυμάμαι). Το αληθινό του όνομα ήταν Αλεξάντερ Σέλκιρκ. Όταν τον βρήκε ένα πλοίο για να τον πάει πίσω στην πατρίδα του, οι ναύτες δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν μαζί του, γιατί από τη μοναξιά τόσα χρόνια είχε ξεχάσει να μιλάει.
Ήταν εξαίρετος ναυτικός, και με τις γνώσεις του, στη διαδρομή, τους βοήθησε να συλλάβουν ένα ισπανικό πλοίο, στο οποίο τον έκαναν καπετάνιο. Γύρισε πίσω στην πατρίδα πλούσιος από αυτό το κατόρθωμα. Κι όμως, όταν επέστρεψε, τελικά έφτιαξε το σπίτι του μέσα σε μια σπηλιά κι έμεινε εκεί μέσα για δεκαπέντε χρόνια.
Όταν τον ρώτησε ο δοκιμιογράφος που έγραψε για τη ζωή του από την οποία επηρεάστηκε ο Ντιφόου κι έγραψε το γνωστό βιβλίο, ο Σέλκιρκ απάντησε: «ο πολιτισμένος κόσμος δεν μπορεί, με όλες τις απολαύσεις του, να μου δώσει πίσω τη νηφαλιότητα και την ηρεμία της απομόνωσής μου...»Τελικά γύρισε πίσω στη θάλασσα, στα σαρανταπέντε του, μπαρκάροντας με ένα πολεμικό πλοίο, και πέθανε στο ταξίδι επειδή ήπιε νερό μολυσμένο από μια τροπική ασθένεια.

Ο Σάκλετον ναυάγησε στην Ανταρκτική, το πλοίο του, το Endurance, παγιδεύτηκε στους πάγους και καταστράφηκε, κι ο Σάκλετον έκανε το μεγαλύτερο κατόρθωμα που ξέρω: έφυγε με τους συντρόφους του με μια αυτοσχέδια βαρκούλα από τους πάγους έτοιμοι να συναντήσουν τον θάνατό τους, και ανέλπιστα κάποτε έφτασαν σε ένα παγωμένο ορεινό νησί, το Elephant Island, και τους άφησε εκεί, γιατί δεν μπορούσαν να συνεχίσουν. 
Ο ίδιος διέσχισε τα παγωμένα βουνά περπατώντας μισοπεθαμένος, μέχρι την άλλη άκρη του νησιού, κι από εκεί με μια βάρκα διέσχισε χίλια πεντακόσια χιλιόμετρα στον παγωμένο ωκεανό, αντιμετωπίζοντας κύμματα είκοσι μέτρων στα πιο δύσκολα νερά του κόσμου, από ένα θαύμα βρήκε μια στεριά στη South Georgia, και γύρισε στον πολιτισμό με τα πόδια συναντώντας έπειτα από αμέτρητες περιπέτειες μερικούς φαλαινοθήρες, κι έφτασε σχεδόν μέχρι τη Χιλή, σε ένα απίστευτο ταξίδι. 
Εκεί, έπειτα από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες, κατάφερε να βρει ένα πλοίο, και γύρισε πίσω στο παγωμένο νησί και έσωσε όλους τους συντρόφους του. 
Όταν γύρισε στην πατρίδα του, αμέσως οργάνωσε ακόμη μια αποστολή στην Ανταρκτική με το πλοίο Quest, με σκοπό να εξερευνήσει όλες τις ακτές της ανεξερεύνητης παγωμένης ηπείρου. Σχεδόν όλοι οι σύντροφοί του από το προηγούμενο ταξίδι, τον ακολούθησαν σε αυτή τη νέα αποστολή!Στη διαδρομή, έξω από το Ρίο ντε Τζανέιρο, ο Σάκλετον έπαθε καρδιακό έμφραγμα, αλλά αρνήθηκε να ματαιώσουν την αποστολή και να επιστρέψουν στη Βρετανία. Συνέχισαν για τους πάγους, ώσπου η καρδιά τού Σάκλετον κατέρρευσε λίγο πριν φτάσουν, πέθανε στις 5 Ιανουαρίου του 1922, τελείως φτωχός, στην άκρη του κόσμου, μαζί με καλούς φίλους και γενναίους συντρόφους. 
Το σώμα του γενναίου εξερευνητή Σάκλετον θάφτηκε στον καταυλισμό του Grytviken, στο παγωμένο νησί της South Georgia, στον νότιο Ατλαντικό, και ο τάφος του είναι ακόμη και σήμερα εκεί, σημαδεμένος με έναν μονόλιθο που έχει πάνω του χαραγμένο ένα εννιάκτινο αστέρι.Χρόνια πριν, όταν ετοίμαζε ακόμη την άτυχη αποστολή του Endurance για την Ανταρκτική, ο Σάκλετον είχε δημοσιεύσει αυτή τη θρυλική αγγελία, «Men Wanted»: 
«Ζητούνται άντρες: για πολύ επικίνδυνο ταξίδι. Μικροί μισθοί, πίκρες, θλίψεις, βάσανα, φριχτό κρύο, μακριοί μήνες στο απόλυτο σκοτάδι, συνεχής κίνδυνος, περιπέτεια εξασφαλισμένη, επιστροφή εξαιρετικά αμφίβολη. Τιμή και αναγνώριση σε περίπτωση επιτυχίας... Σερ Έρνεστ Σάκλετον» 
O εξερευνητής Κάπταιν Ρόμπερτ Σκοττ και οι σύντροφοί του έφτασαν στην Ανταρκτική με σκοπό να πατήσουν στον Νότιο Πόλο, αλλά ο εξερευνητής Αμούνδσεν και οι Νορβηγοί τούς είχαν προλάβει, έπειτα από έναν πολύμηνο αγώνα. Ο Σκοττ είχε κάνει την άκρη του κόσμου τον σκοπό της ζωής του. Επιστρέφοντας από τον Πόλο, αυτός και οι τέσσερις σύντροφοί του που είχαν απομείνει ζωντανοί, έπρεπε να διασχίσουν σχεδόν χίλια μίλια με τα πόδια μέσα στους πάγους, στις πιο αντίξοες συνθήκες που θα μπορούσε ποτέ να βρεθεί άνθρωπος. Είχαν ήδη διασχίσει την απόσταση αυτή και έπρεπε να τη διασχίσουν πάλι στην επιστροφή, και να προλάβουν πριν έρθει ο Απρίλιος και αρχίσει ο μεγάλος ανταρκτικός χειμώνας που θα έφερνε αβάσταχτη παγωνιά και απόλυτο σκοτάδι. 
Οι ήρωες αυτοί, έπεσαν πάνω σε φριχτές χιονοθύελλες και παγωμένους ανέμους, έχοντας λιγοστό φαγητό και προμήθειες, καταπονημένοι και αποκαρδιωμένοι. Ένας από τους συντρόφους του Σκοττ, που είχε τραυματιστεί και είχε πάθει κρυοπαγήματα στα πόδια, δεν μπορούσε να συνεχίσει, και δεν ήθελε να καθυστερεί τους φίλους του, και, όταν κατασκήνωσαν μέσα σε μια χιονοθύελλα, βγήκε από τη σκηνή μέσα στη θύελλα και απομακρύνθηκε. Τα τελευταία του λόγια ήταν, όπως τα κατέγραψε ο Σκοττ στο ημερολόγιό του: «Πηγαίνω έξω, και μπορεί να αργήσω λίγο να γυρίσω...» Εξαφανίστηκε και δεν τον ξαναείδε ποτέ κανείς.
Όλοι τους πέθαναν μέσα σε εκείνο το αντίσκηνο από την παγωνιά, ενώ απείχαν μόλις δώδεκα μίλια από την επόμενη αποθήκη τροφίμων και καυσίμων. 
Μισό χρόνο αργότερα, τον Νοέμβριο του 1912, μια ομάδα διάσωσης στάλθηκε για να ανακαλύψει τον Σκοττ στους πάγους. Βρήκαν τον Σκοττ και τους ηρωικούς φίλους του στο αντίσκηνό τους καλυμμένο από χιόνι, παγωμένους μέσα στους υπνοσάκκους τους. Βρέθηκε το ημερολόγιο του Σκοττ, στο οποίο έγραφε μέχρι την τελευταία στιγμή, και έθαψαν τα σώματά τους τυλιγμένα με τη σκηνή, κάτω από το χιόνι, κι έτσι οι θλιμμένοι εξερευνητές είναι ακόμη και σήμερα εκεί, άθικτοι, παγωμένοι μέσα στην καρδιά της Ανταρκτικής. 
Τα τελευταία λόγια που έγραψε ο Σκοττ στο ημερολόγιό του μέσα στη μοιραία χιονοθύελλα, στη μέση του πουθενά, ήταν τα εξής: 
«Αν ζούσαμε, θα διηγούμουν μια καταπληκτική ιστορία, που θα συγκλόνιζε την καρδιά κάθε ανθρώπου... Θέλω να μιλήσω για τη γενναιότητα των συντρόφων μου, που με ακολούθησαν εδώ στην άκρη του κόσμου, και πέθαναν δίπλα μου μέσα στην απόλυτη παγωνιά... Το χέρι μου έχει παγώσει τελείως και δεν μπορώ να γράψω άλλο...»

Στο αστροσκάφος Voyager που έφυγε για να χαθεί για πάντα στο διάστημα, μέσα στον δίσκο που μεταφέρει, για να διαβαστεί από όποιον κάποτε το ανακαλύψει στο Σύμπαν, υπάρχει κι ένα μήνυμα στα ελληνικά:
«Οίτινες, ποτ’ έστε, χαίρετε. Ειρηνικώς, προς φίλους εληλύθαμεν φίλοι…»