The Midnight Special


Μιλούσα όλη τη νύχτα με τον Κροκόδειλο, είχαμε γίνει φίλοι. Βαρεθήκαμε να τρώμε σκορπιούς στην έρημο, κάτω από τις Πλειάδες και από ‘κείνο το φεγγάρι λεπτό σαν στιλέτο ή σαν ακονισμένο γιαταγάνι Σαρακηνού. Φυσούσαν οι ανεμοθύελλες κι εμείς τραγουδούσαμε τα
blues, τρώγαμε άμμο μαζί με τα φασόλια στην κονσέρβα, η μικρή φωτιά δεν έφτανε για να μας ζεστάνει και τους δύο, τρία κάρβουνα όλα κι όλα, ούτε που φέγγανε, δεν είχαμε να φοβηθούμε κι από τους Βεδουίνους. Μου ‘λεγε ιστορίες για τότε που γυρνούσε με τις νταλίκες νύχτα μετά τη νύχτα κι είχε σαν ναυτικός μια γυναίκα σε κάθε μοτέλ. Ο Γαλαξίας φιδογύριζε από πάνω μας γεμάτος με εξωγήινους πολιτισμούς. Κι εμείς, μόνοι μέσα στην έρημο χωρίς ούτε μια μπύρα, στρίβαμε τσιγάρο με καπνό ξερό, πικρό από το πολύ σκοτάδι και την αστροφεγγιά. Είχαμε μια σκουριασμένη φυσαρμόνικα, φυσούσε αυτός κι εγώ κουνούσα ρυθμικά την ουρά του κροταλία, κι εκεί στη νύχτα της ερήμου τραγουδούσαμε τα blues.

Κάτω από την άμμο βαθιά κρυμμένες κείτονταν αρχαίες αυτοκρατορίες, που τις κατάπιε η έρημος που όλα τα καταπίνει, όπως θα καταπιεί τα ταλαιπωρημένα κορμιά μας, όλες μας τις μνήμες, το παλιό μαύρο μου πουκάμισο και το δαχτυλίδι μου με τον δράκο, κράτα καλά παλιόφιλε Κροκόδειλε, κουράγιο.
Έτσι κι αλλιώς ελπίδα δεν είχαμε στ’ αλήθεια ποτέ, όλο την πλέκαμε και την ξεπλέκαμε σε νύχτες σαν κι αυτήν, στα τραίνα και στα δρομάκια πόλεων κοιμισμένων, σε ξέφρενες ξιφομαχίες, σε κρύα δωμάτια γεμάτα βιβλία, σε ψιθύρους συνθηματικούς και σε χαρτιά με σχέδια πολιορκητικά, σε ταραγμένα όνειρα από ύπνο βιαστικό, και σε χαμόγελα φανταστικών θριάμβων, θυμάσαι...
Σήκωνα το κεφάλι πάνω απ’ τις νότες κι ατένιζα τα χαμένα μονοπάτια που μάς οδήγησαν παντού, που μάς οδήγησαν εδώ κι ακόμη παραπέρα, στο τέλος του κόσμου χωρίς ούτε μια κουβέρτα, στην άκρη της αβύσσου.
Παλαίμαχοι παλαιοτάτων περιπετειών, βετεράνοι καταδρομείς στις σταυροφορίες, με τα παλιά εξάσφαιρα πιστόλια του Θεού ενάντια στα κανόνια του Διαβόλου, ηττημένοι από τις χίμαιρες κι από τους Ινδιάνους, χαμένοι από τον κόσμο, καπεταναίοι χωρίς καράβια πια, ξεμείναμε με το ημερολόγιο καταστρώματος κιτρινισμένο απ’ τον καιρό μέσ’ στο σακίδιο ανταρκτικών αποστολών, ξέμπαρκοι εδώ στους αμμόλοφους, κοιτούσαμε το άπειρο και τραγουδούσαμε τα
blues.

Κι ήταν πότε, πότε ήταν, σαν ήμασταν μικρά παιδιά, σκαρφαλωμένα στους πύργους της νύχτας, φωνάζαμε τα ονόματά μας προς το διάστημα, με μπίλιες στην τσέπη και μολυβένια στρατιωτάκια, κι ονειρευόμασταν εξερευνήσεις και τόπους μαγικούς, πού να το φανταστούμε.....κράτα καλά παλιόφιλε Κροκόδειλε, κουράγιο.
Μακριά απ’ οπουδήποτε, στην ερημιά παρέα με τους αντικατοπτρισμούς χαμένων καραβανιών και τα φαντάσματα των τσακαλιών, με τις μπότες μου γεμάτες άμμο, ξεμείναμε εδώ σε μια νύχτα απέραντη, που θα κρατήσει αιώνια μέχρι να πάψει η Γη να γυρνάει, μ’ ένα φλασκί μπαγιάτικο νερό και λίγο ξερό καπνό, κάτω απ’ τον έναστρο ουρανό, εγώ κι ο φίλος μου ο Κροκόδειλος τραγουδούσαμε τα
blues...

Let the Midnight Special, Shine Your Light On Me
Oh, Let the Midnight Special, Shine Your Light On Me
Yeah, Let it Shine Your Light Down On Me
Down On Me, Oh, Down On me
Lift Me Up So I Can See
Shine Your Light Until I’m Gone
Gimme the Strength To Carry On
Let the Midnight Special, Shine Your Light On Me
Oh Lord, Let It Shine On Me
Let It Shine On Me
Let the Midnight Special
Shine Your Light On Me
Let Your Light From The LightHouse
Shine The Light On Me
Let Your Light From The LightHouse
Shine Your Light On Me
Angels in Heaven, Wrote My Name to Thee
Let Your Light From The LightHouse
Shine Your Light On Me
Let It Shine On
Oh, Let It Shine On
Shine On
Shine On
Down On Me
Down On Me
Shine Your Light On Me…