ΠΑΝΤΕΛΗΣ Β. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΚΗΣ
Ο συγγραφέας Παντελής Β. Γιαννουλάκης ζει και γράφει στην Θεσσαλονίκη, και σε πολλές εναλλακτικές πραγματικότητες που εξερευνεί με την ιδιαίτερη λογοτεχνία του και τις μελέτες του. Έχει συγγράψει και δημοσιεύσει ως τώρα 35 βιβλία, και πάνω από τρεις χιλιάδες άρθρα, δοκίμια και πρωτότυπα κείμενα και διηγήματα, σε περιοδικά, έντυπα, συλλογικά έργα, ειδικές θεματικές εκδόσεις και ανθολογίες. Έχει δημιουργήσει ή συντονίσει 12 περιοδικά και έντυπα, έχει ιδρύσει 4 εκδοτικούς οίκους. Έχει κάνει σπουδές Κινηματογράφου & Σκηνοθεσίας και Ιστορίας της Τέχνης, υπήρξε δημιουργός ραδιοφωνικών εκπομπών, τηλεοπτικών εκπομπών και ντοκιμαντέρ, έχει κάνει πολλές εξερευνήσεις και έρευνες στην Ελλάδα και σε αρκετά μέρη του κόσμου. Έχει κάνει μεταφράσεις έργων, υπήρξε editor πολλών ανθολογιών και επιμελητής εκδόσεων, μουσικός, περιηγητής, ξεναγός, συλλέκτης, αλληλογράφος, εισηγητής, διακεκριμένος ομιλητής με πολλές δεκάδες διαλέξεις σε μεγάλο κοινό, ειδικός γνωσιολόγος σε ποικίλα πεδία γνώσης. Είναι ο δημιουργός, εκδότης και διευθυντής του περιοδικού “Strange”, δημιουργός των εκδόσεων “Αόρατο Κολλέγιο” και “Άγνωστο” (επίσης, στο παρελθόν, των εκδόσεων “Terra Nova” και “Αρχέτυπο”), και έχει εκδόσει πάνω από διακόσια βιβλία... Είναι πατέρας δύο αγοριών, και έχει καθοδηγήσει και προωθήσει πάρα πολλούς συγγραφείς, ερευνητές και μελετητές. Ασχολείται ένθερμα με την Φανταστική Λογοτεχνία, την σημειολογία, την φιλοσοφία, την λογοτεχνία μυστηρίων, τις εναλλακτικές κοσμοθεωρίες, και τα μυστήρια του ανθρώπου και των κόσμων του.
Χρειαζόμαστε ένα παραμέρισμα της κουρτίνας, που ο συμβατικός κόσμος έχει τραβήξει μπροστά στα μάτια μας, μια νέα και μεγάλη προέκταση του οπτικού μας πεδίου, του πεδίου παρατήρησης.
Χρειαζόμαστε νέους τρόπους αντίληψης και κατανόησης, και νέους τρόπους μετάδοσης των πραγμάτων που θα αντιληφθούμε και θα κατανοήσουμε.
Αυτό θα σημαίνει μια ριζική αναθεώρηση ενός μεγάλου μέρους των γνώσεων μας και των πραγμάτων που θεωρούμε δεδομένα.
Μια τέτοια αναθεώρηση δεν συμφέρει κανέναν από αυτούς που χειρίζονται τις λειτουργίες των καθημερινών συστημάτων, και, επιπλέον, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι διατεθειμένοι να εγκαταλείψουν το μικρό, σίγουρο και ασφαλές νησί τους, για να εξερευνήσουν τα αβέβαια νερά ενός νέου και παράξενου ωκεανού...
Η πραγματικότητα είναι τελείως σχετική, κι αυτό αποδεικνύεται από το αγωνιώδες πείσμα της να μην αναιρεθεί, και από την αδυναμία της να σε τιμωρήσει μόλις την αναιρέσεις…
Ζούμε σε εποχές κατοχής και αντίστασης. Ο κόσμος επιζητά να παγιώσει τελείως την εικόνα του, και όλοι ανεξαιρέτως να υπηρετούν το τεχνητό κοσμικό είδωλο που ο κόσμος έφτιαξε για τον εαυτό του. Οι άνθρωποι που διαχώρισαν τον εαυτό τους από αυτόν τον κόσμο, αποσυρόμενοι στο ιδιωτικό τους σύμπαν, αντιστέκονται εστιαζόμενοι στον αέναα κρυφώς εξελισσόμενο μύθο του κόσμου, που η παγιωμένη εικόνα προσπαθεί να εξαφανίσει.
Οι άνθρωποι που προσπαθούν ν’ αποδράσουν από τις υποθέσεις αυτού του απογοητευτικού κόσμου, σπιθαμή με σπιθαμή φτιάχνουν μυστικά το Παραμύθι του Κόσμου. Το διηγείται ο ένας στον άλλον ψιθυριστά κι αν κάποιος είναι χωρίς συντρόφους, το διηγείται στον εαυτό του. Υπενθυμίζει συνέχεια την ιστορία, αποστηθίζει τους χάρτες και τα σημάδια, κάνει εξάσκηση τις νύχτες όταν όλοι κοιμούνται, απαγγέλλει το ποίημα, γράφει το μήνυμα, κουρδίζει τα ρολόγια και τα βιολιά, κοιμάται με το ξίφος κάτω απ’ το μαξιλάρι -μην έρθει η ώρα και δεν είναι έτοιμος για την ηρωική έξοδο…
Κάποιος που μπορεί να κοιτάξει γύρω του με τα σωστά μάτια, θα αντικρίσει παντού ολόγυρα το Παραμύθι του Κόσμου. Είναι τόσο μεγάλο και τόσο υπέροχο, γενιές ολόκληρες συνωμοτών το έφτιαχναν, το έγνεθαν, το έπλεκαν, το έχτιζαν, το χρωμάτιζαν. Στέκει εκεί (πού;) και διηγείται την πιο παράξενη ιστορία που ειπώθηκε ποτέ. Την ιστορία ενός άλλου κόσμου, κάπου πέρα, μακριά απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, κι ακόμη πιο μακριά, στα βάθη του νου και της καρδιάς μας.
Τα μηνύματα από αυτόν τον κρυφό κόσμο, αναπόφευκτα, είναι πολεμικές ανταποκρίσεις, ενός πολέμου μυστικού, ανάμεσα στους υπηρέτες της κατοχής του κόσμου και στους παρτιζάνους του Αντίκοσμου...
«Η ζωή είναι πιο παράξενη από τα μυθιστορήματα».
Το πιο ουσιαστικό επίτευγμα της Λογοτεχνίας μέχρι σήμερα, είναι ότι κατέληξε σ’ αυτό το συμπέρασμα. Αυτό δεν έγινε, βέβαια, για να απορρίψει τον εαυτό της, αλλά για να δώσει μια νέα σημασία στο ατέρμονο νόημα της ζωής.
Η ζωή καθορίστηκε από τη Λογοτεχνία.
Δεκάδες αιώνες χρειάστηκαν για να μετατρέψει ο άνθρωπος τα πάντα σε Λογοτεχνία. Ζούσε καταγράφοντας τα πάντα γύρω του, όλες τις πληροφορίες, όλες τις εμπειρίες, όλες τις ανακαλύψεις, όλα τα όνειρα, όλα τα συναισθήματα, όλα τα φαινόμενα, όλες τις ιδέες, όλες τις υποθέσεις… Και τα καταχωρούσε στην αιώνια βιβλιοθήκη.
Κάποτε η ζωή ξεπερνούσε τη Λογοτεχνία. Τώρα πια η βιβλιοθήκη είναι τόσο τεράστια, που η Λογοτεχνία ξεπερνά τη ζωή.
Οτιδήποτε ζω, μέχρι και η τελευταία εμπειρία και σκέψη μου, έχει ήδη προβλεφθεί από πριν μέσα στη Λογοτεχνία. Οι επιρροές της Λογοτεχνίας πάνω στη ζωή είναι τόσο πολυσύνθετες και εξαπλωμένες σε κάθε στοιχείο με όλους τους πιθανούς τρόπους, κρύβονται τόσο καλά μέσα στην ίδια τη ζωή, που σχεδόν κανείς δεν υποπτεύεται πως η κάθε στιγμή της ζωής του έχει ήδη πρωταγωνιστήσει στις σελίδες κάποιου βιβλίου, κάποτε.
Η ίδια η Λογοτεχνία άρχισε κάποτε να παρατηρεί τον εαυτό της, και ανακάλυψε μια συγκλονιστική παραδοξολογία. Αφού η ζωή και η σκέψη καθοριζόταν πλέον από τη Λογοτεχνία, τότε η κύρια αποστολή της Λογοτεχνίας, που ήταν να εξερευνήσει τη ζωή και τη σκέψη, είχε μετασχηματιστεί σε κάτι τελείως νέο και παράξενο: η Λογοτεχνία εξερευνούσε πια τη Λογοτεχνία.
Έτσι, μπορούσες πια να αφιερώσεις όλη σου τη ζωή στην εξερεύνηση της λογοτεχνίας, που εξερευνεί τον εαυτό της, και να εξερευνήσεις τη ζωή σου...
Αυτό που κάνει τους συγγραφείς να ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους ανθρώπους, είναι κυρίως το γεγονός ότι οι συγγραφείς παρατηρούν πράγματα που οι υπόλοιποι άνθρωποι δεν τα παρατηρούν, δεν τα προσέχουν, δεν τους δίνουν σημασία. Κι επιπλέον, οι συγγραφείς τα θυμούνται, τα καταγράφουν, συγκεντρώνουν αυτές τις αξιομνημόνευτες λεπτομερείς παρατηρήσεις τους ως οπλοστάσιο, ως θησαυροφυλάκιο λεπτομερειών, που κάπου θα χρησιμοποιηθούν κάποτε.
Ο συγγραφέας έχει πάντα ένα σημειωματάριο γενικών καταγραφών, και πολλά άλλα σημειωματάρια και σημειώσεις που σχετίζονται με τα διάφορα σχέδια του, με συνεχείς σημειώσεις που αντίστοιχα τα αφορούν, χωρίς ακόμη τα έργα να έχουν αρχίσει να γράφονται, αλλά και κατά τη διάρκεια της συγγραφής τους. Στο γενικό σημειωματάριο, σημειώνει συνεχώς τα πάντα, οτιδήποτε ενδιαφέρον παρατηρεί γύρω του, ακούει, διαβάζει, βλέπει, μαθαίνει, εμπνέεται, ονειρεύεται, θυμάται, κλπ. Δεν αφήνει καμιά καλή και «ενδιαφέρουσα» σκέψη, ιδέα, έμπνευση, πληροφορία, σημειολογία, σύνδεση, αλληγορία, μεταφορά, απόσπασμα, παραδοξολογία, οξύμωρο, λέξη, μυστικό, παρατήρηση, επισήμανση, ανάμνηση, αφορισμό, απόφθεγμα, σύλληψη, να του ξεφύγει. Όταν οτιδήποτε από αυτά βγαίνει στον δρόμο του, το καταγράφει, για να το χρησιμοποιήσει, κάπου, κάπως, αργότερα. Είναι συλλέκτης ιδεών, σκέψεων, λέξεων, πληροφοριών, ενδιαφερόντων ζητημάτων και παρατηρήσεων. Διαθέτει μια ολόκληρη αόρατη βιβλιοθήκη από αυτά.
Ο συγγραφέας που δεν το κάνει συνειδητά και αφοσιωμένα και συνεχώς αυτό το πράγμα, που δεν παρατηρεί τις φευγαλέες λεπτομέρειες του κόσμου, δεν είναι συγγραφέας.
Αυτό, σταδιακά, του δίνει μια εποπτεία πάνω στην καθημερινή πραγματικότητα που οι άλλοι άνθρωποι ούτε που την έχουν ονειρευτεί ποτέ τους. Και, σιγά-σιγά, αρχίζει να ξεχωρίζει αμέσως το συγγραφικό ίχνος όταν εμφανίζεται οπουδήποτε για να του προσφερθεί από τη συγχρονικότητα. Μόλις παρατηρεί αυτό που πρέπει, ένα καμπανάκι χτυπάει στο κεφάλι του, κι εκείνος περισυλλέγει την παρατήρηση. Κι έπειτα την αντιμετωπίζει σαν πολύτιμη πληροφορία, σαν εύθραυστο μυστικό.
Μέσα από διεργασίες όπως αυτή και πολλές άλλες, ο συγγραφέας δεν περιμένει την έμπνευση, είναι ο Κυνηγός της Έμπνευσης, εκπαιδεύεται να την αναγνωρίζει παντού γύρω του, να την παραμονεύει και να την αρπάζει με λεπτεπίλεπτο τρόπο. Δεν είναι ποτέ απροετοίμαστος για αυτό.
Έτσι, παντού και πάντα, ο συγγραφέας καταστρατηγεί μια οικειότητα με το Παράξενο. Οι αληθινοί συγγραφείς είναι ερωτευμένοι με το Παράξενο. Είναι το παρασκήνιο του κόσμου μας.
Συμφωνώ με τον J. K. Chesterton, που γράφει:
«Το ότι υπάρχει ένας κόσμος πίσω από τον κόσμο, δεν το γνωρίζουν πολλοί άνθρωποι. Βέβαια, υπάρχει και ένας άλλος άνθρωπος πίσω από κάθε άνθρωπο, αλλά κι αυτό ακόμη συχνά ο ίδιος ο άνθρωπος δεν το γνωρίζει. Υπάρχει ένα παρασκήνιο στα πάντα, ένα σκοτεινό παρασκήνιο, πολλές φορές πέρα από κάθε φαντασία. Στο παρασκήνιο αυτό, πίσω από την αυλαία του κόσμου, δεν πηγαίνει κανείς, εκτός από τους συγγραφείς…»
Η αληθινά μεγάλη ευχαρίστηση που αντλώ από τον κόσμο, προέρχεται από τα βιβλία. Ίσως γιατί ο ίδιος ο κόσμος είναι ένα ανεξάντλητο βιβλίο. Ίσως γιατί ο κάθε άνθρωπος δεν είναι παρά ακόμη ένα βιβλίο. Παραμένει ακόμη άγνωστος ο συγγραφέας του κόσμου μας. Υπάρχουν νύχτες που το μόνο που θέλω είναι να τον γνωρίσω, και να μου επιτρέψει να περιπλανηθώ στην απέραντη βιβλιοθήκη του. Έχω πολλές όμορφες ερωτήσεις να του κάνω, δίπλα από το τζάκι, πίνοντας λίγο κονιάκ…
Όταν ονειρευόμαστε, ο εγκέφαλός μας λειτουργεί κανονικότατα σαν να δέχεται αληθινά ερεθίσματα, και δίνει στους επιστήμονες την εικόνα ενός εγκεφάλου που βλέπει, ακούει, οσμίζεται, γεύεται, πιάνει, κινείται, κλπ, και επεξεργάζεται πληροφορίες σαν να τις δέχεται από το εξωτερικό περιβάλλον, με τη διαφορά ότι το σώμα κοιμάται και τίποτε από όλα αυτά δεν παρατηρείται να συμβαίνει σε αυτήν την πραγματικότητα...
Έχουμε έναν δεύτερο μυστηριώδη εαυτό, ο οποίος ζει κανονικά σε έναν παράλληλο κόσμο, τον κόσμο των ονείρων: ένα ολόκληρο εναλλακτικό σύμπαν. Μια μυστηριώδης ονειρική γεωγραφία που το πανόραμά της ξανοίγεται μέσα μας. Την εξερευνούμε ασυνείδητα μέσα από αινιγματικές εμπειρίες και βιώματα που καταγράφονται από τον εγκέφαλό μας ως αληθινά, για τον οποίο έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι ενώ ονειρευόμαστε συνεχίζει να λειτουργεί κανονικά σαν να βιώνει πραγματικές καταστάσεις.
Ζούμε μέσα στα όνειρα…μια δεύτερη ζωή.
Το μάτι. Αυτό το οπτικό πεδίο συναλλαγής του εσωτερικού κόσμου με τον εξωτερικό κόσμο, το μάτι, είναι το μόνο όργανό μας που ζει από το φως ενώ το υπόλοιπο σώμα μας είναι βουτηγμένο στη λάσπη, στην ύλη. Το μάτι έχει τη μορφή του σύμπαντος. Τρεις ομόκεντροι κύκλοι το περιγράφουν, η σφαίρα, η ίριδα και η κόρη: Ο εξωτερικός κύκλος του υπεργαλαξιακού κόσμου, ο εσωτερικός κύκλος του γαλαξιακού κόσμου, ο εσώτατος κύκλος του υποσελήνιου κόσμου. Κοιτώντας κανείς (με το μάτι του) το ανθρώπινο μάτι, είναι σαν να παρατηρεί το σχέδιο του Σύμπαντος. Το μαγικό σημείο όπου ενώνεται ο άνθρωπος με τον Θεό. Τα άστρα του ουρανού εκπροσωπούνται από το άστρο του ματιού. Η ίδια η κόρη του ματιού είναι μια άβυσσος, εκεί απ’ όπου μπορεί κανείς να ατενίσει με ίλιγγο τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, αστρική στη φύση της και αόρατη. Κατοπτρισμένη πάνω στην κόρη είναι εκείνη η ανταύγεια ενός φωτεινού γαλαξία, το ίχνος του θεϊκού φωτός, το σπερματικό φως του κόσμου, του εσωτερικού κόσμου...
Όταν υπάρχει κάτι που δεν το ξέρεις
Πώς ξέρεις ότι δεν υπάρχει;
Ξέρουμε ότι πολλά από τα όνειρά μας δεν θα γίνουν αληθινά. Ίσως να μη γίνουν ποτέ αληθινά. Κι όμως, συνεχίζουμε να ονειρευόμαστε.
Αυτό λέει πολλά, και δεν είναι τόσο παράδοξο όσο ακούγεται.
Έχουμε μάθει ότι τα όνειρά μας είναι σημαντικά όχι γιατί γίνονται αληθινά, αλλά γιατί μας οδηγούν σε μέρη που ποτέ δεν θα πηγαίναμε αλλιώς, και μας διδάσκουν πράγματα που ποτέ δεν ξέραμε ότι μπορούσαμε να μάθουμε…
Ο κόσμος που παρακολουθούμε, εκείνος ο κόσμος της καθημερινής μας πραγματικότητας, δεν είναι ο αληθινός κόσμος, είναι μία περιγραφή του.
Τα βιβλία είναι συχνά πολύ καλός τρόπος για να βλέπεις τον κόσμο με άλλα μάτια.
Και τα βιβλία είναι παράθυρα.
Είναι σαν κιάλια που βλέπουν αλλού. Η αριστερή σελίδα για το αριστερό σου μάτι και η δεξιά σελίδα για το δεξί σου μάτι. Βάζεις μπροστά στο πρόσωπό σου ένα βιβλίο και αντικρίζεις το πανόραμα της ανάγνωσης. Το πεδίο της γνώσης από αλλού. Είναι μία τηλε-όραση. Βλέπεις μακριά, σε άλλους τόπους, σε άλλες ζωές, σε άλλα μυαλά, σε άλλους χρόνους.
Και, όταν γράφεις ένα βιβλίο, είσαι κάτι σαν οπτικός. Ρυθμίζεις έντεχνα την όραση του φίλου σου, του αναγνώστη σου, έτσι ώστε να μπορέσει να δει αλλού, να αλλάξει για λίγο την οπτική του κόσμου του και να παρακολουθήσει έναν απόκρυφο μικρόκοσμο, χαρτογραφημένο μέσα στις σελίδες…
Η πεζοπορία, η οδοιπορία, η περιπλάνηση, το ταξίδι, η περιπέτεια, η περιπολία, η πρωτοπορία, η ανίχνευση, η εξερεύνηση...
Οι περισσότεροι άνθρωποι, δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν καταλαβαίνουν πόσο σημαντικά είναι όλα αυτά: Σχετίζονται με την πλοήγηση στον υλικό κόσμο.
Η τέχνη της πλοήγησης στον υλικό κόσμο είναι τόσο σημαντική όσο και η τέχνη της αναπνοής. Παραδόξως, για τους περισσότερους ανθρώπους, και οι δύο αυτές τέχνες είναι αυτοματικές συνήθειες και τίποτε παραπάνω.
Αλλά υπάρχει και η τέχνη της πλοήγησης στον πνευματικό κόσμο...
Εξασκούμε την πλοήγηση στον υλικό κόσμο χρησιμοποιώντας -διανύοντας- τις διαδρομές, και –από την άλλη– εξασκούμε την πλοήγηση στον πνευματικό κόσμο με τη φαντασία μας.
Όμως, αν συνδυάσουμε αυτά τα δύο, τις διαδρομές και τη φαντασία, έχουμε ένα νέο είδος πλοήγησης. Και πρόκειται για πλοήγηση σε ένα νέο πεδίο, ούτε πραγματικό ούτε φανταστικό, σε εκείνο το συνδετικό πεδίο μεταξύ πνεύματος και ύλης, που είναι ένα κρυφό ενδιάμεσο πεδίο, μυστικό και απαγορευμένο, για το οποίο δεν συζητά κανείς...
Αυτή είναι η λεγόμενη «αόρατη πλευρά του κόσμου», και αυτήν εννοούσε ο παππούλης μου ο Τσαρλς Φορτ όταν έλεγε ότι ανακάλυψε μία «πυξίδα για τη ναυσιπλοΐα της αόρατης πλευράς του κόσμου...»
Λοιπόν, αυτή η νέα πλοήγηση σ’ αυτό το μυστικό ενδιάμεσο πεδίο, βασίζεται –στο πρώτο στάδιο εξάσκησής της– σε μία σχετικά απλή τεχνική: να κάνεις μία πλοήγηση στο υλικό πεδίο με πνευματικό τρόπο (ή, αν το προτιμάτε έτσι, στο πνευματικό πεδίο με υλικό τρόπο).
Μία περιπλάνηση στις διαδρομές του υλικού κόσμου με πνευματικό τρόπο. Πρόκειται για ένα λειτουργικό συνδυασμό της περιπλάνησης στους δρόμους και της περιπλάνησης στη φαντασία. Κι αυτό κάνει εκείνο το ενδιάμεσο πεδίο να αρχίσει να διακρίνεται αδιόρατα. (Και διακρίνεται γιατί «ανταποκρίνεται» στην περιπλάνησή σου).
Μία αφηρημένη περιπλάνηση μέσα στον τρισδιάστατο χάρτη της πόλης, αφήνοντας τον εαυτό μας να παρασυρθεί από τη φαντασία, αλλά ταυτόχρονα και να παρασυρθεί από τους δρόμους. Δηλαδή, να παρασυρθεί στις διαδρομές της φαντασίας, και ταυτόχρονα να παρασυρθεί από τις διαδρομές της πόλης. Να παρασυρθεί από τη ροή των συλλογισμών, και ταυτόχρονα να παρασυρθεί στη ροή των δρόμων. Από τα «μονοπάτια της σκέψης» και από τα μονοπάτια του κόσμου. Να «αποπροσανατολιστεί» κάποιος από τον εαυτό του, και ταυτόχρονα να αποπροσανατολιστεί μέσα στην πόλη. Να «περι-πλανηθεί»…
Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο εσωτερικός κόσμος μεταμορφώνεται σε εξωτερικό και μπορείς να περιπλανηθείς κανονικά μέσα του: να τον περπατήσεις.
Αν προτιμάτε, ο εξωτερικός κόσμος μεταμορφώνεται σε εσωτερικό και μπορείς να περιπλανηθείς σ’ αυτόν με τη σκέψη σου.
Το ίδιο είναι, απλά εξαρτάται από την οπτική γωνία από την οποία το βλέπεις…
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιπλάνησης, που σε πρώτη φάση γίνεται χωρίς νόημα, ο περιπλανώμενος είναι βυθισμένος σε μια επιλεγμένη φαντασίωση, (αλλά και στους αυθόρμητους συλλογισμούς του, ακολουθώντας με τον νου του ελεύθερα τη ροή τους, παρατηρώντας πως αυτή αρχίζει να σχετίζεται με τα ερεθίσματα που λαμβάνει από ολόγυρά του), και καθώς ακολουθεί τελείως αυθόρμητες διαδρομές, σταδιακά αρχίζει να συμβαίνει το εξής:
Η περιπλάνησή του αρχίζει να αποκτά νόημα, είναι σαν να βαδίζει πάνω σε υπονοούμενα, σαν να γράφει ή να διαβάζει ένα κείμενο, τα πάντα γύρω του αποκτούν ένα ιδιόμορφο νόημα, ή ένα πλέγμα από κρυφά νοήματα, που του αποκαλύπτονται, που συνδέονται όλο και περισσότερο με τους συλλογισμούς του. Φτάνει σε ένα σημείο που αυτό το φαινόμενο γίνεται τόσο έντονο, που ο περιπλανώμενος θεωρεί ότι μπορεί να κοντρολάρει το ίδιο το τοπίο, και όχι μόνο τις σκέψεις του. Η Πλοήγηση έχει ξεκινήσει…
Για τον Πλοηγό που θα το κάνει αυτό, οι συνηθισμένοι υλικοί δρόμοι του κόσμου χάνουν κάθε συμβατική σημασία. Οι διαδρομές αποκτούν ένα τελείως διαφορετικό νόημα γι’ αυτόν, η πόλη η ίδια μεταλλάσσεται μυστικά, οι δρόμοι της οδηγούν «αλλού»…
Ο κόσμος που ζούμε, είναι ένα πάρα πολύ παράξενο μέρος! Αλλά, εγκλωβισμένοι μέσα στις υποθέσεις της καθημερινότητάς μας, έχουμε την τάση να το ξεχνάμε αυτό ή να το αγνοούμε. Εμείς οι ίδιοι που βαδίζουμε σ’ αυτό το παράξενο μέρος, είμαστε πάρα πολύ παράξενα όντα…
Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που δεν ξέρουμε για τους μηχανισμούς του κόσμου και του εαυτού μας, που φοβόμαστε να παραδεχτούμε αυτή την μεγάλη αλήθεια. Θέλουμε τον κόσμο και τον εαυτό μας να είναι μικροί, συγκεκριμένοι και περιορισμένοι, για να μπορούμε να τους ελέγχουμε και να νιώθουμε ασφαλείς. Αλλά τον κόσμο και τον εαυτό μας, τους διατρέχουν δυνάμεις ανεξιχνίαστες. Βιαστήκαμε να τους δώσουμε ονόματα, περιγραφές, επιστήμες, για να μπορούμε να έχουμε έναν υποτυπώδη έλεγχο πάνω στην αχαλίνωτη πραγματικότητα. Κι όμως, τα πράγματα δεν τελειώνουν στα όρια που έχουν θέσει αυτές οι εξηγήσεις. Τα πράγματα είναι ατέλειωτα .
Αυτή τη βροχερή νύχτα, μέσα στη μοναξιά μου, καθώς γράφω, έχω δίπλα μου ένα βιβλίο κιτρινισμένο από το χρόνο, το Pensees του Blaise Pascal. Ανοίγω μια σελίδα στην τύχη και διαβάζω:
«Όταν ατενίζω μπροστά μου τον ορίζοντα με το περιορισμένο βλέμμα μου… τί αχανές διάστημα είναι αυτό μέσα στο οποίο εγώ δεν υπάρχω! Κι αν κοιτάξω πίσω μου… τί φρικτή δίνη ατέλειωτων χρόνων που εγώ δεν υπήρξα! Όταν βυθίζομαι στον κόσμο της γνώσης… τί απύθμενες θάλασσες γνώσεων που εγώ δε γνωρίζω και ίσως ούτε θα γνωρίσω ποτέ! Πόσα πράγματα συμβαίνουν συνεχώς, χωρίς εμένα! Και… πόσο λίγο χώρο καταλαμβάνω εγώ σ’ αυτή την ατέρμονη άβυσσο του Χρόνου…»
Είδα το σπίτι που μένει ο Θεός.
ΜΥΣΤΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ
14 comments:
Αν και...ως υπναράς που είμαι στην αρχή ψιλοσάστισα με το νέο τεύχος (μ' αρέσει ρε παιδιά ο ύπνος, δεν το κρύβω), αλλά μετά αμέσως σκέφτηκα ότι μάλλον ο Παντελής χτυπάει τη συλλογική μας ύπνωση που βρίσκεται στο ζενίθ της τούτες τις περίεργες εποχές και που δεν μας αφήνει να δούμε τα ουσιαστικά! Αλλα καλύτερα θα διαβάσω το άρθρο!
Χθες το αγορασα, το διαβασα νερακι, βεβαια βοηθαει το οτι βρισκομαι και σε θερινες διακοπες και εχω απλετο χρονο. Ενα από τα καλυτερα τευχη που διαβασα
Αγαπητέ Συνταξιδιώτη, ευχαριστώ πολύ για τα ενδιαφέροντα σχόλια σου, για την θερμότητά σου, και για τα ενθαρρυντικά καλά σου λόγια.
Είμαι μεγάλος θαυμαστής του David Lynch. Πρέπει οπωσδήποτε να διαβάσεις ένα μυστηριώδες κείμενό του που ποαρουσιάζουμε στο νέο Strange που θα κυκλοφορήσει στα τέλη Σεπτεμβρίου. (Επίσης και Μπόρχες στο τεύχος, και Τομ Ρόμπινς).
Είμαι παλιός φαν της σειράς Twin Peaks, και θυμάμαι ακόμη τις συναρπαστικές νύχτες που προσπαθούσαμε να αποκωδικοποιήσουμε τα αινιγματικά μηνύματα κ.ά. που υπήρχαν στα επεισόδια. Την ξαναβλέπω ευχαρίστως. Και, φυσικά, αναμένω κι εγώ την νέα συνέχεια.
Η σειρά που με έχει ενθουσιάσει αρκετά αυτήν την εποχή, είναι το Preacher.
Μου αρέσει ο Τόμας Λιγκόττι (θυμάμαι τώρα μία σπάνια έκδοσή του που έχω, που έχει κάνει μαζί με τους Current 93, με μουσική).
Είναι σαφώς cult περίπτωση.
Κατά την γνώμη μου, έχει συγγενή σχέση με τους (λίγο παλαιότερους) Ramsey Campbell και Carl Edward Wagner (θα σου αρέσει αυτός αν μπορέσεις να τον βρεις), προφανώς με τον Clive Barker, ίσως και με τον (δυσεύρετο) θρυλικό Leonard Cline (The Dark Chamber).
Είμαι όμως πάντοτε της άποψης, ότι, στα πλαίσια της παράδοσης της λογοτεχνίας του Φανταστικού και του Παράξενου, πρέπει οπωσδήποτε να διαβάσουμε τους μεγάλους masters, και μετά νεότερους συγγραφείς που έχουν απλά επηρεαστεί από αυτούς. Για χάρη του αυθεντικού, πάντα. Οπότε, πολύ καλός είναι ο Λιγκόττι, αλλά θα συνιστούσα να διαβάσει κάποιος οπωσδήποτε Algernon Blackwood, Robert W. Chambers, Fritz Leiber, Joseph Payne Brennan, Robert Aickman, Walter de la Mare, J. K. Huysmans, Ramsey Campbell, Leonard Cline, κ.ά., στα χνάρια των οποίων βαδίζει ο Ligotti.
(Αν και ο ίδιος, παραδόξως, όταν τον ρωτάνε για τις επιρροές του δεν μιλάει για συγγραφείς του Φανταστικού, αλλά για Vladimir Nabokov και Bruno Schultz και Thomas Bernhard, αποπροσανατολιστικώς, κάτι που δεν μου αρέσει).
Συνέχισε τις περιπλανήσεις σου. Συνεχίζω να προσπαθώ για ό,τι καλύτερο, παρ' όλες τις κακές συνθήκες του περιβάλλοντος. Χαίρε
Π. Γ.
Εγώ ευχαριστώ πολύ για την ανταπόκριση και για το γεγονός οτι μοιράζεσαι και συζητάς για όλα αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα!
Διαβάζω το Strange από το 2ο τεύχος του μέχρι και σήμερα (σε κάποια φάση βρήκα και το 1ο) και φυσικά περιμένω το καινούργιο με άλλες τρείς πολύ καλές εκπλήξεις! Και ο Τομ Ρόμπινς μου αρέσει πολύ.
Σίγουρα η θέαση του Twin Peaks, με την κατάλληλη παρέα και παράλληλα ανάλυση και σκέψεις για τις ιδέες και τα αινιγματικά μυνήματά της, θα ήταν η ιδανική! Νομίζω οτι είναι πολυεπίπεδη σειρά. Όπως και να το δεί κανείς η σειρά μιλάει πραγματικά. Μου φαντάζει ως όνειρο μέσα σε όνειρο. Έχει τόσα αινιγματικά μηνύματα, οι χαρακτήρες μηδενός εξαιρουμένου έχουν όλοι τόσα να πούν σε τόσα επίπεδα, μέσα από διαλόγους αλλά και μέσα από τις πράξεις τους... και ενώ υπάρχει παντού το μυστήριο, το σκοτεινό και άγνωστο και πολλές φορές το τρομακτικό στοιχείο, από την άλλη υπάρχει συγχρόνως τόσο όμορφο και εύστοχο χιούμορ. Είναι πραγματικά πολύ ιδιαίτερη σειρά και νομίζω οτι η συνέχειά της θα είναι εξίσου ιδιαίτερη. Έχω σταματήσει στο 12ο επεισόδιο της δεύτερης σαιζόν. Ανυπομονώ να δώ και τα υπόλοιπα, αν και από την άλλη κατά κάποιο τρόπο δεν θέλω να τελειώσει.
Έχουν πολύ ενδιαφέρον οι Current 93 (και πολύ ενδιαφέρουσες προεκτάσεις σχετικά με το όνομά τους). Με τον Λιγκόττι από ό,τι είδα έχουν κάνει κάποια πράγματα. Μου άρεσε πολύ το «I Have A Special Plan For This World”. Και το συγκρότημα και ο Τίμπετ φυσικά έχουν πολύ ενδιαφέρον. Λόγω θέματολογίας αλλά και μουσικής. Μεγάλη δισκογραφία φυσικά. Επιλεκτικά είχα ακούσει ορισμένα. Είναι πολύ καλοί.
Συμφωνώ πολύ με αυτό που λες, οτι πρέπει να διαβάσουμε τους μεγάλους masters, τους παλιούς συγγραφείς. Προσωπικά κυρίως διαβάζω τους παλιούς φανταστικούς συγγραφείς. Δεν έχω κάτι με τους καινούργιους απλά για κάποιους λόγους με τραβάνε οι παλιοί. Ο Λιγκόττι είναι μια από τις εξαιρέσεις που προέκυψε σιγά σιγά και για πολύ συγκεκριμμένους λόγους. Διάβασα και μου άρεσαν πολύ οι Μπλάκγουντ, Τσέημπερς, Λάιμπερ, Ιυσμάν. Τους υπόλοιπους που αναφέρεις, αν και μερικούς τους έχω πετύχει από εδώ και από εκεί, δεν τους έχω διαβάσει ακόμη. Με τον καιρό σίγουρα θα τους ψάξω. (Είναι τόσα πολλά και τόσο λίγος ο χρόνος...) Επίσης θα ανέφερα και τον Λόρδο Ντάνσανυ (τον λατρεύω), ο οποίος όπως πολύ καλά γνωρίζεις, είναι εξαιρετικός, ονειρικός, με πολλές ιδέες πάνω σε σχετικά θέματα, απλά δείχνει το πιό παραμυθικό και ονειρικό του πράγματος, την όμορφη πλευρά θα έλεγα περισσότερο (Είναι τόσο βαθύς και αχανής όμως... Ένα σύμπαν από μόνος του!). Ο Λιγκόττι κάνει το αντίθετο, είναι σκοτεινός, πεσσιμιστής και δείχνει την τρομακτική, την εφιαλτική πλευρά του πράγματος (μαζί φυσικά με όλα τα ερωτήματα και τις αγωνίες που τον κατατρέχουν σαν άνθρωπο), συν το γεγονός οτι οι ήρωές του στο τέλος δεν βρίσκουν ποτέ τη λύτρωση (κάτι που πχ στο True Detective συμβαίνει με τον πρωταγωνιστή και πεσσιμιστή χαρακτήρα και νομίζω οτι είναι σημαντική η διαφορά ανάμεσα σε μια τηλεοπτική παραγωγή και τη λογοτεχνία, για να μην αναφερθούμε και σε διάφορες κινηματογραφικές παραγωγές...). Είναι και αυτός βαθυς, φιλοσοφημένος, σκοτεινός αλλά και αποκαλυπτικός, ψυχογραφικός, εκτός των άλλων.
Έχω δεί ορισμένους καλλιτέχνες γενικότερα να κάνουν αναφορές σε κάποιους που δεν θα περίμενε κανείς φαινομενικά. Είναι κάτι που ξενίζει και ίσως αποπροσανατολίζει αν
κάποιος έχει κάτι συγκεκριμμένο κατά νού για τον καλλιτέχνη. Εν τούτοις, προσπαθώ να σκεφτώ τί μπορεί να θέλει να πεί χρησιμοποιώντας ως μέσο αυτό το είδος της λογοτεχνίας πχ. Ο Λιγκόττι, από κάποιες λίγες συνεντεύξεις που διάβασα από εδώ και από εκεί, αλλά και από το «Conspiracy Against…», αναφέρει κάποιους φιλοσόφους όπως ο Σοπενχάουερ, ο Zapffe, ο Νίτσε κλπ, επισημαίνοντας οτι βάζει και το συγκεκριμμένο φιλοσοφικό υπόβαθρο μέσα στα γραπτά του. Φυσικά τα πρώτα ονόματα που αναφέρονται σε σχέση με τη γραφή του είναι εκείνα των Πόου, Λάβκραφτ και Κάφκα, για προφανείς λόγους. Σχετικά με τους τρείς σγγραφείς που αναφέρεις, δεν έχω διαβάσει κάποιον από αυτούς. Ψάχνοντας όμως αρχικά για τον καθέναν από αυτούς στη Wikipedia, βλέπω κάποια πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία τους που ίσως έχουν σχέση με την προσωπικότητα και τις προσωπικές αγωνίες του Λιγκόττι και αποτέλεσαν με τη σειρά τους πηγή έμπνευσης για το συγκεκριμμένο σχετικό υπόβαθρο των ιστοριών του.
Για τον Ναμπόκοφ λέει οτι: Nabokov, like his wife, his son and several characters in his novels, was a synesthete. He was also an expert lepidopterist and composer of chess problems.
Σχετικά με τον Σούλτς λέει κάπου: China Miéville's 2009 novel The City & the City begins with an epigraph from John Curran Davis's translation of Schulz's The Cinnamon Shops: "Deep inside the town there open up, so to speak, double streets, doppelgänger streets, mendacious and delusive streets". In addition to directly alluding to the dual nature of the cities in Miéville's novel, the epigraph also hints at the political implications of the book, since Schulz himself was murdered for appearing in the "wrong" quarter of the city.
Για τον Μπερναρ λέει: His work is most influenced by the feeling of being abandoned (in his childhood and youth) and by his incurable illness, which caused him to see death as the ultimate essence of existence. His work typically features loners' monologues explaining, to a rather silent listener, his views on the state of the world, often with reference to a concrete situation. This is true for his plays as well as for his prose, where the monologues are then reported second hand by the listener.
Αυτό το τελευταίο πο λέει, “the monologues are then reported second hand by the listener” το συσχετίζω και με αυτό που είπες για το αυθεντικό του πράγματος και για την παράδοση του φανταστικού και με όλα όσα συσχετίζονται αυτά για τα οποία συζητάμε. (Είναι πράγματι πολύ μεγάλο θέμα όλα αυτά...)
Ο Λιγκόττι επίσης έχει πεί οτι έγραφε μόνο κατά τις δύσκολες περιόδους όταν υπέφερε από «Generalized anxiety disorder (GAD)». (Unlike a phobia, where your fear is connected to a specific thing or situation, the anxiety of generalized anxiety disorder is diffused—a general feeling of dread or unease that colors your whole life. This anxiety is less intense than a panic attack, but much longer lasting, making normal life difficult and relaxation impossible.)
Το βιογραφικό του στη Wiki αναφέρει οτι: «Ligotti has suffered from chronic anxiety and anhedonia for much of his life; these have been prominent themes in his work.[1] Ligotti avoids the explicit violence common in some recent horror fiction, preferring to establish a disquieting, pessimistic atmosphere through the use of subtlety and repetition. Ligotti has stated he prefers short stories to longer forms, both as a reader and as a writer,[1] though
he has written a novella, My Work Is Not Yet Done (2002)[6] In 2011, he published The Conspiracy Against the Human Race, a non-fiction work.»
Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σου να απαντήσεις αλλά και για τις πολύ σημαντικές επισημάνσεις. Σίγουρα πρέπει να ψάξω για όσους αναφέρεις.
Η εικόνα που ανάρτησες τα λέει όλα...
Με συγχωρείς αν σε κούρασα με όλο αυτό το Λιγκόττι – Θέμα.
Να είσαι όσο καλύτερα γίνεται, καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι για έναν άνθρωπο σαν εσένα σε ένα τέτοιο μέρος, σε τέτοια εποχή.
Ένα κωδικό μήνυμα από το Twin Peaks: “Let a smile be your umbrella”.
Γεια σας, και εμενα μου κανε αρχικά καλη εντύπωση ο Λιγκότι, βεβαια ειναι αρκετά cult/ weird και psycho- και τα βιβλία του σπανια να τα βρεις -για τα γούστα μου. Eίχα διαβάσει παλιότερα ενα διήγημα του τη Μέδουσα, η διαφορά του με τους συγγραφεις του φανταστικού είναι ότι, κινειται σε πιο φιλοσοφικά/ υπαρξιακα πλαίσια και όχι τόσο σε εξωγήινα/ δαιμονικά και μεταφυσικά πλαίσια, όπως εχουμε συνηθισει. Αυτό αποκόμισα από τη Μέδουσα, δυστυχώς μονο διασπαρτα κάποια διηγηματα στα Αγγλικά του εχω καταφερει να διαβάσει, τα οποια δε με συγκίνησαν τόσο πολύ, όσο η Μέδουσα, η οποιο με ενθουσιασε. Όπως πχ το Red Tower http://weirdfictionreview.com/2011/12/the-red-tower-by-thomas-ligotti/
Σαν ανθρωπος οπως εχει δηλωσει, έχει πολλα ψυχολογικά προβλήματα, με τασεις αυτοκτονίας, ενώ ειναι χομπίστας. Ο ιδιος δήλωσε πως εχασε την εμπνευση του και δεν πιστευει ότι θα ξαναγράψει κατι στο αμεσο μέλλον. Σίγουρα προκειται για cult προσωπικοτητα, που αγγιζει τα όρια του θρύλου, αφού πολλοι συγγραφεις στις αρχές πιστευαν πως ο Λιγκότι είναι ghost writer, αλλων γνωστων συγγραφεων του φανταστικού.
Έχετε δικαιο κε Γιαννουλακη κ μενα μου εκαναν εντυπωση οι επιρροές του, τις βρήκα καπως "δηθεν" κ ψευτικές. Δεν ξερω αν ηθελε να περασει καποιο μηνυμα. Βεβαια ανεφερε τον H. P. Lovecraft, Κafka και τον Arthur Machen.
Εγώ θα σας αντιπροτείνω τον Laird Barron, ο οποιος είναι επηρεασμενος απο Lovecraft. Ψαξτε οτιδηποτε εχει γραψει αυτος ο συγγραφέας και διαβαστε το. Εγω κυνηγαω διηγηματα του και τα ψαχνω μανιωδώς!!!
Κατα τα αλλα περιμενουμε με ανυπομονησια το επομενο τευχος!!
Γεια σας Συνταξιδιώτες
δεν αναφερόμουν στους πολλούς καλούς masters του Φανταστικού του Παράξενου και του Τρόμου, γενικά, (όπως πχ και ο Dunsany κ.ά.)
αλλά οι συγγραφείς που ανέφερα είναι αυτοί που έχουν επηρεάσει τον Λιγκόττι, πολύ συγκεκριμένα, αυτοί οι συγκεκριμένοι, (αυτός o ίδιος είναι δηλαδή ο απόηχος τους)
πως το λένε, στα χνάρια των οποίων αυτός ο συγκεκριμένος βαδίζει, είναι οι αληθινές επιρροές του, η ουσία του εκ του παρασκηνίου.
(Αποστασιοποιημένο παράδειγμα : είναι σαν να ακούει κανείς π.χ τους Green Day, και να μην έχει ακούσει Sex Pistols ή Buzzcocks ή Clash, κλπ, κλπ.!! Αν του αρέσουν αυτά τα "punk" πρέπει να ακούσει τα πρωτότυπα για να μπει στο νόημα... Οπότε, αν ενδιαφέρεται, γιατί να χάνει τον χρόνο των ακροάσεων του με τις...επιρροές που άσκησαν αυτοί μέσα στον χρόνο; Ας ασχοληθεί πρώτα με τα originals... Μετά, ας δει πού θα τον οδηγήσουν... Φυσικά, δεν αναφέρομαι σε κάποιον τυχαίο ακροατή χωρίς ιδιαίτερη πρόθεση)
(Φαντάζεστε, επίσης, να ρωτήσουν τους Green Day για τις επιρροές τους, και αυτοί να μιλάνε για τον Πικάσο, για την Βουγιουκλάκη, για τον Τσάρλι Τσάπλιν; Αυτό εννοώ...)
(Φαντάζεστε, η σειρά Twin Peaks να εμπνεύσει αργότερα την δημιουργία δέκα άλλων τέτοιων παρόμοιων σειρών, που είναι κάπως σχετικές αλλά δεν είναι το Twin Peaks, και κάποιος να κάθεται και να βλέπει αυτές τις σειρές, και μάλιστα με μεγάλο ένθερμο ενδιαφέρον και ενθουσιασμό, και να συζητάει για αυτές, αλλά...να μην έχει δει το Twin Peaks;...)
Αναφέρει, λες, τον Λάβκραφτ και τον Πόε, χαίρω πολύ, ο Λάβκραφτ και ο Πόε έχουν επηρεάσει τους πάντες. (Είναι σαν να λες ότι στη ραδιοφωνία με την οποία ασχολούμαι με έχει εμπνεύσει ο Μαρκόνι!) Αυτό ισχύει για όλους, γι' αυτό το λέει, δεν μπορεί κανείς να του προσάψει κάτι σε σχέση με κάτι που έχει επηρεάσει τους πάντες και είναι...αυτονόητο.
Αλλά, για κάποιον...παράξενο λόγο, δεν αναφέρεται π.χ. στον Ράμσεη Κάμπελ (που, εκτός άλλων, είναι πιστό αντίγραφό του), γιατί θα σε..στείλει αλλού... Οπότε σου λέει, ο Νίτσε, ο Ναμπόκοφ, κλπ, ο Πικάσο, τρεχαγύρευε δηλαδή...
Αυτά, και άλλα παρόμοια, εννοούσα, αλλά τα είπα λίγο διακριτικά, και, επειδή είδα ότι δεν έγινα όσο κατανοητός θα ήθελα, το λέω εδώ τώρα λίγο πιο ωμά (χωρίς όμως, από την άλλη, να θέλω και να τον αδικήσω, διότι είναι αρκετά καλός).
Απλώς, όλα αυτά είναι...ζήτημα Παράδοσης, η Παράδοση είναι σημαντική, αυτός είναι ο ζωτικός χώρος μέσα στον οποίον κινούνται αυτά τα πράγματα.
Υπάρχουν, φυσικά, και σύγχρονοι εξαίρετοι συγγραφείς που έχουν ξεφύγει κατά πολύ από τους προκατόχους τους, και είναι πολύ πρωτότυποι, αλλά ακόμη και αυτοί δικαιώνουν επίσης την μεγάλη παράδοση με αυτόν τον τρόπο τους.
Τέλος πάντων, είναι μεγάλο ζήτημα, δεν θέλω να σας κουράσω.
Αυτές είναι μεγάλες όμορφες συζητήσεις για μεγάλες όμορφες νύχτες δίπλα στο τζάκι, κάπου αλλού...
Π. Γ.
Σας ευχαριστώ πολύ για την ανταπόκριση και αυτή την συζήτηση που την βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα.
Αρχικά, βλέπω οτι εγώ δεν έγινα τόσο κατανοητός όσο θα ήθελα. Ίσως το post μου (το είδα και λίγο σαν ένα είδος ηλεκτρονικής αλληλογραφίας) ήταν μακροσκελές και κουραστικό γι’ αυτό ζητώ συγγνώμη. Ήμουν αρκετά παρορμητικός στο να παραθέσω ορισμένα πραγματάκια που εντόπισα και θεώρησα οτι είναι ενδεικτικά του τί βλέπω οτι κάνει ο Λιγκόττι, κατά την δική μου άποψη (κάτι που είπα στο πρώτο μου post σχετικά με τον αναγνώστη και τις περιπέτειές του).
Μου άρεσε πολύ το αποστασιοποιημένο σου παράδειγμα Παντελή οπότε θα χρησιμοποιήσω κι εγώ ένα για να παραθέσω όσο καλύτερα μπορώ αυτό που εξέλαβα προσωπικά από τον Λιγκόττι. Πρόκειται για ένα πολύ αγαπημένο μου συγκρότημα, τους Neurosis. Βλέπω πολλές ομοιότητες σχετικά με την πορεία της μουσικής και της λογοτεχνίας μερικές φορές. Συμφωνώ με την παρατήρησή σου για του Green Day σε σχέση με τα ανάλογα παλιά γνωστά συγκροτήματα της “punk” μουσικής. Αν όμως κάποιος ξεκινήσει να ψάχνει τα πιό άγνωστα ή underground συγκροτήματα, χωρίς όμως καμία
το προχωράει το όλο πράγμα αλλού. Υπάρχει και η παράδοση υπάρχει και η εξέλιξη του πράγματος. Και όλα τα ενδιάμεσα θα έλεγα.
Συμφωνώ μεν οτι υπάρχει μια παράδοση και σε αυτό το χώρο, όπως και παντού, ωστόσο δεν μπορώ να μην δώ το γεγονός οτι ο κάθε συγγραφέας είναι μια ξεχωρηστή προσωπικότητα που γράφει για τους δικούς του προσωπικούς λόγους (όποιοι και αν είναι αυτοί). Τις περισσότερες φορές βλέπουμε για παράδειγμα οτι οι διάφοροι συγγραφείς του φανταστικού είναι και μέλη κάποιων μυστικών εταιριών ή έχουν ιυοθετήσει ένα σχετικό θρησκευτικό σύστημα πίστης, αξιών κλπ κλπ. Για παράδειγμα, ο Άλτζερνον Μπλάκγουντ, όπως αναφέρεται στον πολύ διαφωτιστικό πρόλογο τις συλλογής διηγημάτων «Ιστορίες στο Λυκόφως», έγινε μέλος της Χρυσής Αυγής και είχε κάποια συγκεκριμμένα χαρακτηριστικά ως άνθρωπος και στην κοσμοαντίληψή του. Από την άλλη ο Άρθουρ Μάχεν ομοίως. Και άλλοι. Βλέπω οτι σε αντίθεση με αυτούς πχ, ο Λιγκόττι δεν έχει καθόλου ανάλογες πεποιθήσεις. Και γι’ αυτό αναφέρει από την άλλη και φιλοσόφους όπως ο Σοπενχάουερ και ο Zappfe, αλλά και όπως είδα τον Μπερναρ που όπως λέει στη Wiki: «His work is most influenced by the feeling of being abandoned (in his childhood and youth) and by his incurable illness, which caused him to see death as the ultimate essence of existence.», πράγμα το οποίο διακρίνω σε όλα όσα διάβασα μέχρι στιγμής από τα διηγήματά του (Όλα αυτά τελικά τα επισημαίνει και ο ίδιος στη συνέντευξη που ανάρτησα παραπάνω). Σίγουρα είναι πολύ διαφωτιστική η ανάγνωση του του non fiction του, “The Conspiracy Against the Human Race” όπου ο Λιγκόττι εξηγεί την δική του κοσμοαντίληψη. (Από ό,τι ξέρω σίγουρα είδαν εκατομμύρια θεατές το True Detective. Σίγουρα δεν ήταν όλοι τους ενημερωμένοι από την αρχή για την Καρκόσα και τον Βασιλειά με τα Κίτρινα, ούτε για τα σχετικά με τον Λιγκόττι και αυτό το κείμενο... και για πολλά άλλα...)
Συγγνώμη και πάλι για το μακροσκελές και κουραστικό μου post. Απλά το είδα και λίγο σαν μια μικρή αλληλογραφία ανάμεσα σε συνταξιδιώτες.
Είναι σίγουρα πολύ όμορφες αυτές οι συζητήσεις και θα ήταν πολύ όμορφο αν γινόταν πραγματικά μπροστά από ένα τζάκι, ανάμεσα σε μια παρέα από συνταξιδιώτες.
ΥΓ: Ο Πόου είναι γνωστός στον πολύ κόσμο αλλά για πολύ συγκεκριμμένα γραπτά του. Προσωπικά θεωρρώ οτι ήταν τα πάντα. Έγραψε τόσα πολλά και διαφορετικά είδη και γενικότερα η περίπτωσή του ήταν τόσο ιδιαίτερη. Εκτός από τα πολύ γνωστά, θεωρρείται οτι δημιούργησε την αστυνομική λογοτεχνία, έγραψε σατιρικά κείμενα, κείμενα όπως η «Δύναμη των Λόγων», η «Μεσμερική Αποκάλυψη», «Κουβεντιάζοντας με μια Μούμια», το καταπληκτικό Εύρηκα στο τέλος... δοδομένης της εποχής, των δυσκολιών, της προσωπικότητάς του κλπ... Θεωρρώ οτι είναι τα πάντα, όπως επίσης και ο Phillip K. Dick που κι εκείνος είναι τα πάντα... Αυτοί έχουν επιρρεάσει με τη σειρά τους τα πάντα, ακόμη και με έμμεσους τρόπους...
ΥΓ2:
https://www.youtube.com/watch?v=LoacMTcWqgs
Χαίρε Συνταξιδιώτη
πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά που μου λες, και φυσικά είναι δεκτά τα σχόλια σου.
Δεν διαφωνώ με αυτά που λες, απλως θέλω (επιπλέον αυτών που λες) να καταδείξω το εξής :
Υπάρχει ένα τραίνο. Στο οποίο προσθέτονται συνεχώς βαγόνια. Νέοι επιβάτες που επιβαίνουν σε νέα βαγόνια, μαθαίνουν εκεί μέσα για τον σιδηρόδρομο, τα τραίνα, και για την κατασκευή βαγονιών, και κατασκευάζουν το επόμενο βαγόνι που ακολουθεί, έπειτα νέοι μπαίνουν, κ.ο.κ. Φαντάσου το αυτό σαν μία τεράστια αμαξο-στοιχία, που ταξιδεύει, κ.ά., και όλο μεγαλώνει, έπειτα "γεννά" άλλες αμαξοστοιχίες, κλπ. Εξαιτίας τους μεγαλώνει συνεχώς και το σιδηροδρομικό δίκτυο, οι σταθμοί, αυξάνονται οι προορισμοί, κλπ.
Γι' αυτό το πράγμα μιλάμε, στην ουσία.
Δεν μιλάμε απλώς για μικρές προσωπικές προτιμήσεις. Αν είναι τα τραίνα που σε ενδιαφέρουν, (και όχι απλά ένα δρομολόγιο για προσωπικούς σου λόγους), τότε αλλάζει το πράγμα. Εμπλέκεσαι σε σιδηροδρομικές περιπέτειες... Εξερευνείς το σύστημα των τραίνων, το δίκτυο, τις κατασκευές, τις τάσεις, την Ιστορία, τους χάρτες τους, τους σταθμούς, τις μηχανές, την μορφολογία, κλπ.
Επίσης, στην αρχή "εισχωρούμε" στο "δίκτυο" μέσα από ό,τι υπάρχει άμεσα διαθέσιμο. Έπειτα εξερευνούμε. Πρώτα διαβάσαμε Tolkien και μετά διαβάσαμε αληθινά τον Όμηρο.
(Είναι σαν να "πιάσεις" μια μυρωδιά από ένα ωραίο φαγητό, απολαμβάνεις την μυρωδιά, έπειτα την ακολουθείς με την μύτη σου, αναζητάς το φαγητό, έπειτα το βρίσκεις και το τρως και μαγεύεσαι. Μετά ρωτάς για τον μάγειρα. Βρίσκεις τον μάγειρα, ρωτάς για την συνταγή, κλπ, κλπ. Ή είναι σαν να ακούς την Ηχώ μιας μελωδίας, την ακολουθείς για να βρεις από πού προέρχεται, να την ακούσεις στην πηγή της. Μετά ρωτάς για τον μουσικό, κ.ο.κ. Βλέπεις έναν πίνακα που σε συναρπάζει. Μαθαίνεις ότι ο ζωγράφος έχει "επηρεαστεί" πολύ από τον τάδε ζωγράφο. Ακολουθώντας την ίδια την συναρπαγή σου --όχι τον πίνακα-- βρίσκεις πίνακες αυτού του τάδε ζωγράφου, και έμαθες περισσότερα για αυτό που σε συναρπάζει, και σε συναρπάζει έτσι ακόμη περισσότερο. Βρίσκεις τον επόμενο, κλπ, αναζητάς την πηγή της συναρπαγής σου. Όταν την εντοπίσεις, από εκεί βγαίνεις στο αληθινό δίκτυο, που είναι εις βάθος, όχι στην επιφάνεια του πράγματος. Δηλαδή, υπό αυτήν την οπτική, υπάρχουν φάσεις [ηχώ, μυρωδιές, πίνακες] που είναι απλά προθάλαμοι, πέρα από την πόρτα ο διάδρομος οδηγεί σε άλλες πόρτες, που οδηγούν μακριά και βαθιά...στην καρδιά του πράγματος. Για να μπορεί να συμβεί αυτό, αρχικά, ο προθάλαμος...πρέπει να έχει αληθινή πόρτα για τον διάδρομο. Όχι μία ζωγραφιστή πόρτα στον τοίχο, μία αληθινή πόρτα --ούτε να σου μιλάει κάποιος εκεί μέσα αποπροσανατολιστικά για άλλες πόρτες που δεν υπάρχουν στον προθάλαμο...)
(συνεχίζεται)
Τις προάλλες, μιλούσα με έναν αναγνώστη μου που γίναμε φίλοι. Στην πολυσύνθετη συζήτησή μας, σε κάποια φάση μού είπε ότι του αρέσουν τα Blues. Κι εμένα, του λέω. Ναι, μου λέει, ο B. B. King. Διαπιστώνω έτσι ότι, ναι μεν του αρέσουν τα Blues, αλλά...δεν έχει ακούσει αληθινά Blues. Του λέω, πω πω, Blind Willie Johnson, φίλε, Dark Was the Night Cold Was the Ground (είναι πλέον χαμένο στο διάστημα, είναι ένα από τα κομμάτια που ταξιδεύουν με το Voyager - ως δείγμα της ανθρώπινης θλίψης και του πόνου. Δεν έχει στίχους, ο Johnson απλά βογγάει σπαρακτικά μαζί με την κιθάρα). Ο φίλος με ακούει συνεπαρμένος. Μα δεν το έχεις ακούσει; Όχι, μου λέει. (Που είναι σαν να μιλάμε για την λογοτεχνία τρόμου και να εννοεί απλά τον Steven King --ή να διαπιστώνω ότι του αρέσει πολύ το ουίσκυ αλλά δεν έχει πιεί ποτέ κανένα αληθινό Σκωτσέζικο). Μα, του λέω, ο Leadbelly, o Robert Johnson, o Sonny Boy Williamson, o Joseph Spence, o Buka White, o Mississippi John Heart, τα field recordings του Alan Lomax, κλπ, κλπ. Όχι, τίποτα. Ειπαμε πολλά. Τελικά, τού έγραψα επιλογές σε μερικά CDs. Χμ, τώρα θα του αρέσουν όντως τα Blues. Μπήκε στο νόημα. Ω, από κάπου πρέπει να μπεις, ΟΚ.
Τώρα, θυμάμαι ένα παράξενο ροκ γκρουπ που παίζει με πρωτοποριακό τρόπο παραμορφωμένα Blues, τους Kane Brothers (Rhythm & Blues for Baba). Όπως φαίνεται, το έχουν "προχωρήσει το πράγμα", στυλιστικά (με ένα κράμα ας πούμε metal). Αλλά...ποιο πράγμα; Μιλάμε για τα Blues; Και τί νόημα έχει να βάλω και τους Kane Brothers στην "συζήτηση", όταν δεν υπάρχει καν η συν-ζήτηση, όταν δεν ξέρουμε για ποιο πράγμα μιλάμε;
Είναι σαν να λέω ότι μου αρέσει η "αφηρημένη τέχνη". Κάποιος πρέπει να μου μιλήσει για το Ultrex! (που λέει και η παλιά διαφήμιση). Πρέπει να μάθω για το Dada, για τον Σουρεαλισμό, κλπ. Και στον δρόμο πρέπει να μάθω ποιος είναι ο Andre Breton. Αναπόφευκτα, έτσι είναι, δεν φταίω εγώ. (Ο προθάλαμος μπορεί να ήταν πχ το Pop Surrealism, αλλά...με ενδιαφέρει πολύ τελικά ο Σουρεαλισμός ή το Ποπ;...)
Θυμάμαι τους καλειδοσκοπικούς στίχους του T. S. Elliot :
«Δεν θα σταματήσουμε ποτέ να εξερευνούμε / και το τέλος όλης μας της εξερεύνησης θα είναι / να ξαναγυρίσουμε εκεί από όπου είχαμε αρχίσει / και να γνωρίσουμε τον τόπο για πρώτη φορά...»
(συνεχίζεται)
Δημοσίευση σχολίου