KEEP ON ROCKIN’ IN THE FREE WORLD!

To δημοτικό “Κανάλι Ένα” του Πειραιά, Απαγορεύει την...«Ξένη Μουσική»!
Διακόπτουν και τo “Rock Zone”, την ιστορικότερη σειρά εκπομπών της σύγχρονης Ελλάδας για το Ροκ...


RESIST TO EXIST

Όλος ο μουσικόφιλος κόσμος της “σύγχρονης” Ελλάδας (εν έτει 2021 μ.Χ.) έχει ξεσηκωθεί, αν κρίνω από τα μηνύματα που συνεχώς δέχομαι, καθώς διαδίδεται η είδηση που σε κάνει να μην πιστεύεις στα μάτια σου :

--- «. . . . .Τέλος τα ροκ! Το Κανάλι Ένα του Πειραιά «απαγορεύει» κάθε είδους ξένη μουσική.
Την απαγόρευση κάθε είδους ξένης μουσικής αποφάσισαν οι υπεύθυνοι του σταθμού Κανάλι Ένα 90,4 του δήμου Πειραιά, σύμφωνα με την καταγγελία του ραδιοφωνικού παραγωγού Τάσου Πάλλα.
«Τραγωδία και κωμωδία μαζί!», αναφέρει o Tάσος Πάλλας σε ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και συμπληρώνει: «Το πρόβλημα, όχι μόνο για τον σταθμό, αλλά για την ίδια την ποιότητα της δημοκρατίας μας είναι, όταν η εκάστοτε (και εξ ορισμού προσωρινή) διοίκηση ενός εκ του νόμου πολυφωνικού και πολυσυλλεκτικού δημόσιου οργανισμού, θέλει να επιβάλει στους δημότες τα προσωπικά της γούστα και απόψεις».
Ο παραγωγός, ο οποίος έκανε την πρώτη εκπομπή της «Ροκ ζώνης» στις 9 Απριλίου του 1994, καταγγέλλει ότι η ιστορική ζώνη δεν υπάρχει πια επειδή «οι υπεύθυνοι του σταθμού αποφάσισαν ξαφνικά ότι η μετάδοση κάθε είδους ξένης μουσικής απαγορεύεται. ΡΟΚ ΖΩΝΗ ΤΕΛΟΣ!!!. . . . . .» (από το koutipandoras.gr) ---
!!!!!!!!!

Απορρημένος και θλιμμένος, αναλογίστηκα τον φίλο μου Δημήτρη Αντωνόπουλο, αυτήν την ιστορική μορφή για το ροκ στην Ελλάδα, που κάνει την φημισμένη ραδιοφωνική εκπομπή του στην «Ροκ Ζώνη» του Πειραιά, την πιο αξιόλογη και φημισμένη ροκ εκπομπή στην σύγχρονη Ελλάδα, εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια.
Και, με περιέργεια περιμένω να δω ποια θα μπορούσε να είναι η αντίδραση ανθρώπων όπως ο πρωτοπόρος βετεράνος στο μουσικό ραδιόφωνο Γιάννης Πετρίδης. Ήδη, όλοι οι μουσικόφιλοι και οι Ροκ μουσικοί και ραδιοφωνικοί παραγωγοί αυτήν την στιγμή έχουν ξεσηκωθεί.

Αυτό, όπως και αν προσπαθήσει να το δει κανείς, είναι ένα παράλογο πλήγμα για την Τέχνη, για τον κόσμο της διανόησης, για την μουσική, για την ποίηση, ένα παράλογο πλήγμα προς την νεολαία, μα και προς όλους εμάς που μεγαλώσαμε με το Ροκ, και με εκπομπές όπως το Rock Zone και την εκπομπή του Δημήτρη Αντωνόπουλου.
Είναι δηλαδή πλέον το Ροκ εδώ ένα απαγορευμένο είδος;;
Επιστρέφουμε πίσω στην αστεία αντίληψη της δεκαετίας του 1970, τότε που, όπως θυμάμαι, ο απλοϊκός Έλληνας χώριζε την μουσική σε «λαϊκή» και «ξένη» μουσική;
ΥΠΑΡΧΕΙ ΞΕΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ; ΔΗΛΑΔΗ, ΣΑΝ ΝΑ ΛΕΜΕ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΞΕΝΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ;

Και, έστω ακόμη κι έτσι, εκεί που θα έπρεπε να μιλήσουμε για ξένους στην Ελλάδα, και τι θα γίνει με αυτό το πρόβλημα των συνόρων μας, κάτι που όλοι Φοβούνται να το συζητήσουν καν, εμείς αντ’ αυτού ξαφνικά μιλάμε για....ξένη μουσική; Απαγορευμένη Μουσική;
«Αρκετά! Τέρμα με το Ροκ, τα κεφάλια μέσα, τα κουβαδάκια σας και στα σκυλάδικα»!...;; (Αυτό είναι;)...

Μετά την τεράστια λογοκρισία που συμβαίνει παντού, μετά την απώλεια της ελευθερίας του λόγου, τώρα θα μας απαγορεύσουν και την μουσική; Θα μας επιβάλλουν τι μουσική θα ακούμε;
...Ποιος το κάνει αυτό; Για ποιον λόγο; Πού να το καταγγείλουμε, και ποιος θα μας το εξηγήσει; Μας απαγορεύουν το Ροκ; Και...τι άλλο περιμένουμε τώρα πλέον; Να μας απαγορεύσουν και να ζωγραφίζουμε; Να μας απαγορεύσουν και την «ξένη» ποίηση;
(Άλλωστε, το Ροκ Είναι Ποίηση! Π.χ: Μιλάμε για το πρόσφατο Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Bob Dylan, ενώ ταυτόχρονα στην Σοβιετική Ελλάδα τον απαγορεύουν στα ραδιόφωνα;;...)

Πώς μεταφράζεται αυτή η –μεσαιωνικού τύπου– απαράδεκτη και παράλογη κίνηση; Τί σημαίνει; Τι υπάρχει πίσω από αυτό; Για ποιον λόγο γίνεται; Ποια είναι η ατζέντα δηλαδή;
Και, όλα τα πράγματα του κόσμου, καλά και κακά, έχουν το ξεκίνημα τους. Ξεκινάει αυτό τώρα από ένα μεγάλο ιστορικό ραδιόφωνο, και...πού θα καταλήξει; Και: Γιατί;
Δηλαδή, σε λίγο θα βγει π.χ. η ΕΡΤ και θα απαγορεύσει το...«ξένο Σινεμά»; Θα απαγορεύσουν κάποιοι και την…«ξένη ζωγραφική»;
Ή, μήπως, όταν θέλουμε να ακούσουμε –ή να παίξουμε– Ροκ, θα πρέπει να στέλνουμε SMS να μας δοθεί η άδεια;

Αυτό το πράγμα που συμβαίνει αυτήν την στιγμή στον Πειραιά (που αρχίζει από εκεί, δηλαδή), ΔΕΝ έχει ξαναγίνει πουθενά στον κόσμο σε όλη την σύγχρονη Ιστορία, σας διαβεβαιώνω.
Μόνο μία φορά έχει γίνει : στην Σοβιετική Ένωση, που απαγόρευσε το Ροκ, πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, (και ενέπνευσε τον Neil Young να τραγουδήσει το Keep On Rockin’ in the Free World, ή μετά τους Scorpions να παίξουν The Wind of Change, κ.ά.).
Δηλαδή, κάτι ανάλογο συμβαίνει τώρα εδώ στο σοβιετικό τσίρκο που έχουμε για χώρα;...

Συγχωρείστε και την ευαισθησία μου στο ζήτημα.
Αν μου επιτρέπεται να το πω αυτό, είναι η άποψη μου, μα και όχι μόνο δική μου, φυσικά : Είναι και εντελώς παράλογη και άστοχη κίνηση, προφανώς κοντόφθαλμων ζαλισμένων ανθρώπων. Ο μόνος λόγος, εννοώ ο μόνος λόγος, που θα είχε κάποιος για να ακούει το Κανάλι Ένα του Πειραιά, (πέρα δηλαδή τυπικά από τους δημότες του), είναι το Rock Zone! Και, οι άνθρωποι που διευθύνουν τον Δήμο ή το Ραδιόφωνο, σταματάνε το Rock Zone και την Ροκ Μουσική, την «ξένη μουσική»; Σοβαρολογούμε; (Είναι σαν να κόβει το NBC το Saturday Night Live, που ήταν ο μόνος λόγος για να βλέπει ένας νέος άνθρωπος το NBC). (Φαντάζεστε το BBC να κόβει τον John Peel, και μαζί του όλο το Ροκ; Την ίδια εκείνη μέρα, δε θα ήταν η Αγγλία μία τριτοκοσμική χώρα, από αυτό και μόνο;...)

Πριν λίγο καιρό, άκουγα τον Δημήτρη Αντωνόπουλο να μιλάει με τον Peter Hammill μέσα από Ελληνικό κανάλι, μέσα στις δεκαετίες έχει παρελάσει από την εκπομπή του (δηλαδή, έχει παρελάσει...στον Πειραιά!) όλο το μουσικό στερέωμα του κόσμου, με συνεντεύξεις όλων των φημισμένων μουσικών του κόσμου από τον Αντωνόπουλο στο Rock Zone, που δεν θα περίμενες να ακούσεις την φωνή τους στα Ελληνικά Hertz, (πόσο μάλλον από ένα Πειραιώτικο δημοτικό κανάλι) –κι εμείς λέμε στον Αντωνόπουλο ότι είναι....«ξένος»; Ο μουσικός μας πρεσβευτής; (Γιατί, τι άλλο είναι, άνθρωποι σαν τον Αντωνόπουλο ή τον Πετρίδη;)
Είχαμε την Λογοκρισία, τώρα θα έχουμε την...Μουσικοκρισία;

Με την ευκαιρία αυτή, αναλογίζομαι τι θα ήμασταν, τι θα ήμουν, τώρα, χωρίς την Μουσική στην ζωή. Χωρίς το Ροκ’ν’ρολλ! Τού οφείλουμε τα πάντα! Άνθρωποι σαν κι εμένα, τουλάχιστον... Τουλάχιστον! Εμένα, μού δίδαξε τα πάντα. Δεν θα ήμουν τίποτε, κυριολεκτικά τίποτε, χωρίς την μουσική και τα βιβλία, αυτά μου δώσανε την ζωή μου.
Η Μουσική είναι χαρά, είναι έμπνευση, είναι το στυλ, είναι γνώση και πληροφορία, είναι καλλιέργεια, είναι αισθήματα, είναι φαντασία, είναι το μάτι μας που κοιτάει παντού στον κόσμο, είναι μηνύματα, είναι κώδικες, είναι έκφραση, είναι λόγος, ενίοτε είναι η αντίσταση, είναι η πιο προσιτή τέχνη, είναι η παρηγορία, είναι η συντροφιά της καρδιάς των ανθρώπων...

Απαγορεύουν την Μουσική;; Το Ροκ από το ραδιόφωνο;; Να πάμε να πεθάνουμε όλοι μαζί τότε, να τελειώνουμε. Τί άλλο έχουμε πια δηλαδή; Μια μουσική μάς είχε μείνει!...

Αγαπημένοι μουσικόφιλοι όλου του Ελεύθερου Κόσμου, εκεί έξω, αγαπημένοι μας μουσικοί, εσείς παντού στον θλιμμένο αυτόν τυραννισμένο κόσμο μας, ακούστε μια φωνή από την σκλαβωμένη Ελλάδα, που, όπως παλιά, έτσι και τώρα, σάς λέει: KEEP ON ROCKIN’ IN THE FREE WORLD.


Παντελής Β. Γιαννουλάκης

 


Urban Paramental Entities

ΠΑΡΑΝΟΗΤΙΚΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΣΤΙΣ ΜΕΓΑΛΟΥΠΟΛΕΙΣ

 -----Παντελής Β. Γιαννουλάκης 


Η μικρή πόλη, που μπορούσες να την εξερευνήσεις με μία ματιά (και αποτελούσε τον γενικό κανόνα το 1800), στα μέσα και στο τέλος του 19ου αιώνα αντικαταστάθηκε από την Μεγάπολη (Megapolis). Σε ένα παλιό θρησκόληπτο κείμενο διάβασα να αποκαλούν τις Μεγαπόλεις: «Πόλεις τού Μολώχ». Τα μεσαιωνικά τείχη είχαν σχεδόν όλα γκρεμιστεί και τα όρια της πόλης επεκτείνονταν πλέον ανεμπόδιστα όλο και πιο βαθιά μέσα στην εξοχή. Ίσως γι’ αυτό κάποιοι να έβλεπαν τότε την Μεγάπολη σαν μία μεταδοτική ασθένεια, σαν μία επιδημία που εξαπλώνεται και καταβροχθίζει την γεωγραφία του Θεού, ως ένα βλάσφημο δημιούργημα του ανθρώπου που αντιγράφει με τεχνητό τρόπο το θεϊκό οικοδόμημα της Φύσης, κάτι σαν ένας «πύργος τής Βαβέλ» σε οριζόντια επέκταση (που φιλοξενεί πολλούς άλλους πύργους τής Βαβέλ σε κάθετη επέκταση)...
Ψηλά κτίρια ή πολυκατοικίες συμπιεσμένες η μία πάνω στην άλλη, καταλαμβάνοντας όσο το δυνατόν λιγότερο χώρο, ανυπολόγιστες μάζες πληθυσμών εξασθενίζουν μέρα με την ημέρα, χάνοντας κάθε ελπίδα και κάθε προσωπικότητα, μελαγχολούν, αρρωσταίνουν, πεθαίνουν, απελπίζονται, εγκληματούν, μεταλλάσσονται σε ανήμπορα αυτόματα προορισμένα για συγκεκριμένες –και πάντα ασφυκτικά περιορισμένες– δραστηριότητες. Το παράξενο είναι ότι οι μαζάνθρωποι έπρεπε πάντα να «διασφαλίζουν» αυτές τις συνθήκες, με την ίδια την ζωή τους και τον χρόνο τους, χωρίς ποτέ κανείς να εξεγερθεί και να ανατινάξει αυτόν τον παράλογο ζυγό από πάνω του.
Ο μαζάνθρωπος προσφέρει στην Μεγάπολη τον εαυτό του. Η Μεγάπολη είναι η φυλακή του και το εκτροφείο του, η πατρίδα και το σπίτι του, το τσίρκο του και ο τάφος του. 
Ο Homo megapolitan λειτουργεί ως αναπόσπαστο μέρος του συνόλου των ομοίων του, και ως αναπόσπαστο μέρος της Μεγάπολης. Μία ζωντανή συλλογική οντότητα που κατοικεί μέσα σε μία τεχνητή συλλογική οντότητα. Το σύνολο των ανθρώπων είναι η σάρκα και η Μεγάπολη είναι το καβούκι της. Κυψέλη. Λόφος τερμιτών. Μαλάκιο και όστρακο. Μούμια και πυραμίδα.

Ο Homo megapolitan αφοδεύει μέσα στη Μεγάπολη. Η ίδια η Μεγάπολη αφοδεύει με το τιτάνιο αποχετευτικό της σύστημα, ένα λαβυρινθώδες μεταλλικό παχύ έντερο που μεταφέρει τις αφοδεύσεις της κάτω από τις επιφάνειες των δρόμων, προς την θάλασσα ή τους κολασμένους σκουπιδότοπους και βοθρότοπους ή τους τόπους βιολογικού καθαρισμού. Παντού από κάτω μας κυκλοφορούν σε μια αέναη ροή οι αφοδεύσεις μέσα στο παχύ έντερο της Μεγάπολης. Ο Homo megapolitan παράγει αμέτρητους τόνους σκουπιδιών: αποφάγια, συσκευασίες προϊόντων, χαρτί και πλαστικό, κι όλα τα ανομολόγητα πράγματα που προκύπτουν από την χρήση πάσης φύσεως καταναλωτικών προϊόντων. Από το διάστημα η Γη φαίνεται σαν ακατοίκητη, κανένα από τα επιτεύγματά μας δεν διακρίνεται από τόσο ψηλά, εκτός από δύο: το Σινικό Τείχος και ο πανύψηλος σκουπιδότοπος της Νέας Υόρκης...
Το συγκεντρωμένο πλήθος των Μεγαπόλεων καταναλώνει αμύθητες περιουσίες οξυγόνου, νερού και τροφής. Καθημερινά χάνει αμέτρητα τρισεκατομμύρια κύτταρα από το συλλογικό σώμα του (μια διαρροή κυττάρων από όλα τα σώματα όλων των ανθρώπων), τα οποία επικαλύπτουν σαν αόρατη κρούστα τους τόπους της Μεγάπολης, έτσι ώστε αυτή να αποκτά ένα συλλογικό ανάμεικτο κυτταρικό σώμα. 
Καθημερινά χάνει αμέτρητα τρισεκατομμύρια τρίχες, που συσσωρεύονται στην Μεγάπολη, νύχια, κύτταρα, σωματικά υγρά, δάκρυα, σάλιο, ιδρώτα, σπέρμα, πλακούντα, κερί, λίπος, λάδι, τερηδόνα, αίμα, βλέννα, οξέα, σκόνη, εκατοντάδες, χιλιάδες, εκατομμύρια σώματα χάνουν συνέχεια τον εαυτό τους ίντσα προς ίντσα μέσα στην Μεγάπολη, κι η Μεγάπολη τα απορροφά όλα αυτά, τα αφομοιώνει, αποκτά σάρκα, αποκτά σώμα για να ενδυθεί, εξανθρωπίζεται και τερατοποιείται.
Η Μεγάπολη είναι γεμάτη μικρόβια, βακτήρια, ιούς, μικροοργανισμούς που συντηρούνται και μεταδίδονται από το πλήθος που την κατοικεί. 
Αέρια, καυσαέρια, νεκρές ύλες, μέταλλα, μούχλα, σαπίλα, πτώματα, πετρώματα, ακτινοβολίες, συχνότητες, υπέρηχοι και υπόηχοι, ηλεκτρομαγνητικά πεδία, χημικές ουσίες, αναρίθμητα ακατονόμαστα πράγματα συσσωρεύονται από το πλήθος στην Μεγάπολη και από την Μεγάπολη στο πλήθος. 
Έτσι, ο πληθυσμός της πόλης είναι μια αόριστη μάζα, ενσωματωμένη στην πόλη, άνθρωποι και πόλη είναι μια οντότητα ανακατωμένη, τιτάνια, τερατόμορφη, αόρατη, μια ενιαία μάζα, αφομοιωμένη στον εαυτό της ξανά και ξανά, μέσα από ανεξιχνίαστες διαδικασίες.
...Κι ο πληθυσμός υπακούει στους ίδιους νόμους της ίδιας καθημερινότητας, κοινής και αναπόφευκτης για όλους: δουλεύει και σχολάει την ίδια ώρα, ψυχαγωγείται μαζικά στα δεδομένα και προδιαγεγραμμένα μέρη, με τους ίδιους τρόπους, φεύγει και επιστρέφει στην πόλη τις ίδιες μέρες και τις ίδιες εποχές, περιμένει στα φανάρια, ιδρώνει στα αυτοκίνητα, αγοράζει τα ίδια προϊόντα, έχει τις ίδιες αγωνίες, τις ίδιες ανάγκες, βλέπει τα ίδια τηλεοπτικά κανάλια, κάνει τις ίδιες σκέψεις...
Οι Homines megapolitans ζουν ο ένας πάνω στον άλλον, ο ένας δίπλα στον άλλον, ο ένας κάτω από τον άλλον, ακούνε συνέχεια ο ένας τον άλλον, μιλάνε συνέχεια ο ένας στον άλλον, ασχολούνται συνέχεια ο ένας με τον άλλον, ζηλεύουν και μισούν ο ένας τον άλλον, πουλάνε και αγοράζουν, κοιμούνται όλοι μαζί και ξυπνούν όλοι μαζί, τρομάζουν όλοι μαζί και χαίρονται όλοι μαζί. Ιδρώνουν όλοι μαζί ποτάμια ιδρώτα που κυλούν στους δρόμους όταν κάνει ζέστη, κι όταν κάνει κρύο οι ανάσες τους και τα χνώτα τους επηρεάζουν τα σύννεφα, δημιουργούν μικροκλίμα στους δρόμους της πόλης, όταν βρέχει τότε τα κτίρια ιδρώνουν το νερό πάνω στο πλήθος, το πλήθος κουβαλά πάνω του την πόλη σε υγρή μορφή, η πόλη στεγνώνει μέσα στα σπίτια τους, σκουπίζουν τα σπίτια τους και η σκόνη επιστρέφει στους δρόμους της πόλης, στα κτίρια, στα παράθυρα, στα σπίτια.

Η Μεγάπολη είναι ζωντανή. Είναι μια ζωντανή οντότητα. Εξαιτίας του πληθυσμού της είναι ζωντανή. Κι ο πληθυσμός της είναι μεταλλαγμένος.
Αυτή η οντότητα κι αυτός ο πληθυσμός, μπορεί να παρατηρηθεί, να παρακολουθηθεί, να οδηγήσει σε στατιστικά συμπεράσματα, σε επεμβάσεις, σε ροές, σε έλεγχο. Η Μεγάπολη είναι ο ξενιστής, ο Homo megapolitan είναι το παράσιτο. Όλα αυτά είναι ένα σύστημα, ένας πολυσύνθετος βιότοπος, που μπορεί να μελετηθεί. Είναι ένα σύστημα ανοικτό σε παρατήρηση και πειραματισμούς, ιδέες και concepts, σημειολογία και μεθοδολογίες επέμβασης.
Μια «Αστυμαγεία» (δικός μου όρος που επινόησα το 1999-2000 στο βιβλίο μου "Megapolisomancy: Τα Μυστήρια των Πόλεων"), μια «Πολιτειουργία», ένα Megapolisomancy είναι εφικτό, είναι δυνατό. Είναι εφικτό μόνο και μόνο γιατί το πλήθος και η πόλη είναι μια ζωντανή, ενιαία, αλληλεπιδραστική, interactive οντότητα.

Η μεγαλούπολη μπορεί να ιδωθεί ως ένα ανεξέλεγκτο μεταφυσικό τιτάνιο τέρας που υλοποιείται σταδιακά στο γήινο πεδίο για να καταστρέψει την Φύση και να την αντικαταστήσει με τεχνητή Φύση... 
Αλλά η μεγαλούπολη μπορεί να ιδωθεί και ως μαγική, υπέροχη και τρομακτική, περιπετειώδης και μυστική, ανεξερεύνητη και άγνωστη. Μια λαβυρινθώδης terra incognita γεμάτη μυστικά. Ναι, ίσως η Μεγάπολη να είναι η μοντέρνα κόλαση, αλλά είναι μια περιπετειώδης κόλαση, πλημμυρισμένη από μυστήρια. Το μεγαλύτερο από αυτά τα μυστήρια είναι το ότι ο νούς ίσως να μπορεί να συνδεθεί –να δικτυωθεί– με την πόλη.
...Η ίδια η πόλη μπορεί να λειτουργήσει –με μια μαγική μεταφορά– σαν μια παραβολή του νου: ο νους και η πόλη μπορούν να συνεργαστούν και να γίνουν ένας μεγάλος νους, οι δυο υπέρτατες πολυπλοκότητες, η μικροκοσμική και η μακροκοσμική, η πολυπλοκότητα του πνεύματος εκφρασμένη μέσα από τις διεργασίες του νου, και η πολυπλοκότητα του σύμπαντος εκφρασμένη μέσα από τις διεργασίες της πόλης: και οι δύο εκφράσεις μπορούσαν να νιώσουν η μια την άλλη, να συνεργαστούν, να συμβεί μια αλληλοεπίδραση, μαγική, πρωτόγνωρη, παράλογη αλλά λειτουργική. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα μια αστική φώτιση. Θα μπορούσες να γίνεις ένας Urbanomancer Illuminatus!…
Θα καταλάβαινες και θα έβλεπες την Μεγάπολη με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο από τον τρόπο με τον οποίο έβλεπε την πόλη ο μέσος άνθρωπος. Ο μέσος άνθρωπος δεν βλέπει την πόλη, βλέπει μόνο τον εαυτό του, τις προσωπικές του υποθέσεις και το περιβάλλον τους, βλέπει μονάχα τα πράγματα που τον αφορούν, ζει μέσα σε ένα μικρό συντονισμένο δίκτυο από συνήθειες και αυτοματισμούς. Για τον μέσο πολίτη, η πόλη δεν είναι παρά ένα σκηνικό, ένα θολό θεατρικό σκηνικό, ή κάποια από τα αδιάφορα και ασύνδετα κομμάτια ενός θολού θεατρικού σκηνικού, ανάμεσα στο οποίο ο πολίτης παίζει έναν ρόλο πρωταγωνιστώντας στο προσωπικό έργο του σαν υπνωτισμένος ηθοποιός...
Ο δικτυωμένος νούς, όμως, ατενίζει λεπτομερώς και κατανοεί την πολυπλοκότητα της πόλης, κοιτά γύρω του και καταλαβαίνει, βλέπει καθαρά την μεγάλη εικόνα, διάφανη και καθαρή σαν κρύσταλλο. Παρακολουθεί όλες τις μικρές λεπτομέρειες, οι σχέσεις και οι διασυνδέσεις τους τού φανερώνονται. Είτε καταλαβαίνει τον σύγχρονο κόσμο με όλες του τις κρυφές λεπτομέρειες, είτε δημιουργεί μέσα στον νού του έναν κόσμο με όλες τις λεπτομέρειες (αλήθεια, άραγε, υπάρχει καμιά διαφορά;). Ατενίζει τις πολυκατοικίες και καταλαβαίνει ότι πρόκειται για κυψέλες. Βλέπει τους δρόμους και καταλαβαίνει ότι είναι οι φλέβες και οι αρτηρίες ενός τιτάνιου οργανισμού. Περπατάει στο κέντρο της πόλης και ξέρει ότι βαδίζει μέσα στην καρδιά της, ακούει τους παλμούς της.
...Αγγίζει τους τοίχους ενός κτιρίου και καταλαβαίνει πόσο παλιό είναι, τι έχει περάσει μέσα στα χρόνια, νιώθει τις αγωνίες των ενοίκων του, τους ανθρώπους που έφυγαν και τους ανθρώπους που ήρθαν, και, αν είναι νεόκτιστο, νιώθει τα δομικά υλικά να σπαράζουν μέσα του αποζητώντας να απελευθερωθούν, και, αν το κτίσμα είναι παλιό, τα νιώθει να έχουν παραδεχθεί την ήττα τους, να βρίσκονται σε έναν αιώνιο λήθαργο, αλλά να εκπέμπουν και μια παράξενη σιωπηλή σοφία. Τα σπίτια τού μιλούν...
Μπορείς να δεις την πόλη όπως την βλέπει ένα περιστέρι ή μια νυχτερίδα, μπορείς να δεις μια καμινάδα σαν ένα παρατηρητήριο ή σαν μια ουράνια είσοδο του κτιρίου, ξέρεις να μυρίζει τις καμινάδες και να καταλαβαίνεις πράγματα για τους ενοίκους. ...Μπορείς να δεις την πόλη όπως τη βλέπει ένας άστεγος ζητιάνος, που, καθισμένος κάτω, κοιτά συνέχεια τα πεζοδρόμια καθώς ζητιανεύει, για να μην κοιτά τα βλέμματα των περαστικών, και μπορείς να διακρίνεις τις αποκαλυπτικές λεπτομέρειες πάνω στις πλάκες του πεζοδρομίου, μπορείς να ακολουθήσεις έτσι τα πιο αδιόρατα ίχνη, σαν ινδιάνος ανιχνευτής...
...Βλέπεις τα τυχαία καλλιτεχνήματα που σχηματίζονται πάνω στο σκηνικό της πόλης, έναν λεκέ πάνω σ’ έναν τοίχο που μοιάζει με χαμογελαστό ανθρώπινο πρόσωπο, τρεις βγαλμένους πλίνθους και μια μικρή λακκούβα κάτω στον δρόμο που σχηματίζουν ένα πρόσωπο που μορφάζει από τον πόνο, τα ρούχα μιας μπουγάδας που ανεμίζουν σαν πολεμικά λάβαρα, μπορείς να δεις, ω, τόσα μα τόσα πολλά. Το τζάμι της εισόδου ενός καθαριστήριου που καθρεφτίζει από απέναντι μια ομπρέλα, κι η αντανάκλαση μπερδεύεται με μια διαφημιστική αφίσα με το πρόσωπο μιας τραγουδίστριας με έντονο μέικ-απ, και με ένα κρεμασμένο σακάκι, και φτιάχνουν έναν Ασιάτη με κινέζικο καπέλο να στέκεται όρθιος πίσω από το τζάμι...




Εντοπίζεις τις χημικές ουσίες που πλανιούνται στην ατμόσφαιρα, τις αλλαγές στην ποιότητα του οξυγόνου, τις οσμές που όλοι τις μυρίζουν αλλά κανείς δεν ξέρει να τις αναγνωρίσει, τις αδιόρατες μεταλλάξεις των υλικών από τη μόλυνση της μεγαλούπολης. Aνιχνεύεις τις διαδρομές του γκαζιού, τα ίχνη των εργοστασίων και των βιοτεχνιών πάνω στα ρούχα των εργατών που γυρίζουν στο σπίτι τους από την δουλειά. Καταλαβαίνεις ότι ένα κτίριο είναι ο ξενιστής των ανθρώπων-ιών που λειτουργούν ζημιογόνα μέσα του και το καταστρέφουν σιγά-σιγά. Βλέπεις τους ιούς της γρίπης να εκσφενδονίζονται από ένα στόμα καθώς βήχει μέσα στο κουρείο και να κολλάνε πάνω στα βλέφαρα ενός πελάτη, βλέπεις και τα σκουπίδια του κουρείου στην πίσω αυλή, γεμάτα από τα κομμένα μαλλιά πενήντα-εκατό ανθρώπων, τρίχες όλων των χρωμάτων που θα παρασυρθούν από τον αέρα και θα γίνουν ένα με την πόλη ταξιδεύοντας στους δρόμους, στα μπαλκόνια, στις σκεπές, στα λεωφορεία.
...Παρακολουθείς τις γάτες, τα αδέσποτα σκυλιά, βγάζεις συμπεράσματα ανακαλύπτοντας τα στέκια τους, τις καθημερινές διαδρομές τους, τις αυθόρμητες κρυψώνες τους, τους φόβους τους, την χαρά τους, τις έχθρες τους, τους τρόπους με τους οποίους βρίσκουν την αμφίβολη τροφή τους και τα μέρη που συνήθως την ανακαλύπτουν, τα μέρη που αποφεύγουν και τα μέρη που συμπαθούν, τις ανεξήγητες ανησυχίες τους, τους ανθρώπους που συμπαθούν και τους τύπους των ανθρώπων που αντιπαθούν, τα σημεία που διαλέγουν για να κοιμηθούν. Κι όλα αυτά υπακούνε σε νομοτέλειες που έχουν να κάνουν με την κρυφή τάξη της πόλης, που τα αστικά ζώα την καταλαβαίνουν όπως τα άγρια ζώα καταλαβαίνουν και ακολουθούν τους νόμους του δάσους ή της ζούγκλας...
Βλέπεις τις τελετές της πόλης, τα παράξενα καθημερινά τελετουργικά τυπικά, την πόλη που καθαρίζεται ρυθμικά από τις σκούπες των οδοκαθαριστών την αυγή, την πόλη που ξυπνά με ξυπνητήρια κι έπειτα σέρνει παντόφλες, κι έπειτα καταναλώνει νερό από τους σωλήνες, κι έπειτα ντύνεται με όλα τα χρώματα, κι έπειτα οι πόρτες ανοίγουν, τα αυτοκίνητα παντού, τα λεωφορεία σταματούν, γεμίζουν, αγκομαχούν κι απομακρύνονται, κουδούνια χτυπούν σε τακτά χρονικά διαστήματα, πόρτες τρίζουν, τακούνια χτυπούν στους δρόμους, κάθε φορά με τον ίδιο τρόπο, τινάχτρες χτυπούν τα χαλιά που κρέμονται στα μπαλκόνια, καρδιές χτυπούν, μπουγάδες ανεμίζουν βορειοανατολικά, καμινάδες που στέλνουν μηνύματα με σήματα καπνού προς άγνωστο παραλήπτη.

Κι όταν αρχίζει να νυχτώνει, μπορείς να καθίσεις σε μια ψηλή ταράτσα και να δεις την τελετουργία των φώτων: τα βλέπεις να ανάβουν ένα-ένα σε μια συγκεκριμένη περιοχή, να μεταδίδονται σαν φωταγωγική επιδημία, σχεδόν μπορείς να ξέρεις από πού θα ξεκινήσουν και προς τα πού θα συνεχίσουν, συνήθως μία περιοχή ανάβει πάντα πρώτη. 
Σιγά-σιγά «η πόλη πέφτει μέσα στη νύχτα», το βλέπεις, δεν «πέφτει η νύχτα μέσα στην πόλη», η πόλη βυθίζεται στο σκοτάδι, και στην πτώση της ανάβει φώτα για να φωτίσει τους σκοτεινούς βυθούς. Οι άνθρωποι βαδίζουν αργά στους δρόμους και παραμερίζουν το σκοτάδι, το σπρώχνουν με τον όγκο τους, σαν να βαδίζουν κόντρα στον άνεμο, χωρίς να το καταλαβαίνουν.
Ακούς την πόλη. Μπορείς να ακούσεις την ανάσα της, την εισπνοή της και την εκπνοή της. Όταν εισπνέει οι άνθρωποι νιώθουν για λίγο άσχημα, κι όταν εκπνέει όλοι νιώθουν για λίγο όμορφα. 
Οι μικροί θόρυβοι της πόλης ενώνονται σε ένα τιτάνιο ψιθύρισμα, ένα απόμακρο μουρμουρητό που δεν άκουγε σχεδόν κανείς επειδή το κάλυπτε κάποιος κοντινός θόρυβος, αλλά εσύ μπορείς να το ακούς πίσω από τους ήχους, να έρχεται από μακριά, από παντού, να ταλαντώνεται σαν μια αρμονική στην χορδή μιας κιθάρας: μπορείς να ακούς τις αλλαγές στην ταλάντωση, να παρατηρείς την αρμονική να αλλάζει, και να παρατηρείς τι συμβαίνει γύρω σου όταν η αρμονική της πόλης αλλάζει...
Οι φωνές, όλες μαζί, τα γέλια, τα κλάματα, τα τραγούδια, οι συζητήσεις, οι καβγάδες, οι αναστεναγμοί, όλες οι φωνές προορισμένες να ταξιδέψουν στον αέρα και να ενωθούν μεταξύ τους, να συλλαβίσουν τη φωνή της μεγαλούπολης, που αλλάζει ανάλογα με τις ώρες της ημέρας, τα ακούσματα μπορούν να λειτουργήσουν ως ρολόι...


Η κάθε περιοχή της Μεγάπολης έχει μια ενεργειακή προσωπικότητα, μία δονητική πραγματικότητα, ξεχωριστή από όλες τις άλλες. Αντίστοιχα, κάθε πόλη έχει μία ευκρινή συνολική προσωπικότητα που την χρωματίζει και την δονεί. Αν κάποιος προσελκύεται, μαγνητίζεται, νιώθει μία έλξη προς μία συγκεκριμένη πόλη, μία «συμπάθεια», αυτό πρέπει να σημαίνει ότι συντονίζεται με την ενέργεια της πόλης εκείνης. Σε κάποιο ανώτερο επίπεδο συνείδησης, καταλαβαίνει ότι έχει να μάθει πολλά από αυτήν την πόλη. 
Η πείρα μου μ’ έχει διδάξει ότι οι άνθρωποι είτε ελκύονται από το γνώριμο και το οικείο, είτε ελκύονται από εκείνο που θα επιθυμούσαν να είναι αλλά δεν είναι, από εκείνο που θα ήθελαν να γίνουν. Η έλξη αυτή μπορεί να καταλήξει σε μία πράξη μεταμόρφωσης. Ελπίζεις να αλλάξεις, με το να προσεγγίσεις όσο πιο κοντά μπορείς και να αγκαλιάσεις εκείνο το πράγμα το οποίο δεν είσαι. Αλλαγή μέσω του συνειρμού, της σύνδεσης, της σχέσης, της αντιστοιχίας....  
Συχνά μία πόλη μεταμορφώνει έναν άνθρωπο, που την προσέγγισε γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Πολλοί άνθρωποι ουσιαστικά πηγαίνουν στην μεγαλούπολη για να κερδίσουν αυτοπεποίθηση, αυτοέλεγχο και προσωπική δύναμη, και για να αυξήσουν την αίσθηση της προσωπικής τους ταυτότητας και της ανεξαρτησίας τους. Συχνά το πετυχαίνουν αυτό απλώς με το να βαδίζουν στους δρόμους. Αν τα καταφέρουν εκεί, θα τα καταφέρουν οπουδήποτε. Αν ανακαλύψουν τάξη μέσα στο χάος της μεγαλούπολης, με τον ίδιο τρόπο θα βάλουν σε τάξη και τον εαυτό τους…

Οι πόλεις, όμως, κρύβουν παγίδες. Συχνά συμβαίνει τελικά να βρεθεί κάποιος παγιδευμένος σε μια περιοχή της πόλης, να μην μπορεί να ξεκολλήσει από εκεί όσο κι αν προσπαθεί. Συχνά συμβαίνει να κατοικεί κάποιος σε μια τέτοια παγίδα. Η φασματική πλευρά της συγκεκριμένης περιοχής έχει συλλάβει το ενεργειακό του φάσμα και προσπαθεί να το αφομοιώσει. Το ίδιο το διαμέρισμα ή το κτίριο στο οποίο ζει, γίνεται ένα τεράστιο φασματικό αυγό το οποίο εκτρέφει καθημερινά το υβρίδιο που το ενοικεί, ώσπου η διαδικασία να ολοκληρωθεί. Ο άνθρωπος έχει αφομοιωθεί από την περιοχή-παγίδα, αυτή πλέον χαρακτηρίζει απόλυτα την προσωπικότητά του, συχνά ακόμη και την εξωτερική του εμφάνιση. Αυτός είναι ο λόγος που, μερικές φορές, όταν συναντούμε έναν άνθρωπο καταλαβαίνουμε αμέσως σε ποια περιοχή της πόλης μένει. Έχει μεταμορφωθεί σε αντιπροσωπευτικό δείγμα της περιοχής...



Τα κτίρια είναι σαν φυτά και η πόλη είναι σαν τσιμεντένιος κήπος ή σαν τιτάνιο απολιθωμένο δάσος. Τα κτίρια αναπνέουν θερμότητα και υγρασία. Κατά την διάρκεια της ημέρας εισπνέουν θερμότητα και υγρασία, και κατά την διάρκεια της νύχτας εκπνέουν –εκπέμπουν– θερμότητα και υγρασία. Όταν αυτό συμβαίνει αντίστροφα, αυτό σημαίνει ότι τα συγκεκριμένα κτίρια έχουν «αναπνευστικά προβλήματα» και αυτό αποδεικνύεται πολύ αρνητικό για τους ενοίκους τους, οι οποίοι παρουσιάζουν ζαλάδες, πονοκεφάλους, πόνους στα κόκαλα, στην μέση και στην πλάτη, ή αποκτούν και οι ίδιοι αναπνευστικά προβλήματα. Η πόλη ολόκληρη έχει τον δικό της μεταβολισμό. 

Ο αστικός αυτός μεταβολισμός εκφράζεται με ηλεκτρομαγνητικά ρεύματα που διατρέχουν τους δρόμους της πόλης, ακολουθώντας τα πολεοδομικά κανάλια ενέργειας που εγκλωβίζουν αυτά τα ρεύματα σε συγκεκριμένες επαναλαμβανόμενες ροές. Αυτό, σε συγκεκριμένες αστικές περιοχές, δημιουργεί κυκλώματα και βραχυκυκλώματα. Εκεί, μία μαγνητική πυξίδα παρουσιάζει ευκρινείς αποκλίσεις και η δύναμη της βαρύτητας είναι παραδόξως ελάχιστα αυξημένη, κάτι που μειώνει την ενεργειακή κινητικότητα...
...Τα κτίρια είναι σαν δόντια ριζωμένα πάνω στα ούλα του εδάφους, φυτρώνουν σε οδοντοστοιχίες μέσα στο στόμα της πόλης, και τα κτίρια είναι δυνατόν να πάσχουν από ένα είδος ενεργειακής τερηδόνας. Αυτό εμφανίζεται με σημάδια σήψης και με εκπομπές ακτινοβολιών που εκλαμβάνουν από την ατμόσφαιρα και τις αποδίδουν πάλι στην ατμόσφαιρα κατά την διάρκεια της νύχτας…

Κυνηγώντας φαντάσματα στους δρόμους τις νύχτες, στα σοκάκια, μέσα στις στοές των υπόγειων εγκαταστάσεων του μετρό και σε εγκαταλειμμένα εργοστάσια, σε σκεπές, σε φωταγωγούς, σε σκοτεινές πρασιές κι ακάλυπτους, σε εγκαταλειμμένα οικήματα, σε παλιά ψηλά σπίτια και σε ταράτσες κακόφημων συνοικιών, μπορείς να παρακολουθήσεις την εξέλιξη της «παρανοητικής» ζωής που στοιχειώνει αόρατη την Μεγάπολη: αεικίνητη, έρπουσα, ιπτάμενη, πανταχού παρούσα…




Οι ανυπολόγιστα τεράστιες ποσότητες μετάλλων, χημικών μειγμάτων και χαρτιού που αφομοιώνονται στις μεγάλες πόλεις. Οι απίστευτες ποσότητες κηροζίνης και πετρελαίου και φυσικών αερίων, οι καύσεις, τα αέναα ρεύματα του ηλεκτρισμού που τρέχουν σε αμέτρητες χιλιάδες μέτρα καλωδίων, οι αναρίθμητοι τόνοι δεξαμενών χημικών ουσιών, οι τιτάνιες ποσότητες σιδήρου και ατσαλιού στους ουρανοξύστες και στις πολυκατοικίες, οι ατέλειωτοι όγκοι χαρτιού που ξοδεύονται για κυβερνητικά αρχεία και για τη δημοσιογραφία, οι διαφημίσεις, τα ανυπολόγιστα κολασμένα νέφη σουλφουρικού οξέως που παράγονται από την κατασκευή του ατσαλιού, ο κονιορτός των τσιμέντων. Η θερμότητα των συσκευών και των μηχανημάτων και των κτιρίων και των ανθρώπων, οι δονήσεις του τσιμέντου και του σιδήρου, οι χυμοί των εξατμίσεων, τα υγρά των μπαταριών, οι αναταραχές των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων της ατμόσφαιρας από τα εκατομμύρια χιλιόμετρα ηλεκτρικών καλωδίων που μας κυκλώνουν από παντού… 
Όλα αυτά, μαζί με την διαρροή των ανθρώπινων κυττάρων και των σωματικών υγρών, τις τρίχες, την σκόνη, την μούχλα, την υγρασία, τις αφοδεύσεις, τα σκουπίδια και τους ατμούς τους, τα πτώματα των μικρών ζώων, τις τηλεοπτικές εκπομπές στην ατμόσφαιρα, τις ακτινοβολίες των πομπών κάθε είδους και των δεκτών κάθε είδους, τα ραδιοκύματα, τα μικροκύματα...
Όλα αυτά, μαζί με την διαρροή ενέργειας από τα σώματα των ανθρώπων λόγω του φόβου τους, την βρωμιά των σωμάτων, τις μολυσμένες αύρες και την βραχυκυκλωμένη βιοενέργεια, μαζί με τους εφιάλτες που βλέπουν τα εκατομμύρια των ανθρώπων τις νύχτες, τις αναθυμιάσεις τού αλκοόλ και των τσιγάρων και τις παραισθήσεις των ναρκωτικών, τα οράματα των ψυχοπαθών, τις υλοποιημένες φαντασιώσεις των θρησκόληπτων, την διαρρέουσα σεξουαλική ενέργεια, τα έντονα μίση και την αλαζονεία και την ματαιοδοξία και την μισαλλοδοξία, τις ασφυκτιούσες ανικανοποίητες καταναλωτικές επιθυμίες... Τον στατικό ηλεκτρισμό, τις δονήσεις όλων των μυριάδων θορύβων, τα τιτάνια κύματα πόνου και θλίψης και απελπισίας και άγχους από εκατομμύρια ανθρώπους… 
Ποιες είναι οι ψυχολογικές και πνευματικές συνέπειες όλων αυτών των απειλητικών πραγμάτων που αφομοιώνονται στις μεγαλουπόλεις; Ποια είναι τα συμπτώματά τους;

Αποκαλώ αυτά τα ανεπιθύμητα πνευματικά συμπτώματα: Παρα-νοητικές Δυνάμεις («Paramental Forces»), οι αόρατες συγκεντρώσεις των οποίων δημιουργούν Παρα-νοητικές Οντότητες («Paramental Entities»).











Όλα αυτά τα ακατονόμαστα πράγματα που αφομοιώνονται και κυκλοφορούν και συγκεντρώνονται και αλληλεπιδρούν στις μεγαλουπόλεις, σαν μέσα σε μία θάλασσα που σφύζει από τυχαία ζωή, όλα αυτά και ακόμη περισσότερα, όλο και πιο ακατονόμαστα, σχηματίζουν μια τεράστια αλυσιδωτή αντίδραση με συγκεκριμένες επιδράσεις στο αιθερικό πεδίο, οι οποίες ενώνονται με τις «δυνάμεις της νοητικής πληροφορίας»: σχηματίζουν «ηλεκτρο-χημικο-σκεπτομορφικά» πεδία που δημιουργούν «αυτοματικές οντότητες», 
(κάτι σαν φασματικές δυναμικές σκεπτομορφές ή ηλεκτρομαγνητικά φαντάσματα. Επίσης, ενεργειακές οντότητες, τεχνητά δημιουργημένες, που στοιχειώνουν τους χώρους από τους οποίους μπορούν να συντηρηθούν).

Ως «δυνάμεις νοητικής πληροφορίας» νοούνται οι φόβοι του πληθυσμού (π.χ. οι έμμονοι φόβοι για πιθανούς εγκληματίες που καραδοκούν στο σκοτάδι των διαδρόμων και των δρόμων, που προέρχονται κυρίως από τα μέσα ενημέρωσης με τις συνεχείς ειδήσεις περί εγκλημάτων στις πόλεις), τα εφιαλτικά όνειρα, το συγκεντρωμένο πένθος των συγγενών των νεκρών που πεθαίνουν σχεδόν μαζικά κάθε εβδομάδα στην μεγαλούπολη, οι αρνητικές συγκεντρώσεις αιθερικών ατμοσφαιρών από τα νοσοκομεία, από τα δικαστήρια και τις φυλακές, το άγχος της εργασίας που όλο και διογκώνεται, οι ανικανοποίητες σεξουαλικές επιθυμίες που ενισχύονται συνεχώς από τον κόσμο της πληροφορίας (π.χ. από τις διαφημίσεις και τα πορνό), από την συγκεντρωμένη οργή διαμαρτυριών, διαδηλώσεων, γηπέδων, μαζικών και προσωπικών συγκρούσεων, κλπ, κλπ…

Οι Paramental οντότητες που δημιουργούνται από τις χημικές και ηλεκτρικές ενώσεις, την κάθε είδους μόλυνση και φθορά των υλικών, και από τις δυνάμεις νοητικής πληροφορίας, κατοικούν παντού, εισχωρούν παντού, είναι ικανές για όλα, κινούνται συνήθως μέσα στη νύχτα όταν η καθημερινή πραγματικότητα γίνεται πιο ρευστή και ασαφής. Η δράση τους περιλαμβάνει αμέτρητες απερίγραπτες καταστάσεις, ζουν όμως μόνο μέσα στις πόλεις, όπου συντηρούνται και τρέφονται με τους πιο απίστευτους τρόπους…
Έτσι, οι πολυκατοικίες και οι ασφυκτικές συγκεντρώσεις κτισμάτων στις μεγαλουπόλεις είναι νεκροπολιτειακοί τύμβοι, τερατόμορφα κάθετα φέρετρα της ζωντανής ανθρωπότητας, υψιτενείς σπηλαιώδεις κυψέλες, χώροι εκτροφής των χειρότερων Παρανοητικών Οντοτήτων…
Κτίρια πάνω σε κτίρια, Μεγαπόλεις πάνω σε Μεγαπόλεις, τερατόμορφες κατασκευές εξαιρετικής πολυπλοκότητας που τελικά κατασκευάζουν μεταλλαγμένους ανθρώπους, συγκεντρώνουν απρόβλεπτα τις δυνάμεις του σύμπαντος, κατακλύζουν τον κόσμο με ένα γιγάντιο συνονθύλευμα απορριφθέντων υλικών, το οποίο αναπαράγεται συνεχώς μέσα από τον εαυτό του, δημιουργώντας μεταλλαγμένη ζωή κάθε είδους και μορφής, απρόβλεπτης μορφής. 

Χρειαζόμαστε έναν Σκοτεινό Πυθαγόρα για να κατασκοπεύσει το κακό επίστρωμα των τερατοπόλεών μας και να κρυφακούσει τα παράφωνα βλάσφημα τραγούδια τους, με τον ίδιο τρόπο που ο Φωτεινός Πυθαγόρας κατασκόπευσε την δομή των ουράνιων σφαιρών και των κρυστάλλινων συμφωνιών τους, πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια…
(Για τον Σκοτεινό αυτόν Πυθαγόρα, πρωτότυπα, βλέπε το κεφάλαιο "Ο Μαύρος Πυθαγόρας", διήγημα μου 70 σελίδων, στο βιβλίο μου "Megapolisomancy: Τα Μυστήρια των Πόλεων" (2000, 2020))

Μπορούμε, ναι, μπορούμε να κατασκοπεύσουμε «...την παρανοημοσύνη αζωικής προέλευσης που δημιουργείται μέσα στις εξωτερικές και εσωτερικές κατασκευές μας, όντα πιο ύπουλα από την αράχνη και την νυφίτσα, που θα είναι οι αιώνιοι σύντροφοί μας μέσα στις πυραμίδες των μεγαλουπόλεων, όπου θα βρίσκονται αιθερικώς ταριχευμένοι οι αυτοματικοί σωσίες μας, στοιχειώνοντας για πάντα τους χώρους στους οποίους κάποτε κατοίκησαν…» (T. De Castries)

Κάτι μεταμορφώνει την πόλη σε ζωντανές οντότητες μέσω αλληλεπιδράσεων και αόρατων σχέσεων με τον κόσμο του υπερφυσικού, και κανείς δεν μπορεί να χαρτογραφήσει τα αόρατα μονοπάτια που ακολουθούν αυτές οι οντότητες ανάμεσά μας. Παρ’ όλα αυτά, έχουν συγκεκριμένη τυπολογία και πολυμορφική ανατομία, αλλά δεν μπορεί να συζητήσει κανείς δημόσια για τους τύπους τους, σκορπώντας τον πανικό στον ευαίσθητο νού, δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερη Παρανοημοσύνη…
Μέσα από τα ενεργειακά Ρήγματα στην πολεοδομία των μεγαλουπόλεων, κάτι από Αλλού εισχωρεί σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές στο πεδίο μας, όντα που έχουν την δυνατότητα να αλλάζουν μορφές μέσα στην αστική ερημική νύχτα. 
(Στα πλαίσια του "Cosmοpolis Project", στις Urbanomancy επιχειρήσεις αστικού πεδίου, ονόμασα αυτές τις οντότητες "Ξενομορφιστές"...)

Η μεγαλούπολη, την νύχτα, μετατρέπεται σε ένα εφιαλτικό όργιο σκοτεινών μυστικών. Αυτό φαίνεται ότι είναι γνωστό ήδη από το 1859, όταν ο Τσαρλς Ντίκενς είχε γράψει το βιβλίο "A Tale of Two Cities" (Ιστορία των Δύο Πόλεων), όπου, εκτός από το γεγονός τού ότι σε πολλά σημεία υπονοεί την ύπαρξη μιας «αόρατης πόλης μέσα στην πόλη», υπάρχει μια σκηνή στην οποία «η πόλη μετασχηματίζεται στο ίδιο το μυστήριο του τρόμου» («a city translated into the very mystery of terror»). Ο Ντίκενς περιγράφει κάτι σαφέστατα «παρανοητικό» που μαγεύει μια ολόκληρη πόλη την νύχτα, την καθιστά μαγική και αλλαγμένη, σημειώνοντας ότι «...το Λονδίνο την νύχτα είναι ένα πανηγύρι σκοτεινών μυστικών» («London by night is a celebration of dark secrets»). (Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο πάνω στο ζήτημα, από τον Peter Conrad, έναν ικανότατο κριτικό τού Ντίκενς, υπάρχει στον τόμο "Everyman History of English Literature", 471, 1985).
...Με την παρουσία των παρανοητικών οντοτήτων που κυκλοφορούν αθέατες μέσα στο ημίφως της πόλης, ο φόβος βαδίζει τη νύχτα δίπλα μας... Μου έρχεται στον νού εκείνο το ανησυχητικό έργο του εκκεντρικού Λονδρέζου βιβλιοπώλη Elkin Mathews, "Fear Walks the Night" (Ο Φόβος Βαδίζει τη Νύχτα, 1885), (ένας εξαίσιος τίτλος τον οποίο αργότερα «δανείστηκε» για μια συλλογή διηγημάτων του ο Fredrick Cowles, και όχι μόνο), στις σελίδες του οποίου «σκιαγραφείται» (κυριολεκτικά) η νυχτερινή τοπολογία του φόβου μέσα στην πόλη, καθώς και κρυφά σημεία της πόλης που συγκεκριμένες στιγμές της νύχτας λειτουργούν ως πύλες από τις οποίες μπορεί η σκέψη σου (;) να περάσει μέσα στα όνειρα των ανθρώπων τής εκάστοτε περιοχής και να τα μετασχηματίσει σε εφιάλτες...

Η Παρανοημοσύνη, δημιουργημένη και ανεξαρτοποιημένη μέσα στο χάος της Μεγάπολης, παρακολουθεί σιωπηλά, αναζητά ξενιστές, εφορμάει διστακτικά, έπειτα απότομα, χωρίς να αφήνει ορατά ίχνη. 
Αιθερικά πλοκάμια που εισβάλλουν στο δωμάτιο από τα ανοιχτά νυχτερινά παράθυρα, όταν εσύ κοιμάσαι. Πληροφορίες που ταξιδεύουν στους σωλήνες της ύδρευσης, σκιές που καραδοκούν στα σοκάκια, φασματικά ακριδωτά άλογα, σκιόμορφοι νάνοι, μικρές τοπικές ηλεκτρομαγνητικές καταιγίδες.  
Ένας βόμβος, μια τιτάνια φασματική αμοιβάδα, μια ηλεκτρομαγνητική νυχτερίδα, μια κυματίζουσα αιωρούμενη διάφανη μέδουσα,  έτοιμη να προσκοληθεί στον ξενιστή της. 
Ένα ψυχασθενικό κράνος που κρέμεται αόρατο αλλά έτοιμο να φορεθεί, μια ιπτάμενη αιθερική αφρικάνικη μάσκα, οι Παρανοητικές Οντότητες, οι Ξενομορφιστές, οι ανόργανοι εχθροί που είναι παντού και πουθενά…




 (C) Παντελής Β. Γιαννουλάκης




Διαβάστε το βιβλίο 
"MEGAPOLISOMANCY: ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ" 
(Παντελής Γιαννουλάκης)
σε Νέα Συλλεκτική Αναθεωρημένη Έκδοση, 
περιορισμένων αντιτύπων, 
από το "Αόρατο Κολλέγιο" 
--ORDER ON LINE  >





 

Στην φωτό : To Ελληνιστικό Kapilikaya Rock, στην Ιωνία.
(Στην Πύλη υπάρχει η επιγραφή "ΙΚΕΖΙΟΣ")


ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΣΠΗΛΑΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Εκπομπή από τον Μυστικό Διαστημικό Σταθμό (radio Albedo14),
Φεβρουάριος 2021 : ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΣΠΗΛΑΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
(Ελληνική ΚΟΥΦΙΑ ΓΗ)

Audio file Uploaded στο Internet Archive (Archive.org)
Παντελής Β. Γιαννουλάκης
>>




V. 

 


THE REAL NEW WORLD ORDER


Video από τον Μυστικό Διαστημικό Σταθμό (radio Albedo14),
Εκπομπή 2 Μαρτίου 2021 : THE REAL NEW WORLD ORDER 
Παντελής Β. Γιαννουλάκης
>>























 


ΑΟΡΑΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ

Α' Μέρος

Παντελής Β. Γιαννουλάκης

Φεβρουάριος 2021


The Bookhouse Boys 
Η έμπνευση ήταν από αυτόν τον τίτλο της μυστικής λέσχης (ή αδελφότητας) στην οποία κρυφά ανήκαν κάποιοι από τους ήρωες της τηλεοπτικής σειράς του David Lynch, “Twin Peaks”. Στην θρυλλική τηλεοπτική σειρά, δεν υπήρχε σχεδόν καμία περαιτέρω λεπτομέρεια πέρα από τον τίτλο “The Bookhouse Boys”. Ας πούμε, τα παιδιά –ή η παρέα– της βιβλιοθήκης.
Σκέφτηκα έτσι κάτι ανάλογο, το συνεννοηθήκαμε. Δεν απαιτούνταν καμία ιδιαίτερη μύηση ή γνώση για να συμμετέχεις. Φυσικά, έπρεπε να έχεις την αρχική διασύνδεση που σου εξασφάλιζε την συμμετοχή, αν κάποιος σε πρότεινε στους υπόλοιπους. Έπρεπε όμως να ακολουθήσεις κάποιους κανόνες.
Κάναμε το εξής: Συναντιόμασταν στην Βιβλιοθήκη. Μόνο εμείς ξέραμε. Κανείς άλλος δεν γνώριζε, είτε μέσα στην Βιβλιοθήκη είτε έξω από την Βιβλιοθήκη, ότι συναντιόμασταν εκεί όλοι μαζί για κάποιον ιδιαίτερο λόγο, ούτε ποιοι ήμασταν, ούτε πώς και γιατί. Δεν ξεχωρίζαμε σχεδόν σε τίποτε από τους υπόλοιπους ανθρώπους που βρισκόντουσαν στην Βιβλιοθήκη. (Αν και κάποιος βιβλιοθηκάριος είχε αρχίσει να υποψιάζεται κάτι...) Υπήρχε μία συμφωνημένη σειρά εισόδου. Πρώτα εσύ, μετά από λίγη ώρα εγώ, μετά από λίγη ώρα ο άλλος, κ.ο.κ..
Ο πρώτος που έμπαινε, διάλεγε ένα βιβλίο (η επιλογή γινόταν πάντα με ιδιαίτερο σκοπό και στοχευόμενα) και το άφηνε στο προσυμφωνημένο τραπέζι (υπήρχε ένας κανόνας για την επιλογή του τραπεζιού), για να το βρει ο επόμενος από εμάς, που θα ερχόταν. Έμπαινες, έπαιρνες μόνος σου από το τραπέζι το βιβλίο που είχε επιλεχθεί από τον πρώτο ειδικά για σένα, αλλά πριν καθήσεις κάπου και αρχίσεις να το διαβάζεις, επέλεγες πρώτα ένα βιβλίο για τον επόμενο και το άφηνες στο τραπέζι. Ο επόμενος έκανε το ίδιο και άφηνε ένα βιβλίο για τον επόμενο. Δεν μιλούσαμε μεταξύ μας, καθόμασταν σε διαφορετικά σημεία, διαβάζαμε τα βιβλία, κρατούσαμε σημειώσεις, επιλέγαμε αποσπάσματα που θα συζητούσαμε όλοι μαζί αργότερα, εκτός Βιβλιοθήκης.
Ο καθένας μας, στο τέλος, άφηνε ένα χαρτί με κάποιες ιδιαίτερες σημειώσεις γι’ αυτόν τον σκοπό, κρυμμένο στις σελίδες του, μέσα στο βιβλίο που διάβασε: και το άφηνε πίσω στα ράφια της βιβλιοθήκης, για να το βρει κάποιος άγνωστος που θα έπαιρνε αυτό το βιβλίο, κάποτε στο μέλλον, ίσως την επόμενη μέρα ίσως σε δέκα χρόνια... Στο κρυμμένο χαρτί αυτό, στο τέλος των αποκαλυπτικών σημειώσεων, γράφαμε προς τον άγνωστο παραλήπτη έναν αριθμό τηλεφώνου για να επικοινωνήσει μαζί μας. Συνήθως γινόταν και αυτός μέλος της μυστικής λέσχης.
Μαθαίναμε πάρα πολλά παράξενα πράγματα, αποκτούσαμε γνώσεις που δεν ήταν καθόλου αναμενόμενο να αποκτηθούν, και τις μοιραζόμασταν.
Δεν υπήρχε κανένα αρχικό μυστικό, το οποίο να διαφυλάττει ζηλότυπα η αδελφότητα μας. Τα μυστικά δημιουργούνταν καθ’ οδόν, με την πάροδο του χρόνου. 
 
 

Ου Αλλία
Ένα από τα πιο συναρπαστικά συνθηματικά ποιήματα δύο στίχων που ξέρω:
«When All Else Fails,
Try Wales.»
του Christopher Logue
(Ο τίτλος του: To A Friend in Search of Rural Seclusion)
Η Ουτοπία, Ου-Τοπία, ο όχι τόπος, ο μή τόπος, είναι ο τόπος που δεν υπάρχει, ή ο τόπος που δεν είναι τόπος.
Για μένα, είναι ένας τόπος που είναι...Αλλού.
Όχι Αλλού εδώ. Αλλού αλλού.
 


Ι.Μ.
Σύμφωνα με τον φωνητικό κώδικα, αυτός ο τίτλος συνθηματικά σημαίνει τα αρχικά αυτά όταν λέγονται φωναχτά. I Am.
Αλλά, από την άλλη, τα αρχικά αυτά σημαίνουν : Information Machine (I.M.)
Ανακάλυψα το “The Ultimate Machine” τού (Ιnformation Τheory) Claude Shannon, και χάρηκα πάρα πολύ με αυτό το κουτί...
 


The Phantom Alliance
...Δεν μπορώ να μιλήσω γι’ αυτό...
 
 

Ερμής ο Τρισμέγιστος
Τρισμέγιστος Παραλήπτης
ΠαρΑλληλοΓραφία
(Παραλληλόγραμμο)
Ο Τρίτος Παράλληλος
Τον 2ο αιώνα μ.Χ., στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ο νέο-Πυθαγόρειος φιλόσοφος Αρποκρατίων ο Αργείος αναζητούσε τα μυστικά της Αλχημείας, προσπαθώντας ταυτόχρονα να συγκεντρώσει όλα τα σχετικά κείμενα που είχαν γραφεί κατά καιρούς από τους Έλληνες σοφούς. Το κατάφερε και τα εξέδωσε στα Ελληνικά, την μυστική γλώσσα των «μυημένων». Σ’ αυτήν την καταγραμμένη κωδικοποίηση, ο Αρποκρατίων έδωσε το όνομα «Ερμής ο Τρισμέγιστος».
Η μυστική πεποίθηση πίσω από το παράξενο επίθετο, είναι ότι ο Ερμής δεν είναι απλά μέγιστος, για τους λόγους που είναι μέγιστος ένας θεός, τέλος πάντων, αλλά τρεις φορές μέγιστος, τρις μέγιστος, σε δύο ακόμη επιπρόσθετα επίπεδα, δηλαδή. Ένα μήνυμα (από τον θεό των μηνυμάτων) που έχει τρία επίπεδα κατανόησης. Κάτι που διαβάζεται με τρεις διαφορετικούς τρόπους ανάγνωσης και κατανόησης, σε τρία επίπεδα. Τρία σε ένα. Το πρώτο είναι για τους κοινούς θνητούς, το δεύτερο είναι για τους μυημένους, το τρίτο είναι για τους μύστες. Ανάλογα ποιον Μέγα Ερμή γνωρίζουν.
Καθώς ανεβαίνεις τα επίπεδα, παίρνοντας τα μηνύματα του Ερμή που βρίσκονται σε αυτά, ο Ερμής για σένα γίνεται όλο και πιο Μέγιστος... Όλο και πιο...θαυμαστός...
Από την άλλη, είναι 1) ο συγγραφέας που γράφει ένα μυστικό, 2) ο αναγνώστης που διαβάζει και καταλαβαίνει κάτι άλλο, 3) και ο αναγνώστης που διαβάζει και καταλαβαίνει...ανάμεσα από τις γραμμές, παράλληλα. Στο ίδιο κείμενο ή φράση. Παραλληλόγραμμα…
Οι Νεο-Πλατωνικοί υποστήριζαν ότι ο τίτλος «Ερμής ο Τρισμέγιστος» δόθηκε στο σεληνιακό θεό της Αιγύπτου, Θωθ, τον οποίο ταύτιζαν με τον Ελληνικό Ερμή.
Πολλοί μυστικιστές μελετητές απέδιδαν στον «συγγραφέα» «Ερμή τον Τρισμέγιστο» την συγγραφή πολλών αρχαίων ελληνικών κειμένων φιλοσοφίας, θεουργίας και Αλχημείας, θεωρώντας ότι ήταν κάποιος ανώνυμος μύστης που έγραφε με αυτό το παράξενο ψευδώνυμο.
Πολλά ιερατεία και αδελφότητες μέσα στους αιώνες υποστήριζαν ότι τα αλχημιστικά βιβλία με τον τίτλο «Ερμής ο Τρισμέγιστος», γράφηκαν «εξ αποκαλύψεως» του Ερμή (Θωθ), δηλαδή κάτι ανάλογο με τα «θεόπνευστα» κείμενα της Βίβλου. (Ο Χ. Λ. Μπόρχες τοποθετεί αυτά τα Ερμητικά κείμενα, μέσα στην «Βιβλιογραφία του Αγίου Πνεύματος»).
Το πιο πιθανό είναι ότι ο «Ερμής ο Τρισμέγιστος» αποτελεί κωδικό τίτλο για μυημένους, που δόθηκε σε συλλογή αποκαλυπτικών (ή συγκαλυμμένων, ανάλογα) αλχημιστικών κειμένων, αφού ο Ερμής ήταν ο προστάτης των μυστικών, των επιστημών, των τεχνών και των μορφωμένων ανθρώπων και λογίων. Και της Αλληλογραφίας. 
Αλλά και ο «Ψυχοπομπός», που σε οδηγεί στην Πύλη προς τους παράλληλους κόσμους...
 


Hallelujah
Αλληλούια
(Αλληλουχία)
Now, I've heard there was a secret chord
That David played, and it pleased the Lord
But you don't really care for music, do you?
It goes like this
The fourth, the fifth
The minor fall, the major lift
The baffled king composing Hallelujah...
 


Farnear
«Δεν μπορούσα να πιστέψω πως ήταν ποτέ δυνατόν να συμβούν τόσο παράξενα γεγονότα στην πραγματική καθημερινή ζωή, ή έστω πως υπήρχαν καν οι δυνατότητες για να δημιουργηθούν. Αλλά από τότε –και μέχρι πρόσφατα– έζησα τέτοιες εμπειρίες στην ζωή μου, που μ’ έκαναν ν’ αλλάξω τελείως γνώμη πάνω σ’ αυτό το θέμα. Από τότε και μετά, πείστηκα πως δεν υπάρχει τίποτε που να μην μπορεί να συμβεί πάνω σ’ αυτήν την Γη.
»Φίλοι μου, νομίζω πως ζούμε σ’ έναν κόσμο που περιβάλλεται από πολύ μεγάλο μυστήριο, και καθημερινά γίνονται πράγματα απίστευτα και εντυπωσιακά…»
Άρθουρ Μάχεν (από την αυτοβιογραφία του)
(Arthur Machen - Things Near and Far)
 


The Airy Tongues
(Οι Αέρινες Γλώσσες)
No one knows about
the existence of what Milton sublimely calls :
The airy tongues that syllable men's names,
On shores, in desert sands, and wildernesses.
 


Swimming With Piranhas
H ιδέα είναι το να κολυμπάς σε νερά μαζί με τα Πιράνχας.
Πρέπει να κολυμπάς ανεπαίσθητα.
Στην καθημερινή ζωή εκεί έξω, τα Πιράνχας είναι παντού γύρω σου.
Οι κινήσεις σου πρέπει να είναι πολύ ανεπαίσθητες, για να μην σε αντιληφθούν και ορμήξουν να σε κατασπαράξουν.
 


Black Dice
Μαύρα ζάρια. Τα ρίχνεις και δεν ξέρεις τι έφεραν...
 


Bad Anorak
Η λέξη Άνορακ ξέρουμε ότι σημαίνει το αδιάβροχο (και αντιανεμικό) πανωφόρι, με κουκούλα. (Φοριέται από το κεφάλι, δεν έχει φερμουάρ ή κουμπιά, και έχει και μια μεγάλη τσέπη καγκουρώ στο ύψος του στήθους. Ελαφρύ και ζεστό, μεταφέρεται και εύκολα στο σακκίδιο).
Η λέξη όμως προέρχεται από την φυλή των Εσκιμώων Annoraaq.
Κάθε λαός έχει τους καλούς του και τους κακούς του. Ο κακός Annoraaq.
Στην γλώσσα των Inuit απλά σημαίνει «ρούχα».
Το Δέρας. Αρχαιότατη είναι η αλληγορία ότι το σώμα είναι το ρούχο της ψυχής. («Δερμάτινοι χιτώνες»). Deros.
Η μυστική πεποίθηση πίσω από τον τίτλο είναι ότι μπορείς να ξεχωρίσεις τους κακούς από τα ρούχα τους.
 
https://www.youtube.com/watch?v=tyNuWCjc-bg


M. I.
Mission Impossible
(Περί Μυστικής Έμπνευσης)
“...Often a star
was waiting for you to notice it. A wave rolled toward you
out of the distant path, or as you walked
under an open window, a violin
yielded itself to your hearing. All this was mission.”
― Rainer Maria Rilke
 
 

Hall of Flame
Ωραίο λογοπαίγνιο με το Hall of Fame.
(Βλέπε π.χ. το RocknRoll Hall of Fame, ή των διαφόρων ομαδικών αθλημάτων)
Η φήμη σε καίει. Είτε το να είσαι πολύ «φημισμένος» (διασημότητα, δόξα), είτε το να υπάρχουν πολλές φήμες για σένα (κουτσομπολιό, συκοφαντίες).
Οι παλιοί έλεγαν «Καλύτερα να σου βγει το μάτι, παρά το όνομα». Όταν ήμουν μικρό αγόρι, είχα ρωτήσει τον παππού μου τι σήμαινε αυτό το παράξενο γνωμικό. Μου έλεγε ότι αν σου βγει το μάτι, διορθώνεται, ακόμη κι αυτό μπορεί να μπει ξανά στην αρχική θέση του. Αλλά αν σου βγει το όνομα για κάτι, τελείωσε, μετά αυτό δεν διορθώνεται.
Εγώ, λοιπόν, μην έχοντας καταλάβει την απάντησή του, σκεφτόμουν: Μα, πώς είναι δυνατόν να μου «βγεί» το Παντελής, και μετά να μην μπορεί να «ξαναμπεί»; Και...ποιά είναι η θέση του;...
Αργότερα, λίγο μεγαλύτερος, όταν είχα ακούσει για πρώτη φορά την λέξη «Αόματος», όταν κατάλαβα ότι δεν πρόκειται για κάτι παρόμοιο με το «Αυτόματος», κι ότι σημαίνει τυφλός, α-όματος, αυτός που δεν έχει μάτι, (ήταν στον ενικό, και σκεφτόμουν το ένα μάτι –κάτι σαν «μονόφθαλμος», όπως στο γνωμικό), αμέσως την συσχέτισα με το «Ανώνυμος». Αλλά και με το «Αόρατος», α-όρατος, αυτός που δεν βλέπει –μετά κατάλαβα ότι είναι αυτός που δεν τον βλέπεις.
(Όμως, αν η αορατότητα είναι η διαφάνεια, αν γίνεις αόρατος, δηλαδή διαφανής, θα γίνουν διαφανή και τα μάτια σου, και δεν θα βλέπεις, θα είσαι τυφλός. Αόρατος).
...Τέλος πάντων, όλα αυτά έχουν να κάνουν και με το...μάτιασμα. Το κακό μάτι.
Όταν σε βλέπουν πάρα πολλοί,«μπαίνεις στο μάτι» των άλλων. Σε «βάζουν στο μάτι». Σε στοχεύουν. Γίνεσαι στόχος. Εκτείθεσαι.
Καίγεσαι.
(Επίσης, η αρχαιότατη πεποίθηση ότι αν κάποιος γνωρίζει το όνομα σου, μπορεί να σου κάνει μάγια. Γι’ αυτό συνηθιζόταν σε πολλούς λαούς, ο καθένας να έχει ένα όνομα καθημερινής χρήσης, που δεν είναι το αληθινό του, και ένα αληθινό όνομα, ένα μυστικό όνομα, που δεν το γνωρίζουν οι άλλοι, ή που δεν το γνωρίζουν πολλοί. Αυτό οδήγησε, αργότερα, στις μυστικές αδελφότητες τα μέλη τους να έχει το καθένα τους ένα μυητικό όνομα, ένα μυστικό όνομα, γνωστό μόνο μέσα στα κλειστά πλαίσια της αδελφότητας, με το οποίο αποκαλείται).
Υπάρχει μία αντιδιαστολή, ανάμεσα στο «Ανώνυμος», κρύο, και στο «Επώνυμος», ζέστη...
(Επίσης, υπάρχει κάποιος που είναι δικαίως διάσημος και φημισμένος, και κάποιος που είναι αδίκως διάσημος και φημισμένος. Αλλά, υπάρχουν και οι δικαίως ή ματαίως φιλόδοξοι...)
…Θυμήθηκα τώρα, το υπόγειο της Μεγάλης Πυραμίδας της Γκίζα στο Κάιρο, (οι Πυραμίδες είναι και δείγματα της τιτάνιας ματαιοδοξίας των Φαραώ). Είναι κλειστό –και μυστικό– και απαγορεύεται η πρόσβαση. Το βαθύ υπόγειο αυτό επίπεδο της Μεγάλης Πυραμίδας, αποκαλείται «Η Αίθουσα της Αιώνιας Φλόγας», και το πέτρινο δάπεδο του είναι ολόκληρο λαξεμένο με μεγάλες προεξοχές, γλυπτές ως φλόγες. Ένα φλεγόμενο δάπεδο. Είναι απροσπέλαστο, δεν μπορείς να βαδίσεις πάνω στις μυτερές πέτρινες φλόγες...
Τέλος, όλα αυτά που γράφω εδώ, κατά μία ειδική οπτική και παιδεία, ολοφάνερα καταλήγουν στο έργο Vathek, του εκκεντρικού κροίσου και decadent συγγραφέα William Beckford.  Ο Χαλίφης Βάτεκ αναζητά όλα τα μυστικά του κόσμου και θέλει να αποκτήσει γνώσεις και υπερφυσικές δυνάμεις, και φυσικά όλη την δύναμη του κόσμου (ή έστω την δόξα του μάγου βασιλιά Σολομώντα). Σε όλο το βιβλίο περνάει τις πιο παράξενες περιπέτειες.  Είναι μια από τις πιο παράξενες ιστορίες που ξέρουμε. Στο τέλος του βιβλίου, αναζητώντας την πόλη των ονείρων, o Βάτεκ, με την ψυχή του μαύρη από τις φρικαλεότητες που έχει δει και έχει κάνει, φτάνει σε ένα έρημο βουνό. Η γη ανοίγει. Με τρόμο και ελπίδα, ο Βάτεκ κατεβαίνει στον Κάτω Κόσμο, όπου ανακαλύπτει ένα τιτάνιο (ίσως άπειρο) ανάκτορο. Μέσα στο παλάτι αυτό, ένα σιωπηλό πλήθος ανθρώπων που ούτε καν κοιτάει ο ένας τον άλλον, ο καθένας χαμένος στην σκέψη του, περιπλανιέται ατέρμονα στις εκπληκτικές αίθουσες του άπειρου ανακτόρου.
Αυτό είναι το υπόγειο «Παλάτι της Αιώνιας Φλόγας», που βρίθει από θαυμαστά πράγματα και μυστικά, αλλά επίσης είναι η Κόλαση. Είναι ένα φριχτό μέρος, με απερίγραπτες άπειρες αίθουσες και διαδρόμους, κι όποιος είναι εκεί καίγεται αιώνια μέσα στην καρδιά του. Ο Βάτεκ που ήθελε να κερδίσει την αιώνια δόξα και δύναμη, την βρήκε και βρέθηκε για πάντα στην Κόλαση.
 
 

 


 

Ζon Zen
(Zών Ζεν)
Ο μαθητής ρωτάει τον δάσκαλο του Ζεν:
-Δάσκαλε, τί συμβαίνει μετά τον θάνατο;
-Δεν ξέρω.
-Εννοείς ότι δεν υπάρχει θάνατος;
-Δεν ξέρω.
-Μα, εσύ πρέπει να ξέρεις, είσαι δάσκαλος του Ζεν.
-Ναι, αλλά δεν είμαι πεθαμένος δάσκαλος του Ζεν.



Dance of the Inhabitants of the Invisible City of Bladensburg
Είναι ο τίτλος ενός μουσικού κομματιού για κιθάρα. Το κομμάτι (1968) είναι του μεγάλου παράξενου κιθαρίστα και συνθέτη John Fahey (1939-2001).
Όταν, πριν πολλά χρόνια, είχα δει αυτόν τον τίτλο, με ενθουσίασε, κι ακόμη το κάνει. Χορός των Κατοίκων της Αόρατης Πόλης του Bladensburg.
Αν ήταν ο τίτλος μιας ιστορίας, ας πούμε, σχεδόν δεν θα χρειαζόταν να γράψεις την ιστορία. Γράφεις μόνο τον τίτλο και η φαντασία του αναγνώστη κάνει τα υπόλοιπα.
Αληθινά, συγγραφικά μπορείς να το κάνεις αυτό με έναν τίτλο, γνωρίζω πολλούς και μπορώ να φανταστώ πολλούς τέτοιους τίτλους. Να συγγράψεις μόνο τον τίτλο, και όχι την ιστορία, αλλά η ιστορία να είναι εκεί...
Αυτό το γεγονός υποδεικνύει και μια λογοτεχνική οικονομία. Φέρνω σαν παράδειγμα, σχεδόν τυχαία, τρεις τίτλους βιβλίων του Harlan Ellison, (φαντάζομαι εδώ ότι θα μπορούσε να μην έχει γράψει τα βιβλία, παρά μόνο τους τίτλους τους) :
I Have No Mouth, and I Must Scream” (Δεν Έχω Στόμα και Πρέπει να Ουρλιάξω: δεν έχει και τόσο σημασία τι ακριβώς θα ουρλιάξει).  
Sleepless Nights in the Procrustean Bed” (Άγρυπνες Νύχτες στο Κρεββάτι του Προκρούστη: δεν χρειάζεται και τόσο να αφηγηθεί πώς πέρασε αυτές τις νύχτες).
All the Lies That Are My Life” (Όλα τα Ψέμματα που Είναι η Ζωή Μου: τί σημασία έχει ποια είναι όλα αυτά τα ψέμματα;)
Εμφανίζεται έτσι και μία άλλη παραδοξότητα. Στον περίτεχνα υπολογισμένο στενό χώρο του τίτλου, κάθε λέξη έχει μεγάλη σημασία. Κάτι που, ενώ έτσι κι αλλιώς ισχύει κανονικά στην αληθινή λογοτεχνία, με αυτό το παιχνίδι του τίτλου γίνεται ιδιαίτερα φανερό:
Για παράδειγμα, σε αυτόν τον τίτλο του κομματιού του John Fahey, όπως ίσως κάποιος διακρίνει, δεν είναι το ίδιο να γράψεις «Ο Χορός των Κατοίκων της Αόρατης Πόλης» με το να γράψεις «Χορός των Κατοίκων της Αόρατης Πόλης». Το δεύτερο υποδεικνύει και μία δειγματοληψία (έχουν κι άλλους χορούς), το πρώτο όχι. Στο δεύτερο το έχεις διερευνήσει ο ίδιος, είσαι ειδικός σε αυτά, στο πρώτο μπορεί να σου το υπέδειξε κάποιος άλλος. Παραδόξως επίσης, το πρώτο έχει μια σιγουριά, ενώ το δεύτερο μια αοριστία.
Επιπλέον, πέρα από το αρχικό άρθρο, δεν είναι το ίδιο να γράψεις «Χορός των Κατοίκων μιας Αόρατης Πόλης», με το «Χορός των κατοίκων της Αόρατης Πόλης» –μα και έχει καθοριστική διαφορά  να γράψεις «Χορός των Κατοίκων της Αόρατης Πόλης του Bladensburg». Σημαίνει την γνωρίζεις αυτήν την πόλη, έχεις πάει εκεί ή την έχεις αντιληφθεί, γνωρίζεις πολλά περισσότερα γι’ αυτήν πέρα από τους χορούς των κατοίκων της. (Και τώρα θέλουμε πλέον να τα μάθουμε κι εμείς...)
Το κομμάτι είναι instrumental, κιθαριστικό. Και, αυτό, γενικά, μας δίνει μια άλλη διάσταση των τίτλων στην μουσική. Καμία μουσική δεν παραμένει ίδια, αν της δώσεις έναν άλλο τίτλο από αυτόν που έχει, χωρίς να αλλάξεις ούτε μία νότα! Αν το κάνεις αυτό, είναι μία άλλη μουσική.
(Για παράδειγμα, φανταστείτε, το φημισμένο μέρος της Ενάτης Συμφωνίας του Μπετόβεν –που θα το ψήφιζα ως την ωραιότερη μουσική που ακούστηκε ποτέ στην Ιστορία της Ανθρωπότητας– να μην είχε τον τίτλο “Ωδή στην Χαρά”! Αλλά να είχε π.χ. τον τίτλο “To Λερωμένο Μαντήλι της Εξαδέλφης Μου”…)
Λέμε «αυτή η μουσική έχει αυτόν τον τίτλο». Ενώ, αληθινά, θα πρέπει να λέμε «αυτός ο τίτλος έχει αυτήν την μουσική»...
(Θυμάμαι τώρα έναν ακόμη καταπληκτικό τίτλο μουσικού κομματιού του John Fahey:  “The Waltz That Carried Us Away and Then a Mosquito Came and Ate Up My Sweetheart”…)
Αυτό όμως που με εκπλήσσει και με ενθουσιάζει πάρα πολύ – πέρα από την λογοτεχνική ομορφιά του– στον τίτλο “Dance of the Inhabitants of the Invisible City of Bladensburg”, είναι το παράξενο ορατό και το αόρατο γεγονός του τίτλου... Όταν, πριν πολλά χρόνια είχα δει αυτόν τον τίτλο και είχα ακούσει την μουσική του: ήταν το γεγονός ότι, ενώ φαντάστηκα (όπως και εσείς!) ότι η αόρατη πόλη του τίτλου, το Bladensburg, είναι μια φανταστική πόλη, παρ’ όλα αυτά ερεθίστηκα να την ψάξω, πιθανολογώντας ότι προέρχεται από κάποιο βιβλίο του Φανταστικού ή του Απόκρυφου. Ήταν το γεγονός ότι ανακάλυψα πως ήταν μια πραγματική πόλη.
Βρίσκεται στο Maryland των Η.Π.Α., πολύ κοντά στo Washington DC, και έχει περίπου δέκα χιλιάδες κατοίκους. Η πόλη του τίτλου...δεν είναι αόρατη...
Και, αυτό είναι το παράξενο ορατό και αόρατο γεγονός του τίτλου. Ορατό για αυτούς που γνωρίζουν την πόλη, αόρατο για αυτούς που δεν την γνωρίζουν.
Κι έτσι, βρέθηκα προ εκπλήξεως και αυτός ο τίτλος με ενθουσίασε ακόμη πιο πολύ!
(Κάποιος ίσως προτείνει ότι μπορεί να εννοεί μία «δεύτερη» αόρατη πόλη του Bladensburg, μια παράλληλη πόλη, πέρα ή ανάμεσα από την ορατή πόλη στον δικό μας κόσμο. Αυτή η προοπτική, φυσικά, με ενθουσιάζει ακόμη πιο πολύ, έτσι όπως βρίσκεται μεταμφιεσμένη μέσα στον τίτλο. Ειδικά όταν σκέφτομαι τους αόρατους κατοίκους της να χορεύουν ανάμεσα στους ανυποψίαστους κατοίκους του ορατού Bladensburg... Κι ακόμη πιο ειδικά, όταν σκέφτομαι ότι ο τίτλος δεν διευκρινίζει ότι αυτοί οι χορευτές κάτοικοι είναι άνθρωποι. Το ότι είναι άνθρωποι, έστω αόρατοι άνθρωποι, αρχικώς το σκεφτήκαμε αυθαίρετα εμείς).
...Όλα αυτά καταδεικνύουν την σπάνια(;) περίπτωση αορατότητας των ορατών τίτλων.



To Γνωστό Άγνωστο
Και
Το Άγνωστο Άγνωστο
Είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα, παρ’ όλο που είναι και τα δύο άγνωστα.
Αυτήν την συνταρακτική διανοητική κατάσταση (που πεισματικά ο νους αρνείται να την συνειδητοποιήσει, ασυνείδητα), μπορείτε να την κατανοήσετε καλύτερα με την φαντασία σας.
Επιτρέψτε μου, ως συγγραφέας, να σας βοηθήσω :
Φανταστείτε έναν άνθρωπο να στέκεται εγκλωβισμένος μέσα σε έναν στενό κυκλικό τοίχο. Σε έναν μικρό περιτοιχισμένο κύκλο. Το ύψος του τοίχου, παρ’ όλο που δεν είναι πολύ μεγάλο, ξεπερνάει το ύψος των ματιών του.
 Έξω από τον κυκλικό αυτόν τοίχο, υπάρχει ένας δεύτερος ομόκεντρος κύκλος, πολύ μεγαλύτερος σε διάμετρο. Και ο οποίος είναι επίσης περιτοιχισμένος, με ένα πανύψηλο τείχος.
Ο άνθρωπος μέσα στον πρώτο κύκλο, παρ’ όλο που ο τοίχος δεν του επιτρέπει να δει έξω από τον κύκλο, μπορεί να δει το πανύψηλο τείχος του δεύτερου κύκλου στον ορίζοντα, διότι, αν και μακριά, το ύψος του είναι πολύ μεγαλύτερο από τον τοίχο που του κρύβει την θέα.
Δεν μπορεί να δει, όμως, τί μεσολαβεί στην τεράστια περιοχή του δεύτερου κύκλου, ανάμεσα στον τοίχο του δικού του μικρού κύκλου και στο πανύψηλο τείχος που βλέπει στον ορίζοντα. Δεν μπορεί να δει τι υπάρχει ανάμεσα στα δύο τείχη.
Πέρα από εκείνο το πανύψηλο τείχος, υπάρχει ένας Απέραντος τρίτος ομόκεντρος κύκλος, που, ίσως, πολύ μακριά, πάρα πολύ μακριά, να έχει κι αυτός ένα πανύψηλο κυκλικό τείχος, (αλλά ίσως και όχι). Ο άνθρωπος δεν μπορεί να δει αυτό το τρίτο τείχος –που μόνο αυτό θα του υποδείκνυε την ύπαρξη του τρίτου κύκλου.
Και, φυσικά, όχι μόνο δεν γνωρίζει τι υπάρχει ανάμεσα στο δεύτερο τείχος και στο τρίτο τείχος, αλλά, όπως είπα, δεν γνωρίζει Καν την ύπαρξη του τρίτου κύκλου.
Ο πρώτος κύκλος στον οποίο βρίσκεται ο άνθρωπος: είναι το Γνωστό.
Ο δεύτερος κύκλος: είναι το Γνωστό Άγνωστο.
Ο τρίτος κύκλος: είναι το Άγνωστο Άγνωστο.
...Μπορείτε να το διαβάσετε ξανά όσες φορές θέλετε, και να σκεφτείτε ό,τι θέλετε.


 
Clockwise
H λέξη αυτή, φυσικά, σημαίνει την κίνηση κατά την φορά του ρολογιού.
Συνθηματικά σημαίνει όμως κάτι άλλο, ή μάλλον, σημαίνει αυτό που λέει.
Για να αποδίδαμε την κυριολεκτική αλλά συνθηματική του έννοια στα Ελληνικά, νομίζω ίσως καλύτερα θα το λέγαμε : Οι Φορές του Ρολογιού.
Λοιπόν, υπάρχει η μία φορά. Υπάρχει και η δεύτερη φορά. 
Ένας άνθρωπος με ένα ρολόι, γνωρίζει τι ώρα είναι.
Ένας άνθρωπος με δύο ρολόγια, δεν είναι ποτέ σίγουρος.
(Για να το σκεφτείτε καλύτερα, σκεφτείτε ότι ο άνθρωπος έχει ένα μεγάλο Ραντεβού).
Εδώ εννοώ μία ωρολογιακή σοφία.



Boneshaker
Λοιπόν, Boneshaker λέμε την νεκροφόρα
Tρίζουν τα κόκκαλα του μακαρίτη
Καθώς οδεύει προς το κοιμητήριο
“You’re gonna meet your Maker
In that old Boneshaker”
Καταπληκτικό κομμάτι των Sirocco Bros.
(Με την ευκαιρία, να προσθέσω πως: δεν συνειδητοποιούν πολλοί ότι η Αγγλική λέξη Cemetery, προκύπτει από το Ελληνικό «Κοιμητήριο»).
 
https://www.youtube.com/watch?v=ytHFdF-Ph-Q





ET IN ARCADIA EGO
(Ακόμη Και στην Αρκαδία Βρίσκομαι Εγώ)
Πολυσυζητημένος τίτλος, παράδοξα παρεξηγημένος. Πρόκειται για τον πολύ θρυλλικό τίτλο ενός πίνακα του 1637 του Nicolas Poussin (σήμερα στο Λούβρο), γνωστό και ως «Οι Βοσκοί της Αρκαδίας» (The Arcadian Shepherds). Ο Poussin είχε ζωγραφίσει πριν και μια άλλη εκδοχή του πίνακα, το 1627, με τον ίδιο τίτλο και θέμα (σήμερα στο  Chatsworth House). Η ιδέα δεν είναι του Poussin, όμως, υπάρχει το ίδιο θέμα και με τον ίδιο τίτλο “Et in Arcadia Ego” σε πίνακα που ζωγραφίστηκε πιο πριν, από τον Guercino το 1618, o οποίος προφανέστατα ενέπνευσε τον Poussin  για τον δικό του, (σήμερα στην Πινακοθήκη της Ρώμης). Δηλαδή,  υπάρχουν τρεις αυθεντικοί πίνακες Et In Arcadia Ego.
H αινιγματική αυτή φράση, σημαίνει "Even in Arcadia, there am I", «Είμαι Και Εγώ Στην Αρκαδία», ή, κάπως πιο σωστά, «Ακόμη Και στην Αρκαδία Εγώ», «Ακόμη και στην Αρκαδία Βρίσκομαι Εγώ».
Ο πίνακας του Pussin απεικονίζει μία pastoral σκηνή, μία βουκολική σκηνή, με τρεις ιδεατούς βοσκούς της κλασσικής Ελληνικής αρχαιότητας, και μια γυναίκα (άλλοι λένε ότι είναι –προφανέστατα– κι αυτή μία βοσκοπούλα, άλλοι λένε ότι είναι η Έμπνευση, άλλοι λένε ότι είναι η Ζωή, και άλλοι προφανώς λανθασμένα λένε ότι είναι η Αθηνά). Σε ένα όμορφο ειδυλλιακό τοπίο, οι βοσκοί σκύβουν πάνω από έναν παλαιό τάφο ή τύμβο, που έχουν ανακαλύψει, διαβάζοντας με περιέργεια την επιγραφή του: «Et In Arcadia Ego» (που πρωτότυπα στους πίνακες του Poussin δεν διακρίνεται και πολύ). Το ίδιο και στον πρώτο πίνακα του Guercino, μόνο που εκεί οι βοσκοί κοιτούν με τρόμο ευθέως μία νεκροκεφαλή που από κάτω της έχει μία ταφόπλακα που γράφει «Εt In Arcadia Ego».
 Η αληθινή έννοια του τίτλου αυτού θα συνοψιζόταν ίσως καλύτερα στο γνωστό ρητό: «Πεπρωμένο Φυγείν Αδύνατον». Διότι, παρ’ όλα που έχουν ειπωθεί τόσα πολλά και πομπώδη και εντελώς άκυρα για τον επίμαχο τίτλο, στην ουσία δεν είναι παρά απλώς ένα motto στο στυλ του  Memento Mori («Θυμήσου Ότι Θα Πεθάνεις», μια υπενθύμιση για την θνητότητα ή για το αναπόφευκτο του Θανάτου).
Η φράση αυτή πάνω στον τάφο, στον ειδυλλιακό ουτοπικό παράδεισο της Αρκαδίας (συνθηματικά, έναν χαμένο κόσμο ειδυλλιακής ευτυχίας της αρχαιότητας, όπως τον έβλεπαν οι νοσταλγοί του της εποχής της Αναγέννησης, και αργότερα οι Ρομαντικοί), σημαίνει τον Θάνατο.

Είναι, δηλαδή, ο Θάνατος που επιγράφει: «Και Εγώ Είμαι στην Αρκαδία».
Δηλαδή, σαν να λέμε, «δεν μου γλυτώνεις ακόμη και στην Αρκαδία, είμαι και εγώ εκεί».
Ακόμη και αν είσαι στον πιο ιδανικό και όμορφο τόπο που θα μπορούσε να υπάρξει, ανέμελος από την γαλήνη και την ευτυχία, ακόμη και εκεί σ’ εσένα θα έρθει ο Θάνατος.
Ο Θάνατος είναι παρών ακόμη και στην Ειδυλλιακή Αρκαδία.

Κατά βάθος, πρόκειται για ένα κυνικό motto που χρησιμοποιούν οι εν λόγω καλλιτέχνες, το οποίο απευθύνουν σε όλους εκείνους τους νοσταλγούς της αρχαίας ομορφιάς, που θα ήθελαν να βρίσκονται σε ένα αγνό αμόλυντο μέρος μέσα στην φύση, στην πρωτόγονη (ακόμη και κατά την Ελληνική αρχαιότητα) Αρκαδία, (κατά την γνωστή μας –όπως και τότε– σήμερα «Επιστροφή στην Φύση», που επέστρεψε λόγω των «Παιδιών των Λουλουδιών» της δεκαετίας του 1960).  Θέλεις να ξεφύγεις από την κοινωνία, από τα κακά, από τον πολιτισμό, να καταφύγεις στο παρελθόν, στην αγνή φύση, στην ουτοπία, στον χαμένο γήινο παράδεισο, στον πιο ειδυλλιακό και γαλήνιο «αγνό» τόπο, στην «Αρκαδία», αλλά και εκεί θα σε βρει ο Θάνατος, που σου λέει : «Et in Arcadia Ego»...
Και σου το υπενθυμίζει αυτό, ο τύμβος ενός νεκρού, που θα συναντήσεις Και εκεί, κάτω από τα δέντρα.
Κατά βάθος, το “Ego” που σου λέει, είναι ο ίδιος ο νεκρός που σου μιλάει, μέσα από τον τάφο του. Memento Mori. Θυμήσου ότι θα Πεθάνεις. Πεπρωμένον Φυγείν Αδύνατον.
(Αργότερα, το μόττο και το έργο, στο ίδιο περίπου στυλ, απεικονίστηκε σε εκατοντάδες πίνακες, γλυπτά, χαρακτικά, σκίτσα, κλπ)
Κατά την περίοδο του κινήματος των Ρομαντικών και των Decadents, η Λατινική αυτή ατάκα (που προέρχεται από μία νοηματική παράφραση του Βιργίλιου), επέστρεψε και έγινε πολύ γνωστή από τον Γκαίτε, που την χρησιμοποίησε ως motto, στα Γερμανικά,  «Auch ich in Arkadien!», κατά το άνοιγμα του "εστέτ" έργου του, “Ταξίδι στην Ιταλία”.
Στην πολύ σύγχρονη εποχή, διαδόθηκε εξαιτίας της ύπαρξης του “Et In Arcadia Ego” ως motto στο άνοιγμα του 13ου κεφαλαίου του μεγάλης επιρροής βιβλίου “To Εκκρεμές του Φουκώ” (1988) του Ουμπέρτο Έκο. 

. . . .  .Ποικίλες εντελώς λανθασμένες υπερβολές και ακροβατικοί «φευδο-μυστικιστικοί» συλλογισμοί ή παταγώδεις ανακρίβειες (ή και ευθείες ανοησίες), έχουν ειπωθεί για το «Et in Arcadia Ego»... Νομίζω όλες αυτές ξεκίνησαν από το, φημισμένο σε όλο το mystic Underground, βιβλίο “Holy Blood, Holy Grail” (1982) (απ’ όπου πολύ αργότερα «ξεσήκωσε» όλη την “ιστορία” του “Da Vinci Code” ο φανφαρόνος αντιγραφέας Dan Brown). Οι συγγραφείς του, που έψαχναν μυστικά σε πίνακες, κοιτώντας τον επίμαχο πίνακα, και προχείρως έχοντας την εντελώς λανθασμένη εντύπωση ότι το “Et in Arcadia Ego” δεν είναι μία σωστά διατυπωμένη Λατινική πρόταση, πρότειναν ότι η φράση είναι κρυπτικός αναγραμματισμός τού : “Tego Arcana Dei”, που σημαίνει “I Protect God’s Secrets”, «Προστατεύω τα Μυστικά του Θεού», προτείνοντας επίσης (εντελώς αδικαιολόγητα και ακροβατικά) ότι ο τάφος της εικόνας περιέχει το λείψανο του Ιησού ή της Μαρίας Μαγδαληνής!! Βλέπε και την "Μεροβιγγιανή Δυναστεία", κλπ. (Χωρίς, φυσικά, έστω, ούτε στο ελάχιστο, κανείς τους να αναρωτιέται γιατί αυτό να βρίσκεται στην Αρκαδία, ή έστω γιατί να απεικονίζονται μαζί του οι αρχαίοι Έλληνες βοσκοί, ενώ, αν ήταν έτσι, θα έπρεπε να συνοδεύεται από άλλου τύπου εμβληματικές σχετικές φιγούρες, μα και με κάποιο άλλο πολύ πιο σαφές αναγνωριστικό. Δηλαδή, επίσης, ακόμη κι αν ήταν έτσι, και ίσχυε ο αναγραμματισμός, γιατί τα “Arcana Dei” να είναι η...Μαρία Μαγδαληνή;;!!...) Είναι, σαφώς, από τις πιο άκυρες ερμηνείες ψευδο-μυστικιστικής πρόθεσης, ενός καλλιτεχνικού έργου, που έχω ακούσει ποτέ μου... (Και γενικά ακούγονται όλων των ειδών οι παιδαριώδεις ανοησίες για το θέμα, από αμόρφωτους ανθρώπους που επιχειρούν να υποκριθούν τους "γνώστες").
Στην ουσία, είναι σχεδόν ένα αρχαϊκό YOLO (You Only Live Once), όπως το λένε σήμερα στο Internet...

Είναι μία παλαιότατη παράδοση όλα αυτά, σε σχέση με το αναπόφευκτο του Θανάτου, ο οποίος κρύβεται και παραμονεύει πίσω από κάθε φυσική ομορφιά, (θυμάμαι τώρα το ποίημα, "Το Ψοφήμι", του Μπωντλαίρ) (ή την ιστορία του Μπόρχες με τον Χάροντα που ψάχνει τον ήρωα στο Ισπαχάν, ενώ αυτός θέλει να πάει μακριά στο Ισπαχάν για να του ξεφύγει), (ή το "Death Hides Under the Primrose Garden" του Ο'Henry), μα και, κατά την άποψη μου, το εμβληματικότατο περιβόητο ποίημα του William Blake, "The Sick Rose" :
"O Rose thou art sick.
The invisible worm,
That flies in the night
In the howling storm:
Has found out thy beauty's bed
Of crimson joy:
And his dark secret love
Does thy life destroy..."

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει και μια άλλη πιο αυθεντική «μυστική ερμηνεία» και του motto και των πινάκων, που, δεν είναι δα και κανένα μεγάλο μυστικό –κι έτσι, μπορώ να το αποκαλύψω : Υπάρχουν δύο ονόματα περιοχών, που στην «Μυστική Γλώσσα των Πουλιών» χρησιμοποιούνται για να καταδείξουν δύο –πώς να το πούμε;– δύο τάξεις ή συνομωταξίες «ενημερωμένων» ανθρώπων, αλλά και δύο...Life Styles :
Bohemia (Βοημία) και Arcadia (Αρκαδία).
Από το πρώτο προέρχονται και οι λεγόμενοι «Μποέμ», και από το δεύτερο οι-τα λεγόμενοι-α «Arcades» («Αρκέηντς», Αρκάδες). Δεν επαρκεί ο χώρος εδώ τώρα για να συζητήσω το ενδιαφέρον αυτό νεο-μυστικιστικό θέμα, αρκούμαι λοιπόν στο να πω απλά αυτά :
Το Bohemia εκφράζει το πρωτοποριακό «ψαγμένο» αστικό life style των «φτωχών» τάξεων, χωρίς «Αιγίδα» ή κύρος, που απλώνεται από τους καλλιτέχνες του 15ου αιώνα που αρχικά δημιουργούν την σκηνή των Παρισίων (Bohemia: φτωχική καλλιτεχνική συνοικία του Παρισιού), ως τους «καταραμένους» ποιητές (όπως π.χ. ο Μπωντλαίρ), τους πρώτους Ρομαντικούς, τους οπαδούς της Jazz, την γενιά των Beat, και αργότερα το Rock’n’Roll, τους αντισυμβατικούς διαννοούμενους, “La Vie de Boheme”, το Counter Culture, κ.ά..
Το Arcadia εκφράζει το πρωτοποριακό«ψαγμένο» «ευγενές-φεουδαρχικό» life style των «πλουσίων» τάξεων των ειδυλλιακών επαύλεων και κήπων της υπαίθρου, και των «Στοών» τους, που κρατούν το κύρος τους από το παρελθόν, (και στο Παρίσι τα Arcades του κέντρου της πόλης, τα Passages) (βλέπε και το "Arcades Project" --ή "Passagenwerk"-- του Walter Benjamin), μα, και οτιδήποτε "Kλασσικό" (Class-ic), (έννοια συνδεδεμένη και με την αρχαιότητα), μα και, κατ’ επέκταση τους μεγάλους Ρομαντικούς και Decadents καλλιτέχνες που ήταν ευγενείς (π.χ. Lord Byron), τους καλλιτέχνες της «Προ-Ραφαηλιτικής Αδελφότητας», τους μυστικιστές της «Αυλής» του 15ου αιώνα ως τον 19ο, τους θαυμαστές των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων φιλοσόφων και καλλιτεχνών, τους «Νεοπαγανιστές», τους θιασώτες της «κοσμικής» μουσικής και της κλασσικής λογοτεχνίας, τους πανεπιστημιακά μορφωμένους «καθώς πρέπει» νέους, τις Κολλεγιακές αδελφότητες, κ.ά.
Σύμφωνα με αυτήν την αυθεντική κρυπτική οπτική, το Et In Arcadia Ego, είναι είτε μία σνομπ έκφραση ματαιοδοξίας (Vanity), με την οποία δηλώνεται ότι «...τα κατάφερα κι εγώ και μπήκα στο Arcadia», δηλαδή στο High Society του Underground, (ή και μία «μετακίνηση» από το Bohemia στο Arcadia). Και ταυτόχρονα, η χρησιμοποίηση αυτής της φράσης με τον τρόπο της Bohemia, που βάζει αυτόν -που το λέει αυτό- μέσα στον τάφο, υπονοώντας ότι «...είσαι επιτέλους στο Arcadia αλλά θα πεθάνεις κι εσύ όπως όλοι μας!»: θα το γράψουμε στον τάφο σου. Memento Mori.
 "The sole Equality on Earth, is Death" (Philip James Bailey)...



Μοno No Aware
Στα Ιαπωνικά : “The Pathos of Things”. Το Πάθος των Πραγμάτων.
Νοείται και ως εμπάθεια προς τα αντικείμενα, ή ως «a sensitivity to ephemera», μια ευαισθησία για τα εφήμερα.
Οι Ιάπωνες έχουν πολλές τέτοιες παράξενες φράσεις ή λέξεις, που εκφράζουν λεπτεπίλεπτες έννοιες (που δεν υπάρχουν σε άλλες γλώσσες).
Mono no Aware”, λοιπόν, είναι ένας Ιαπωνικός όρος για την συνείδηση της παροδικότητας, για όλα εκείνα τα πράγματα που δεν είναι μόνιμα, που δεν διαρκούν πολύ ή και που είναι φευγαλέα. Για το –μελαγχολικό– πάθος προς αυτά τα πράγματα. Ο όρος εκφράζει μία παροδική λεπτεπίλεπτη θλίψη, ή πόθο, για την πάροδο τους, αλλά και μία μεγαλύτερη βαθύτερη ευγενή θλίψη για αυτήν την κατάσταση που είναι η πραγματικότητα της ζωής... Ταυτόχρονα, είναι η παθιασμένη αγάπη προς τα αμελητέα μικρά αντικείμενα.
…Κρίνω ότι είναι όρος συγγενής με το θρυλλικό Iαπωνικό “Wabi-Sabi” : Η αισθητική ικανότητα να βρίσκεις μια ομορφιά στα απλοϊκά αντικείμενα, μια ομορφιά πέρα από το περίτεχνο και το σχεδιασμένο. Έχει να κάνει με την λιτή τοποθέτηση, (ακόμη και διακοσμητικά), ίσως μια διαχείριση της γεωμετρίας.
Επίσης, κρίνω ότι είναι όρος συγγενής με τον ιδιόμορφο λεπτεπίλεπτο Γερμανικό όρο “Weltschmerz” (κυριολεκτικά, “world-pain”, ο πόνος του κόσμου ή ο πόνος για τον κόσμο). (Και στα Γερμανικά, επίσης, υπάρχουν παράξενες λέξεις που εκφράζουν λεπτεπίλεπτες έννοιες, που δεν τις συναντάς αλλού. Όπως π.χ. το Γερμανικό “Wanderlust”: η διακαής επιθυμία για περιπλανήσεις). Το  “Weltschmerz” (που το έχουν χρησιμοποιήσει πολύ οι Αδελφοί Grimm στα παραμύθια τους), λέγεται ότι προέρχεται από τον Γερμανό συγγραφέα Jean Paul, που επινόησε την λέξη στην νουβέλα του, “Selina” (1827).  Πρωτότυπα, εννοεί μια βαθιά λεπτεπίλεπτη θλίψη για την ανεπάρκεια ή την ατέλεια του κόσμου («tiefe Traurigkeit über die Unzulänglichkeit der Welt»). Αναφορικά στον εαυτό, σημαίνει την κούραση και την θλίψη και τον πόνο που προκύπτει από τον κόσμο, και, αναφορικά στον κόσμο, σημαίνει τον πόνο του κόσμου - (και, για μένα, την συγκλονιστική προοπτική τού να νιώθει ο ίδιος ο κόσμος τον πόνο του). Δηλαδή, θα έλεγα, εκείνη η κοσμοθέαση που ήταν διαδεδομένη ανάμεσα στους Ρομαντικούς και Decadent συγγραφείς και ποιητές…
ToMono no Αware”, το «...πάθος για τα πράγματα που χάνονται, όλα χάνονται, το μικρότερο και το μεγαλύτερο και το ασήμαντο και το σημαντικό εξισώνονται, καθώς διαφεύγουν,  μα κι όλα εκείνα που δεν φτάνουν στην καρδιά και στον νου μας και δεν θα τα αντιληφθούμε ποτέ ότι ήταν εδώ μα χάθηκαν πια...» , το χρησιμοποιούσε συχνά και ο πολύ «δικός μας» Ιάπωνας συγγραφέας  Ryunosuke Akutagawa, στα γραπτά του.
Προφανώς, κάπου μέσα του περιέχει και το πάθος των συλλεκτών...
Για μένα, παραδόξως, η αίσθηση του όλου ζητήματος, εμπεριέχεται ως ατμόσφαιρα μέσα στο παραδοσιακό Αμερικανικό τραγούδι “Swanee River”, ή μέσα στο μελαγχολικό αριστουργηματικό ποίημα “Limites” (Όρια) του Χόρχε Λουίς Μπόρχες. 
Πιστεύω ότι το “Mono no Αware” σε συνδυασμό με το “Weltschmerz”, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η έμπνευση για τον ποιητή Κώστα Καρυωτάκη, όταν έδωσε στην  ποιητική του συλλογή τον τίτλο : “Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραγμάτων”…
 


Πορτοκαλλονή
Θαυμαστή σύμπραξη των λέξεων Πορτοκάλι και Καλλονή.
Η «ζουμερή» πανέμορφη γυναίκα.
Ταυτόχρονα, επειδή Porto σημαίνει Λιμάνι, είναι εκείνη η Καλλονή που θέλω να είναι το λιμάνι μου, δηλαδή να «αράξω» μαζί της ή μέσα στην αγκαλιά της, και να είναι πια η μοναδική γυναίκα της ζωής μου. Η ιδανική Γυναίκα.
Πορτοκάλλος (Πορτο-Κάλλος) : Το Κάλλος της Πύλης.



Door Practice
Αρκετοί από αυτούς που έχουν ακουστά αυτόν τον τίτλο, φαντάζονται ότι πρόκειται για κάποιο είδος σπιτικής γυμναστικής που χρησιμοποιεί μία πόρτα: να ανοιγοκλείνεις την πόρτα, ή να κρέμεσαι από αυτήν, να σπας πόρτες, κ.ά. Αλλά δεν πρόκειται περί αυτού.
Ούτε, φυσικά, υπονοεί μία εξάσκηση για διαρρήκτες, ή κάτι τέτοιο.
Όταν είσαι μέσα στο σπίτι και χτυπάει η πόρτα ή το κουδούνι, αλλά εσύ δεν θέλεις να ανοίξεις, και γι’ αυτό θέλεις να δημιουργήσεις την εντύπωση στον εισβολέα ότι απουσιάζεις και δεν είσαι μέσα στο σπίτι, αλλά ταυτόχρονα θέλεις να δεις ποιος είναι αυτός που χτυπάει την πόρτα, τότε είναι που εισάγεσαι στο πεδίο του Door Practice.
Κάνεις απόλυτη ησυχία, προσέχεις όλες τις κινήσεις σου, για να μην ακουστείς από τον εισβολέα και προδόσεις την παρουσία σου, και θέλεις να προσεγγίσεις την πόρτα εντελώς αθόρυβα για να μπορέσεις να δεις από το «ματάκι» της εξώπορτας τον εισβολέα, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην σε αντιληφθεί. Πρέπει να βαδίσεις πολύ αργά και προσεκτικά για να προσεγγίσεις την πόρτα, προσέχοντας να μην κάνουν κανέναν απολύτως θόρυβο τα βήματα σου. Πολύ αργά, αλλά όχι και τόσο αργά ώστε να περάσει ο δόκιμος χρόνος κατά τον οποίον ο εισβολέας θα πειστεί ότι δεν είσαι μέσα και θα φύγει, και εσύ δεν θα μπορέσεις να δεις ποιος ήταν.
Όταν φτάσεις, μέσα στον σωστό χρόνο, πίσω από την πόρτα, υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες που χρειάζονται μεγάλη προσοχή. Ο εισβολέας δεν θα πρέπει να δει την σκιά σου από την κάτω χαραμάδα της πόρτας, όταν εσύ κινηθείς από πίσω της. Κάποια αλλαγή στην φωτεινότητα της χαραμάδας. Δεν θα πρέπει να δει κάποια κίνηση στο «ματάκι» της πόρτας, το οποίο σίγουρα παρατηρεί. Θα πρέπει να προσεγγίσεις την πόρτα με αργό και πλάγιο τρόπο, και να προσεγγίσεις το κεφάλι σου στο «ματάκι» στην ίδια ευθεία με την πόρτα ώσπου να το συναντήσεις, και να προσπαθήσεις να μην καλύψεις όλη την επιφάνεια του για να κοιτάξεις. Και, καθώς είσαι πίσω από την πόρτα, θα πρέπει να είσαι τόσο αθόρυβος, ώστε ούτε τα ρούχα σου να μην κάνουν τον παραμικρό ήχο καθώς κάνεις διάφορες μικροκινήσεις, ούτε η ανάσα σου δεν πρέπει να ακουστεί, κ.ά., διότι είναι πολύ πιθανό ο εισβολέας να έχει στήσει και αυτί κανονικά πάνω στην πόρτα.
Επίσης, θα πρέπει να είσαι έτοιμος για το ενδεχόμενο να ρίξει κάποιο χαρτί από την χαραμάδα κάτω από την πόρτα, ώστε να μην εμποδιστεί αυτό από τα πόδια σου, κ.ά.. Θα πρέπει, προηγουμένως, να έχεις κλείσει τον ήχο από το κινητό σου τηλέφωνο, μήπως και ατυχώς κάποιος σου τηλεφωνήσει εκείνες τις στιγμές, (ή ακόμη και μήπως σου τηλεφωνήσει αυτός που χτυπάει την πόρτα) κι έτσι προδοθείς ότι τελικά είσαι μέσα.        
Είναι τόσα πολλά αυτά που πρέπει να προσέξεις, για να λήξει με επιτυχία το εγχείρημα. Ο εισβολέας να φύγει πεπεισμένος ότι απουσιάζεις, παρ’ όλη την προσπάθεια του να αντιληφθεί αν ισχύει το αντίθετο, και εσύ να έχεις δει ποιος ήταν αυτός, ή και να συμπεράνεις από κάποιες λεπτομέρειες τι περίπου ήθελε και σε αναζητούσε. (Μάλιστα, αν βρίσκεσαι σε πολυκατοικία ή σε κάποιον όροφο, θα πρέπει, μετά, στoν σωστό χρόνο, να τον παρακολουθήσεις κάτω στον δρόμο από το μπαλκόνι σου, να βγαίνει από την πολυκατοικία, για να δεις πιθανώς και άλλες λεπτομέρειες)...

Όλο αυτό το “Door Practice”, το οποίο εξασκείς βιωματικά με τέτοιες εμπειρίες, ή και το εξασκείς από πριν για να προετοιμαστείς για αυτές τις καταστάσεις, σε κάνει να μαθαίνεις να κινείσαι αθόρυβα, γενικά, όταν χρειάζεται, να προσέχεις όλες τις λεπτομέρειες που μπορεί να αποδειχθούν επικίνδυνες, να προσέξεις για πρώτη φορά ένα σωρό πράγματα για τις ανθρώπινες αισθήσεις και την λεπτεπίλεπτη ανθρώπινη αντίληψη, να παρατηρείς χωρίς να γίνεσαι αντιληπτός, να ξεφεύγεις αδιόρατα από μια ανεπιθύμητη κατάσταση, και άλλα πάρα πολλά, σαν να είσαι εκεί χωρίς να είσαι.
Είναι μία άσκηση στην παρατηρητική ανυπαρξία.
Επίσης, χρησιμοποιείται και ως άσκηση ή πείραμα στην εξωαισθητηριακή αντίληψη (ESP): Στέκεσαι πίσω από μία κλειστή πόρτα, κάποιος από τους συμμετέχοντες στέκεται από την άλλη πλευρά της πόρτας, και προσπαθείς χωρίς να τον βλέπεις να αντιληφθείς ποιος από όλους είναι. Δεν απαιτείται να μαντέψεις, αλλά να παρατηρήσεις λεπτεπίλεπτα τα διαθέσιμα στοιχεία παρατήρησης ή αντίληψης, τα οποία, με το Door Practice, κατανοείς ότι υπάρχουν και είναι αρκετά.  (Δεν έχει νόημα να τα αναφέρω εδώ, διότι έτσι δεν θα χρειαζόσουν και το Door Practice). Μα, και να επιστρατεύσεις την...διόρασή σου.
Επίσης, κατά μία άλλη έννοια, το “Door Practice” σου διδάσκει σε ποιον να ανοίγεις μία πόρτα και σε ποιον να μην την ανοίγεις. Ή, πώς να πείσεις κάποιον να σου ανοίξει μία πόρτα. Ή, και, ποια πόρτα (και με ποιον τρόπο) να ανοίγεις, και ποια πόρτα να μην ανοίγεις... Υπάρχουν και άλλες πολύ μυστικές προεκτάσεις του Door Practice, που δεν είναι επιτρεπτό να τις αναφέρω εδώ. (Όπως π.χ. το μεγάλο ζήτημα με το χρώμα της πόρτας). 
Με όλα αυτά, αποκτά και ένα ευρύτερο νόημα η γνωστή μυστικιστική προτροπή «Κρούετε και θα σας ανοιχθεί...»





 
THE KILL TEST
Όταν νομίζεις ότι ξέρεις κάτι, ότι γνωρίζεις καλά κάτι, πόσο σίγουρος ή σίγουρη είσαι ότι είναι στ’ αλήθεια έτσι όπως το ξέρεις; Ότι γνωρίζεις την...αλήθεια;
Υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα σε αυτά που γνωρίζεις, για τα οποία δεν έχεις καμία αμφιβολία ότι τα γνωρίζεις καλά και ότι είναι όπως θεωρείς ότι αυτά είναι. Όλο αυτό, φυσικά, σχετίζεται ακόμη και με το «Γνώθι Σ Εαυτόν». 
Και, έτσι, καθοριστικά σε σχέση με αυτό, εμφανίζεται το “Kill Test”.
Γνωρίζεις καλά ότι κάτι είναι η αλήθεια; Τί θα στοιχημάτιζες γι’ αυτό, και πόσο; Τί θα ρίσκαρες μέσα στην απόλυτη βεβαιότητά σου;
Φαντάσου, λοιπόν, ότι έχουμε έναν απόλυτο τρόπο να επιβεβαιώσουμε τί είναι έτσι όπως το λες και τι όχι... Φαντάσου ότι σε ρωτάμε για κάτι που λες ότι το ξέρεις πολύ καλά και με απόλυτη πάγια βεβαιότητα : κι εσύ είσαι απόλυτα σίγουρος για την γνώση σου, για την παιδεία σου, για την πληροφόρηση ή την ενημέρωσή σου, για την αίσθησή σου ή την εμπειρία σου, για την μνήμη σου ή την πείρα σου, για την αντίληψή σου, για την εποπτεία σου, για την κοσμοθέαση σου, για τα συμπεράσματα σου, για την θεωρία σου, για την πίστη σου. 
Και, καθώς απαντάς, σου λέμε: «Είσαι σίγουρος;». Απαντάς με βεβαιότητα: «Ναι!». Και, τότε, σου κάνουμε το “Kill Test”. Είναι το απόλυτο τεστ της αλήθειας. Σου λέμε ότι είμαστε έτοιμοι να σκοτώσουμε έναν αγαπημένο σου άνθρωπο, ή και εσένα τον ίδιο ή την ίδια (αναλόγως τις αξίες σου), αν κάνεις λάθος για αυτό που λες. Αν αυτό που λες τελικά δεν είναι έτσι όπως το λες, αν δεν είναι η αλήθεια... Συνεχίζεις να το υποστηρίζεις; Πόσο βέβαιος είσαι; Στ’ αλήθεια το γνωρίζεις; Πιστεύεις όντως ότι αυτή είναι η αλήθεια; Το ρισκάρεις; ...
(Σαν να λέμε, ισχύει όντως το «κόβω το κεφάλι μου ότι είναι έτσι»; Και, με σηκωμένο το τσεκούρι από πάνω σου; Και, κόβεις και το κεφάλι του αγαπημένου σου ανθρώπου;)
Το “Kill Test”, που είναι ένα από τα πιο πολύτιμα και χρήσιμα και αποτελεσματικά πράγματα που υπάρχουν, σου φανερώνει ΠΟΣΟ ΕΛΑΧΙΣΤΑ πράγματα γνωρίζεις στ’ αλήθεια.  
(Και σχεδόν όλα αφορούν μόνο εσένα προσωπικά, το όνομα σου, και μερικά λίγα ακόμη, και μάλιστα ούτε καν τα περισσότερα αναμενόμενα). Και, μάλιστα (το σπουδαιότερο), χωρίς να σε πείσει κανείς ότι δεν γνωρίζεις καλά κάτι, το κάνεις από μόνος σου αυτό.

Αναλογίσου το...
Μπροστά στο “Kill Test” δεν θα ρισκάρεις σχεδόν τίποτε, με όλα όσα μέχρι εκείνη την στιγμή υπερηφανευόσουν ότι γνωρίζεις με βεβαιότητα. Άρα, δεν ισχύουν! Δηλαδή δεν έχουν ισχύ! Δηλαδή, με ισχυρή βεβαιότητα, δεν ξέρεις στ’ αλήθεια σχεδόν τίποτε!
(Το Kill Test, φυσικά, έχει και την φιλοσοφική του διάσταση. Για παράδειγμα, φαντάσου ένα Kill Test ανάμεσα στους υποτιθέμενους άθεους και τους αυθεντικούς ένθεους...)
Λοιπόν, όταν μιλάμε για το “Kill Test”, πρέπει να σημειώσω, στην πραγματικότητα δεν είναι αυτό της φανταστικής αυτής κατάστασης με την «ιερά εξέταση» μας. Είναι ένα Test που το κάνεις εσύ στον εαυτό σου. Αν είσαι αληθινός, αν είσαι σοβαρός. Αν δεν είσαι, δεν το κάνεις.
Στην ουσία, το Kill Test είναι αυτό : οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα το έκαναν (και δεν το κάνουν) στον εαυτό τους, για οτιδήποτε, επειδή δεν είναι αληθινοί και δεν είναι σοβαροί. Δεν έχουν σοβαρότητα, ισχύ, και δεν τους ενδιαφέρει στ’ αλήθεια η αλήθεια...
Δεν ισχύουν. Είναι πρόχειροι, ασόβαροι, αδαείς, ανέντιμοι, μικροπρεπείς, δόλιοι, δειλοί, κακοί, αναξιόπιστοι, και αυταπατώνται σχεδόν για τα πάντα. Αυτό σου λέει το Kill Test.  
Το Kill Test είναι μια νοητική συσκευή επαλήθευσης, ένα ξυπνητήρι, μια νοητή συσκευή αφύπνισης, για τον καθένα, που την έχει στην τσέπη του (σε μια γωνία του μυαλού του), και με αυτήν μπορεί να εξετάσει τα πάντα για τον εαυτό του και τις βεβαιότητες του.
 
 
 
Desert eagle ate my lunch
Το καταπληκτικό με τους τίτλους είναι ότι, όταν είναι καταπληκτικοί, λένε από μόνοι τους την ιστορία που θα μπορούσε να τιτλοφορείται με αυτόν τον τίτλο. Έτσι, οι τίτλοι ανοίγουν, ξεκλειδώνονται, ξετυλίγονται, μπροστά στον κατάλληλο αναγνώστη, δηλαδή σε έναν έξυπνο εμπνευσμένο άνθρωπο με καλή φαντασία και καλή παιδεία. (Πολλές φορές, είναι τόσο καταπληκτικοί που δεν χρειάζονται καν αυτόν, για να το κάνουν).
Φαντάζεσαι ήδη τον εαυτό σου στην έρημο, χαμένο, αντιμετωπίζοντας επικίνδυνο πρόβλημα επιβίωσης. Ο αετός της ερήμου σε παρακολουθεί από ψηλά, εσύ δεν το γνωρίζεις...
Είναι μεγάλη ιστορία...
Θα πρέπει να είσαι συγγραφέας, για να διακρίνεις ότι προϋπάρχει, (αυτό είναι το θαυμαστό μυστικό των ιστοριών, το οποίο κάποτε μπορείς έκπληκτος να ανακαλύψεις), και για να την διηγηθείς στον εαυτό σου, σαν να σου διηγείται αυτή τον εαυτό της.
Γι’ αυτό ο Όμηρος γράφει στην πρώτη γραμμή της Οδύσσειας: «Ω Μούσα διηγήσου μου...»
Μπορεί, μάλιστα, να υπάρχει και μια ιστορία μέσα σε μία ιστορία –ή και μία ιστορία μέσα σε μία ιστορία μέσα σε μία ιστορία, κ.ο.κ. (όπως άλλωστε συμβαίνει στις “Χίλιες και Μία Νύχτες”), ή μια ιστορία μέσα σε κάθε καταπληκτικό τίτλο ιστορίας.
Ποιος την διηγείται;
 





APOCALYPSE NOW
(Αποκάλυψη Τώρα)
Πρόκειται για τον πολύ συνθηματικό τίτλο της καταπληκτικής ταινίας του Francis Ford Coppola, που είναι και μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών (1979, φυσικά δεν πήρε το Oscar καλύτερης ταινίας από την Ακαδημία Κινηματογράφου, πήρε μόνο Oscar για τον...ήχο).
Ο τίτλος προέρχεται από τον εξαιρετικό σεναριογράφο της, τον John Milius.
Η ταινία, φυσικά, παρ' όλο που έχει διαδοθεί πολύ αυτό, δεν είναι "αντι-πολεμική" (δηλαδή δεν είναι προπαγανδιστική). Είναι απλά βασισμένη πάνω στο "Heart of Darkness" του Joseph Conrad, μεταφερμένο στο Βιετνάμ. Και, φυσικά, είναι σοκαριστική, αλλά και μυστικιστική σε πάρα πολλά της, ιδιαίτερα για το Counter Culture.
H μυστική πεποίθηση πίσω από τον τίτλο, είναι η εξής :
Το κίνημα του λεγόμενου "Ειρηνισμού" που εμφανίζεται κατά την διάρκεια του Πολέμου του Βιετνάμ, κυρίως στην Αμερικανική νεολαία (που καλούταν να πολεμήσει κιόλας), σε αυτό τον πόλεμο κατά των Κομμουνιστών (στο παρασκήνιο του η Σοβιετική Ένωση και η Κίνα) στην Ασία, είναι μία πολύ επιτυχημένη επιχείρηση διαβολής και διείσδυσης και προπαγάνδας των Σοβιετικών Μυστικών Υπηρεσιών, για να προβληματίσουν τους Αμερικανούς μέσα στην έδρα τους, σε σχέση με την εξέλιξη των πολεμικών αντιπαραθέσεων. Αυτό είναι και εύκολα κατανοητό, δεν χρειάζεται να το αναλύσω...
Το κίνημα των Ειρηνιστών Χίππυς της εποχής στην Αμερική, διαβλημένο,  εγκαθίδρυσε (από τον μεσαίωνα στην ουσία το επανέφερε) ως σύμβολο το γνωστό "Σήμα της Ειρήνης", ως σχεδόν μαγική διαβολή από τους αντιπάλους.
Το σύμβολο αυτό είναι ο Ρούνος "Eolh" (Ψ) αντεστραμμένος (και επειδή μοιάζει με τρίαινα, υποτίθεται ότι νοείται ως μία τρίαινα καρφωμένη στο έδαφος, δηλαδή ως δήλωση ειρήνης).
Ο Ρούνος Eolh, όμως, συμβολίζει την δύναμη, την φιλία των συμπολεμιστών και την συμμαχία, την έμπνευση και το κουράγιο, την γενναιότητα, τα ανώτερα ένστικτα, την προστασία. Αντεστραμμένος, μετατρέπεται στο (αρχαιότατο, Norse) λεγόμενο "Death Rune", που συμβολίζει την ήττα, την παράδοση (το αντίθετο του "No Surrender", του "δεν παραδινόμαστε"), και την πλήρη παθητικότητα απέναντι στις προκλήσεις της ζωής, την αδυναμία, την απώλεια της ισχύος: την ασθένεια. Αυτό, δηλαδή, τούς περάσανε με αυτό το σύμβολο, συν τοις άλλοις.
Την εποχή πριν την ταινία, επί αρκετά χρόνια, κυκλοφορούσε ένα σύνθημα μαζί με το σύμβολο της Ειρήνης, και υπήρχε κυρίως σε μπλουζάκια και κονκάρδες. Μάλιστα, ήταν πολύ δημοφιλής κονκάρδα. Γύρω από το σύμβολο της Ειρήνης έγραφε :
«Νirvana Now».
Αυτό, αν αναλυθεί λίγο, δεδομένου ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι θρησκευόμενοι Βουδιστές λόγιοι, και δεν γνωρίζουν λεπτομερώς τα περί «Νιρβάνα», γίνεται σαφές ότι οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μία γενική λανθασμένη εντύπωση ότι σημαίνει την πλήρη αποδέσμευση από την πραγματικότητα του κόσμου, την ένωση με το κενό, ακόμη και την πλήρη αποχαύνωση, κ.ά... Οπότε, ξαφνικά γίνεται κατανοητό και τι ακριβώς πρεσβεύει Πρακτικά στην κατανόηση το διαδεδομένο τότε σύνθημα.
Ο σεναριογράφος της ταινίας, John Milius (και ο Coppola, φυσικά), γνωρίζοντας καλά όλα τα παραπάνω, εμπνεύστηκε από το σύνθημα αυτό, βλέποντας την δημοφιλή κονκάρδα "Nirvana Now". Και απάντησε...
Με έναν μαρκαδόρο, έκανε μία μικρή επέμβαση με κάτι γραμμούλες στο σήμα της Ειρήνης, κάνοντας το πλέον να μοιάζει με ένα Αμερικανικό βομβαρδιστικό αεροσκάφος B-52. Και άλλαξε και το σύνθημα, από Nirvana Now που ήταν, το έγραψε γύρω από το σήμα : Αpocalypse Now.
Κάτι σαν ένα αντεστραμμένο ξόρκι, δηλαδή, ένα "counter spell".
Το μήνυμα που μετέδιδε πλέον σε όλους αυτούς που βρισκόντουσαν πίσω από το σήμα και το σύνθημα, ήταν πλέον : «Θα σάς...."...ήσουμε"...» --κάτι ανάλογο είναι η πρόθεση του μηνύματος. «Νιρβάνα Τώρα; Χα... Αποκάλυψη Τώρα!»
Σημειώστε ότι στην Αμερικανική καθομιλουμένη, η λέξη Apocalypse (που, στην ουσία, φέρνει στον νου την Συντέλεια του Κόσμου) είναι σχεδόν ταυτόσημη με την λέξη "Αρμαγεδών". «Αρμαγεδώνας Τώρα!». Η τελική μεγάλη αναμέτρηση και η κατατρόπωση των εχθρών, με οποιοδήποτε κόστος, χωρίς καμία οπισθοχώρηση.

Να σημειώσω, ότι η πιο διάσημη ατάκα της ταινίας συνδέεται, αντίστοιχα, με τον ρούνο Siegel (το S που είναι σαν κεραυνός), ο οποίος σημαίνει «Victory», Νίκη. Συμβολικά περιέχεται, κατ' αντιστοιχία, στην ατάκα του Αντισυνταγματάρχη τού --"Ride of the Valkyries" (επίσης Norse αναφορά, μέσω Wagner) "εναέριου ιππικού" των ελικοπτέρων, W. Kilgore (Robert Duvall) (Kill-Gore) : κατά τον βομβαρδισμό (βλ. motto "Death from Above") : «Ι Love the smell of Napalm in the Morning. It smells like...[pause]...Victory!"
(Αγαπώ την μυρωδιά των Ναπάλμ το πρωί. Μυρίζει σαν...[παύση]...Νίκη!)
Το άλλο πολύ διαδεδομένο σύνθημα από την ταινία, είναι το "Charlie Don't Surf". (Ο Τσάρλυ δεν κάνει Σερφ).
Έχει πολλές συνθηματικές προεκτάσεις αυτό, αλλά οι βασικές είναι οι εξής :
"Charlie" ονόμαζαν συνθηματικά οι Αμερικανοί στρατιώτες τους Viet-Cong (δηλαδή τον Βιετναμέζικο "κόκκινο στρατό"), ή, κατά συντομία, V.C.. Eπειδή το γράμμα C στον --πολύ γνωστο πιά-- φωνητικό κώδικα ασυρμάτων του NATO, είναι Charlie (όπως πχ το P είναι Papa, το Τ είναι Tango, κλπ, για να γίνεται σωστά το spelling των λέξεων στα παράσιτα του ασύρματου ή στα τηλέφωνα), το V είναι Victory, έτσι έχουμε V. C., δηλαδή Victory Charlie...
Το Charlie (το C) είναι το ίδιο για το αρχικό γράμμα του όρου Communist, τελικά έμεινε γενικώς να σημαίνει τον συγκεκριμένο εχθρό, στους Αμερικανούς.
Charlie Don't Surf. Ο Charlie δεν κάνει Surf, δηλαδή. Δεν έχει Καλιφόρνια, ελεύθερη νεολαία, ελεύθερες παραλίες με κύμματα και Surfers. Έχει τα Γκούλαγκ και το Τείχος του Βερολίνου, και την KGB που παρακολουθεί κάθε του κίνηση. 
Κeep On Rockin' in the Free World...
 
 
 
Ο Ανείπωτος Νόμος
Μόλις αναφέρεις κάτι :
Αν είναι καλό, γρουσουζεύεται και χάνεται.
Αν είναι κακό, συμβαίνει.
Η παράδοξη αυτή πεποίθηση, συμπλέκεται και με τον λεγόμενο «Νόμο των Προσδοκιών» :
Οι αρνητικές προσδοκίες προκαλούν αρνητικά αποτελέσματα.
Οι θετικές προσδοκίες προκαλούν αρνητικά αποτελέσματα.
 
 

FEATHERHEART
ΦτεροΚαρδιά
Οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι μετά τον θάνατο, ο Άνουβις σε παίρνει μπροστά σε μία ζυγαριά. Από την μία έβαζε ένα φτερό. Από την άλλη την καρδιά σου. 
Αν η καρδιά είναι πιο βαριά από το φτερό ...την πάτησες, φίλε.
 


Blind Willie Johnson 's  
“DARK WAS THE NIGHT, COLD WAS THE GROUND”
(Σκοτεινή ήταν η νύχτα, κρύο ήταν το χώμα...)
Ο Blind Willie Johnson, o θρυλικός τυφλός Blues Man ηχογράφησε μόνο τριάντα κομμάτια ανάμεσα στο 1927 και στο 1930 (τα πρώτα, και αυτό το θρυλλικό κομμάτι, επί τόπου στο Texas, από έναν εξοπλισμένο περιοδεύοντα κυνηγό ταλέντων της Columbia Records). Ανάμεσα τους και το φημισμένο εμβληματικό κομμάτι με αυτόν τον τίτλο, που θεωρείται από τους ειδικούς το καλύτερο Blues όλων των εποχών.
Το καταπληκτικό γεγονός αυτού του ανεπανάληπτου Blues song, είναι ότι δεν έχει στίχους, αλλά ο Blind Willie Johnson τραγουδάει. Όμως, δεν τραγουδάει. Βογγάει. Κλαίει μελωδικά. Είναι το ύστατο τραγούδι του πόνου, ένας Ιώβειος σπαραγμός, ο πόνος του Ανθρώπου. 
Ο πάμφτωχος Blind Willie Johnson με τα βογγητά του και το απαράμιλλο παίξιμο της Slide κιθάρας του (που έμεινε στην Ιστορία), πίσω στον Χρόνο, μέσα στις κακουχίες, παίζει τον πόνο του, έχει νυχτώσει, κάνει κρύο, και δεν έχει πού να κοιμηθεί.
Στην πραγματικότητα, (δεν είναι ευρύτερα γνωστό αυτό), το κομμάτι αυτό που παίζει ο θεόπνευστος νέγρος, είναι ένας ύμνος, που έχει κανονικούς στίχους, είναι ένα παμπάλαιο Gospel. Γραμμένο από έναν Άγγλο κληρικό, τον Thomas Haweis, το 1792. Στην ουσία, είναι ένας θρήνος για τον Χριστό στον Κήπο των Ελαιών. Αυτοί είναι οι στίχοι :

Dark was the night, cold was the ground
On which the Lord was laid
His sweat like drops of blood ran down
In agony Ηe prayed.
 
"Father, remove this bitter cup,
If such Thy sacred will;
If not, content to drink it up
Thy pleasure I fulfill."
 
Go to the Garden, sinner, see
Those precious drops that flow;
The heavy load He bore for thee;
For thee Ηe lies so low...

Κι όπως ακριβώς ο Χριστός παρήγγειλε ότι όταν βοηθάς τον ελάχιστο από τους αδελφούς Του, βοηθάς Αυτόν, (όπως όταν σου χτυπάει την πόρτα ένας άστεγος και σου ζητάει βοήθεια, είναι ο ίδιος ο Χριστός που σου χτυπάει την πόρτα), κι ότι θα είναι μαζί με τους ανθρώπους ως την συντέλεια των αιώνων, και, όπως την είχε ο Χριστός στο Όρος των Ελαιών και στην Σταύρωση, αυτός που έχει την αγωνία του πόνου και της κακουχίας και τις στιγμές απελπισίας, ταυτίζεται με τον ίδιο τον Χριστό, όπως ο συγχωρεμένος Blind Willie Johnson που μέσα στον πόνο του προσπαθεί να τραγουδήσει τον ύμνο, στην Blues εκδοχή του, και το μόνο που καταφέρνει είναι κάτι μελωδικά βογγητά και θρηνητικά μουρμουρητά, ένα μελωδικό κλαψούρισμα.
(Και πάλι, εδώ βλέπουμε, το τραγούδι δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς τον τίτλο του...)
Ο Johnson ήταν τυφλός, δεν μπορούσε να διαβάσει τους στίχους του ύμνου, τον οποίον όμως είχε ακούσει να τραγουδιέται ως gospel στην εκκλησία, και γνώριζε μόνο την μελωδία και το συναίσθημά του, από μνήμης, ίσως και κάποιους λίγους σκόρπιους στίχους. Αλλά τον έπαιξε και τον τραγούδησε μέσα από την πονεμένη καρδιά του, μέσα στην θλίψη του, όπως μπορούσε, με την συνοδεία της πολύ δεξιοτεχνούς slide κιθάρας του.
Κι έτσι, κρατήθηκε μόνο ο τίτλος, που στην αυθεντική μορφή του χάθηκε εντελώς μέσα στους καιρούς, αλλά αποθανατίστηκε για πάντα στο Blues.
Το 1977 έγινε ένα μεγάλο συμβούλιο στην NASA, για να αποφασιστούν τα πράγματα που θα συμπεριληφθούν στον φημισμένο Χρυσό Δίσκο του διαστημικού σκάφους Vοyager-1,  που θα το άφηναν να χαθεί στο Σύμπαν, με τα μηνύματα από την Γη, με την ελπίδα ότι μπορεί κάποτε να το ανακαλύψει ένας εξωγήινος πολιτισμός. Μαζί με χαιρετισμούς σε 55 ανθρώπινες γλώσσες, ένα σωρό ήχους της φύσης, τον χτύπο μιας ανθρώπινης καρδιάς, το γέλιο ενός παιδιού, εκρήξεις ηφαιστείων, και την μουσική του Μπετόβεν, του Μότσαρτ και του Μπαχ, συμπεριλήφθηκε η Blues ηχογράφηση του Dark Was the Night, Cold Was the Ground, του Blind Willie Johnson
Που, από τότε, ταξιδεύει στο έναστρο διάστημα, και, αυτήν την στιγμή που γράφω, κλαίει με την κιθάρα του τον πόνο του Ανθρώπου, εξερευνώντας το Σύμπαν. 



(Τέλος Α΄Μέρους)


Παντελής Β. Γιαννουλάκης








V.