GOING UNDERGROUND! 
(ΠΕΡΝΩΝΤΑΣ ΣΤΟΝ ΥΠΟΚΟΣΜΟ...)

Σήμερα περνούσαν κάτω από το μπαλκόνι μου οι μαύρες λιμουζίνες των ελεγκτών τού λεγόμενου Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, κι εγώ έκλεινα τις κουρτίνες μήπως τυχόν και κάποιος από την ασφάλειά τους, που τσεκάρει την περίμετρο, δει με τα κιάλια του μέσα από το παράθυρό μου και ανακαλύψουν ότι στον τοίχο μου έχω πορτραίτα ρομαντικών συγγραφέων του προηγούμενου αιώνα, ένα σπαθί Σαρακηνού πειρατή, ψυχεδελικές εικόνες από το 2001: Οδύσσεια του Διαστήματος, φωτογραφίες του Lon Chaney (ποιος είναι αυτός;) από το χαμένο London After Midnight, και του Salvator Dali («Ποια είναι η γνώμη σας για τα ναρκωτικά;» τον ρωτούσαν, «Τα ναρκωτικά;;; Εγώ είμαι τα ναρκωτικά!!!» έλεγε), και κάτι κέλτικες άρπες των Βάρδων και κάτι παράξενες μάσκες θεοτήτων από την Πολυνησία, γιατί θα με καταλάβουν ότι δεν ενδιαφέρομαι για τα δελτία ειδήσεων που στήνουν για όλους μας και –φαντάζομαι– θα με συλλάβουν ή θα με φορολογήσουν ακριβότερα.
Προχθές ο θυρωρός μού έφερνε πάλι λογαριασμούς όλων των ειδών (θεωρεί ότι κάνω συλλογή), κι εγώ, καθώς άνοιγα την πόρτα μόνο μια χαραμάδα, πίσω της προσπαθούσα με το πόδι μου να κρατήσω όλα τα ξωτικά και τα γκόμπλινς μέσα στη ντουλάπα του διαδρόμου, γιατί θέλανε να βγούνε και να τον φάνε. Συνέχεια τους εξηγώ ότι μπορούν να τρώνε μόνο τους λογαριασμούς, αλλά δεν καταλαβαίνουν!
Θυμάμαι τότε που οι τράπεζες με έπαιρναν συνέχεια τηλέφωνο, (αυτή τη δουλειά κάνουν οι άνθρωποι, είναι τηλεφωνήτριες, ξοδεύουν τα λεφτά του κοσμάκη στα τηλέφωνα –αλλά θα μου πεις οι τηλεφωνικές εταιρίες πάλι σ’ αυτούς τα δίνουν), κι εγώ δεν το σήκωνα γιατί θα άκουγαν από το ακουστικό τις μουσικές από Theremin και τα χαβανέζικα, τις ντανταϊστικές ηχογραφήσεις και τους παραμορφωμένους δρυοκολάπτες του Luc Ferrari, για να μη μιλήσω και για τη Diamanda Gallas («Ο Εαυτόν Τιμωρούμενος»), κ.ά., που ακούγονται από τα ηχεία του ταλαίπωρου στερεοφωνικού μου. Παλιά το σήκωνα το τηλέφωνο, αλλά μόλις ακούγανε αυτά τα παράξενα πράγματα από το βάθος, άκουγα τις τηλεφωνήτριες να συνεννοούνται και να λένε πράγματα του στυλ: «Βρήκαμε κι άλλον, είναι περίπτωση Χ-16, φώναξε την προϊσταμένη...» και άλλα τέτοια συνθηματικά, και καταλάβαινα ότι με σημειώνανε ως αναξιόπιστο (οι δημόσιοι υπάλληλοι, απ’ όσο ξέρω, είναι οι πιο αξιόπιστοι), και ως «εκκεντρικό», δηλαδή ως περίπτωση που δεν μπορούν να χειριστούν τα κεντρικά τους, και με βάζανε στη λίστα για περαιτέρω συνεχείς ενοχλήσεις όλων των ειδών από μισθοφόρους, (η νέα τους εφεύρεση είναι τα μη-επανδρωμένα τηλεκατευθυνόμενα σκάφη που έρχονται έξω από το παράθυρό σου και φωνάζουν ηχογραφημένα μηνύματα με τηλεβόα: «Το μήνυμα αυτό απευθύνεται....κλπ...κλπ...» Γι’ αυτό, έλεγα, ας παίρνουν όσα τηλέφωνα θέλουν, εγώ δεν το σηκώνω, (αλλά δεν το άκουγα κιόλας κάτω από τους παραμορφωμένους δρυοκολάπτες)....
Ο φίλος μου ο Μάρκος (μέγας συνωμοσιολόγος) με συμβούλεψε τα απογεύματα να ανοίγω την τηλεόραση με τον ήχο στο τέρμα, για να ακούνε οι γείτονες τις ειδήσεις και να νομίζουνε ότι είμαι νορμάλ. (O Μάρκος όντως έχει δίκιο, το κόλπο δουλεύει, με βλέπουν στον δρόμο και με χαιρετούν σαν να μην είμαι αόρατος εξωγήινος). Κι έτσι αποφεύγω να με καρφώσουνε στην εκάστοτε κυβέρνηση ότι δεν τής δίνω σημασία. (Ο Μάρκος λέει ότι αυτά τα πράγματα κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα, κι έτσι φτάνουν από τη γειτονιά μέχρι τις αρμόδιες υπηρεσίες). Εδώ και λίγο καιρό που το κάνω αυτό τα απογεύματα, είμαι βέβαιος ότι ο τύπος που λέει τις ειδήσεις στην τηλεόραση έχει τρόπο και βλέπει μέσα στο σπίτι. Μιλάμε για αμφίδρομη παρακολούθηση, τον βλέπεις εσύ στην τηλεόραση αλλά σε βλέπει κι αυτός από την τηλεόραση. 
.......Προχθές καθόμασταν με τον Μάρκο και πειραματιζόμασταν την ώρα που ο τύπος λέει τις ειδήσεις: ανοίγαμε ένα βιβλίο και μάς κοιτούσε αυστηρά. Κλείναμε το βιβλίο και χαμογελούσε. Ανοίγαμε το βιβλίο και ξερόβηχε. Κλείναμε το βιβλίο και κουνούσε επιδοκιμαστικά το κεφάλι του ευχαριστημένος. Πηγαίναμε να γελάσουμε με την κατάσταση, κι εκείνος αμέσως άρχιζε να μάς δείχνει κηδείες και γυναίκες που κλαίνε και νοσοκομεία κλπ κλπ. Πήγαινα να πατήσω το κουμπί να κλείσω την τηλεόραση και ο τηλεπαρουσιαστής έβγαζε άλλους τέσσερις τύπους  σε παράθυρα που με κοιτούσαν και φώναζαν όλοι μαζί! Ο Μάρκος μού είπε καλύτερα να μη μιλάμε γιατί ήταν σίγουρος ότι μάς άκουγαν κιόλας, και μου έφερε ένα σημειωματάριο, στο οποίο γράφουμε ό,τι έχουμε να πούμε και σχίζουμε σελίδες και τις δίνουμε ο ένας στον άλλον, κι ο Μάρκος μού είπε να διπλώνουμε τα χαρτιά όταν τα δίνουμε, για να μη διαβάζουν τι γράφουμε οι άνθρωποι από την τηλεόραση, και, πραγματικά, όταν πήγαινα να του δώσω το χαρτί με αυτό που ήθελα να του πω, ο τηλεπαρουσιαστής ήταν σαν να έσκυβε από την οθόνη για να δει τι έγραφα!
Ευτυχώς που έχω και μερικούς φίλους που ξέρουν από αυτά τα πράγματα και καταλαβαινόμαστε...

Καθώς η χώρα ολόκληρη είναι βυθισμένη στη μιζέρια, στα βογκητά και στη γκρίνια, στη μαυρίλα και στην απελπισία, υπακούοντας στις μαγικές υπνωτιστικές εντολές που εκπέμπονται από τηλεοράσεις, ραδιόφωνα κι εφημερίδες, εγώ έχω μία καταπακτή κάτω από το κρεβάτι μου, στο πάτωμα, όπου κανείς δεν βλέπει, κανείς δεν πηγαίνει, κανείς δεν ξέρει. Ανοίγω την καταπακτή και βγαίνει φως από εκεί κάτω, είναι το φως που υπάρχει μέσα σε κάθε άνθρωπο, το φως του κόσμου, το φως που κινδυνεύει να σβήσει, αλλά ευτυχώς που μερικοί από εμάς το φυγαδεύουμε και το προστατεύουμε, και ίσως θα συνεχίσει έτσι να υπάρχει (γι’ αυτούς που δεν θα καταλήξουν να το απεχθάνονται, ή που δεν θα το προδώσουν για να μην τους μειώσουν τη σύνταξη για να πεθάνουν ευτυχισμένοι συνταξιούχοι). 
Για εμάς υπάρχει ακόμη η ποίηση, η καλή μουσική, η εξερεύνηση του Αγνώστου, η μεταφυσική φιλοσοφία, η Περιπέτεια, η λογοτεχνία, η ζωγραφική, το Σύμπαν, η φιλία, ο έρωτας, η εντομολογία, τα φεγγάρια του Δία, η φαντασία, τα παιχνίδια, η δικαιοσύνη κι η καλοσύνη, οι παράξενες αναζητήσεις, τα πειράματα, οι εναλλακτικές οπτικές των πραγμάτων.
Οι εναλλακτικές οπτικές των πραγμάτων;; 
Τί απέγιναν αυτές;; 
Τι συνέβη και ξαφνικά όλοι σκέφτονται τα ίδια;; Γιατί λειτουργούν όλοι με τον ίδιο τρόπο; Τι απέγιναν οι εναλλακτικές λειτουργίες; 
Η εναλλακτική σκέψη! Η εναλλακτική φιλοσοφία, η εναλλακτική προσέγγιση της πραγματικότητας! Τι απέγινε η Αντι-Κουλτούρα (The Counter-Culture) μας? Πώς εισέβαλλε έτσι σε όλα τα μυαλά η τεχνητή οικονομική κρίση, η κρίση των ιδεών, η κρίση των κρίσεων, και το τάδε και το δείνα πρόβλημα του κράτους;... (Οι εκπομπές θέλουν να κάνουν όλους τους ανθρώπους λογιστές, να παρακολουθούν τα λογιστικά προβλήματα που έχουν αντικαταστήσει τις ανούσιες πολιτικές ανησυχίες...)

Σήμερα που έβγαινα από το σπίτι κρατούσα κάτι παράξενα περιοδικά, και μάλλον τράβηξα την προσοχή επειδή δεν ήμουν σκυθρωπός και βιαστικός, που-και-που κοιτούσα τον ουρανό και όχι συνέχεια το πεζοδρόμιο, και δεν σταμάτησα να κοιτάξω τα πρωτοσέλιδα των κρεμασμένων εφημερίδων όταν έπρεπε. Δύο μαυροντυμένοι τύποι άρχισαν να με ακολουθούν. Ήταν άνθρωποι της Υ.Δ.Ο. (Υπηρεσία Διώξεως Ονειροπόλων). Σε μια γωνία με σταμάτησαν άγρια και άρχισαν τις ερωτήσεις:
«Σας αρέσει ο Ρεμπώ;» είπε ο ένας. «Ε, χμ, ναι, ίσως, μερικές φορές», είπα, ήξερα ότι έπρεπε να απαντήσω «ποιος είναι αυτός;» αλλά δεν ήθελα και να αρνηθώ και τον Ρεμπώ εδώ που καταντήσαμε. «Πώς σάς φαίνεται το ότι παράτησε την ποίηση κι έφυγε και πήγε κι έγινε λαθρέμπορος όπλων στην Αβησσυνία, μακριά από τον κόσμο όπως τον ήξερε;...» ρώτησε ο άλλος. «Ε, δεν ξέρω, μού φαίνεται λίγο ενδιαφέρον, αλλά, ε, δεν είναι και τόσο μακριά η Αβησσυνία, και....» .....«Πείτε μας, τότε, είναι αρκετά μακριά η Κούφια Γη;;;...» 
Ωπ, αυτοί με αναγνώρισαν!!! Κλώτσησα τον έναν, έσπρωξα τον άλλον, κι άρχισα να τρέχω. «Σταμάτα! Νομίζεις δεν θα φτάσει το Δ.Ν.Τ. και οι "Θεσμοί" στην Κούφια Γη;; Παραδόσου!» φώναζαν, και όλοι οι άνθρωποι έβγαιναν έντρομοι στα μπαλκόνια και με έδειχναν με το δάχτυλο τους τσιρίζοντας, όπως στο φινάλε από το παλιό Invasion of the Body Snatchers.   
Πίσω από την επόμενη γωνία, με μια δρασκελιά, άνοιξα ένα καπάκι του δρόμου και βρέθηκα κάτω στον υπόνομο. Γλύτωσα! 
Εκεί, αμέσως με υποδέχτηκαν αντιστασιακά τα μέλη της «Αδελφότητας των Υπονόμων». 

Λοιπόν, φυγαδεύσαμε και τον Μάρκο και τους άλλους φίλους, και, εκεί κάτω στους υπονόμους, μαζί με όλο το Underground, συνωμοτούμε για την ανατροπή του κατεστημένου της επιφανείας. Θα τα καταφέρουμε, μάλλον, αλλά, έτσι όπως έχουν αρχίσει όλοι να συνωμοσιολογούν, αναρωτιέμαι αν θα μείνει στο τέλος επιφάνεια και δεν έρθουν όλοι εδώ κάτω, κι εμείς δεν θα έχουμε πού να πάμε...









ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Περνούν τα χρόνια και, εγώ κι οι φίλοι μου και οι Συνταξιδιώτες μας, παντού και πάντα αναρωτιόμαστε για τα μεγάλα ερωτήματα. Ποιοί αληθινά είμαστε, από πού ήρθαμε, πού πάμε, γιατί, κλπ. Κι ένα σωρό άλλα ερωτήματα που πηγάζουν από τα αμέτρητα μυστήρια του ανθρώπου και των κόσμων του. Και, σ’ ένα ατέρμονο κυνήγι αναζήτησης, συλλαμβάνουμε και διανθίζουμε όλο και πιο πολύ τις μεγάλες απαντήσεις σε όλα αυτά. (Κι ακόμη κι αν θέλεις να τα μεταδώσεις όλα αυτά, οι απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα είναι τόσο μεγάλες και περίπλοκες, που κανείς δεν αφιερώνει χρόνο για να τις ακούσει και να τις μελετήσει σοβαρά και να τις κατανοήσει, ή, άλλοτε, είναι τόσο μικρές και απλές, που κανείς δεν τούς δίνει σημασία...)  
Ώσπου μια μέρα, εγώ, ένας αφοσιωμένος ή παθιασμένος κυνηγός των μεγάλων απαντήσεων των μεγάλων ερωτήσεων, άκουσα ένα αξιοθαύμαστο μικρό αγόρι επτά-οκτώ χρονών, να με ρωτάει:
«Αφότου έχεις ακούσει έναν ήχο, μετά πού πηγαίνει ο ήχος;;...»
«...!...» (Τί τού απαντάς;)
Εκείνος συνέχισε: «Τώρα που έχουμε αναμμένες τις λάμπες, το δωμάτιο έχει πολύ φως. Και σκέψου ότι το δωμάτιο είναι πολύ καλά κλειστό. Αν όμως σβήσουμε τις λάμπες, απότομα, το φως εξαφανίζεται αμέσως! Πώς έφυγε και πού πήγε όλο αυτό το φως;;...»
«...!...» (Τι να πω; Αντί αυτού, δοκίμασα να πω κάτι, επ’ ευκαιρίας, για την ταχύτητα του φωτός, αλλά στο τέλος το παράτησα...)
«Αφού υπάρχει ταχύτητα του φωτός....Ποια είναι η ταχύτητα του σκοταδιού;;» ρώτησε.
«...!!...»
«Και θέλω να μού πεις: Πού ζει ο Θεός;...»
«...!!!...» (Μα, ναι, φυσικά, πού ζει ο Θεός;)
«Ω, δεν ξέρεις να μού πεις;...» είπε, κοιτώντας το απορημένο ή απελπισμένο βλέμμα μου.
«Να, ξέρεις, μικρέ, εμείς...πού να ξέρουμε πού ζει ο Θεός;...είμαστε τα δημιουργήματά του αλλά δεν ξέρουμε πολλά γι’ αυτόν...και...»
«Εγώ νομίζω πως λες ψέματα ότι δεν ξέρεις. Για να μη σε καταλάβει, γιατί είσαι παιχνίδι...»
«...!!....εγώ....μα, τί εννοείς;...»
«Να, τις προάλλες που βλέπαμε το Toy Story, την ταινία....Αν ο αστροναύτης, ο Buzz LightYear, στ’ αλήθεια δεν ξέρει ότι είναι παιχνίδι...τότε γιατί σταματάει να μιλάει και να κουνιέται όπως τα άλλα παιχνίδια όταν έρχονται οι άνθρωποι;... Και, είναι κάτι σαν θεοί του, και το ξέρει...άρα...»
«...!!!....χμ...ναι....»
«Λοιπόν;...»
«Ξέρεις....ο Πινόκιο που είναι ξύλινος και θέλει να γίνει αληθινό αγόρι....και...χμ....άσ’ το!...χμ....Α....Να, θυμάσαι εκείνον τον αστροναύτη που πήγε πρώτος για πρώτη φορά πάνω στο φεγγάρι, που βλέπαμε τη φωτογραφία του που κατέβαινε από τη σκάλα της σεληνακάτου, και βλέπαμε και την παλιά εκείνη ταινία από το φεγγάρι; Και ο άνθρωπος τότε, πιο κοντά στον Θεό, μόνος του εκεί πάνω, έτσι ένιωσε,  και...»
«Ναι...αλλά...ποιος έβγαλε τη φωτογραφία τού πρώτου ανθρώπου που κατεβαίνει στο φεγγάρι με τη σκάλα; Αφού ήταν ο πρώτος που κατέβηκε αυτός, ποιος τον έβγαλε φωτογραφία; Και ποιος τράβηξε την ταινία;....»
«...!!!....» (Σωστός ο μικρός...Τι τού λες τώρα;...)
«Λοιπόν;» είπε. «Γιατί κάνουμε ότι δεν ξέρουμε πού ζει ο Θεός; Αφού μάλλον...το ξέρει ότι δεν είμαστε παιχνίδια...»
«!!....» (..Ιδέα!...) «Ε, να...φαίνεται...έχουμε πάθει αμνησία!....Αυτό είναι: Πάθαμε όλοι αμνησία εδώ....και...εκείνος ο αρχαίος σοφός που σού έλεγα....χμ....εκείνος στην προτομή....ο Πλάτωνας με το μεγάλο μούσι...έλεγε...»
«Α....αν κάποιος λοιπόν έχει πάθει αμνησία, και μετά γίνει καλά...θα θυμάται ότι τα είχε ξεχάσει όλα;...»
«...!!...» (χμ, ΟΚ...θα θυμάται;;...) Αυτοσχεδίασα: «Λοιπόν, δες το έτσι, αν όλες οι χώρες χρωστάνε, (γιατί όλες χρωστάνε), πού πήγαν όλα τα λεφτά; Πού βρίσκονται;...» (Αυτό δεν φάνηκε να το κατάλαβε –αλλά κι εγώ μετά δυσκολίας το συσχέτισα, ως τραβηγμένη αλληγορία...) «Άσ’ το αυτό...» «Είναι ελαττώματα της λογικής μας αυτά, προβλήματα του μυαλού μας, που δείχνουν ότι κάτι μάς διαφεύγει στη λογική...στη σκέψη....όταν σκεφτόμαστε....δεν σκεφτόμαστε σωστά....» «Χμ...Λοιπόν...Αν σε κάτι που κάνεις, επίτηδες θέλεις να αποτύχεις, και το επιτύχεις αυτό...τότε...πέτυχες ή απέτυχες;...» (Χα, χα, αυτό τού άρεσε...) Όμως, σαν μικρό παιδί, όλα αυτά τον παρέσυραν ενθουσιωδώς σε συναγωνισμό για το ποιος θα πει την πιο έξυπνη αυτο-ακυρούμενη ατάκα...
«Άραγε, μπορείς να ονειρευτείς ότι ονειρεύεσαι;...» ρώτησε, σαν να έκανε μια μεγάλη ανακάλυψη...
«Άκου που σου λέω, μπορείς...Ένα όνειρο μέσα σ’ ένα όνειρο, όπως με τους αντικριστούς καθρέφτες» είπα, και πρόσθεσα (επιτέλους σε κάποιον που δεν το είχε ξανακούσει): «Αν σου πω ότι λέω πάντα ψέματα...λέω την αλήθεια;...τί λες;...»
(Παραδόξως δεν μπερδεύτηκε): «Όχι, λες ψέματα...» (λοιπόν, έχει δίκιο, σκεφτείτε το...)
Τέλος πάντων, δεν μπορείς να κάνεις φιλοσοφική συζήτηση με τα παιδιά, στο τέλος παίζουν αντί να φιλοσοφούν...όπως κι εμείς φιλοσοφούμε ενώ θά ‘πρεπε να παίζουμε...
Σταδιακά, δέχτηκα έναν καταιγισμό από τις πιο παράξενες παιδικές ερωτήσεις, που το παιδικό μυαλό τις μάζευε αφοσιωμένα και συλλεκτικά και τώρα έλπιζε πώς επιτέλους ένας μεγάλος θα μπορούσε να τις απαντήσει:
«Γιατί δεν υπάρχουν γατοτροφές με ποντίκι;...»
«Μπορείς να φουσκώσεις ένα μπαλόνι μέσα στο νερό;...»
«Όταν κάποιος είναι ιδιοκτήτης ενός κομματιού γης, αυτή η γη τού ανήκει μέχρι το κέντρο της Γης;...»
«Γιατί η κόλλα δεν κολλάει μέσα στο σωληνάριο;...»
«Γιατί στο αεροπλάνο που ταξιδέψαμε, στην περίπτωση που κάτι πάθει το αεροπλάνο, κάτω από το κάθισμα βάζουν σωσίβια για πλοίο και δεν βάζουν αλεξίπτωτα;...»
«Το “μαύρο κουτί” των αεροπλάνων δεν παθαίνει τίποτε και το βρίσκουν και τούς λέει τι έγινε, επειδή είναι φτιαγμένο από ένα ειδικό υλικό που δεν καταστρέφεται. Γιατί δεν φτιάχνουν από αυτό το υλικό όλο το αεροπλάνο;...»
«Γιατί, για να κλείσουμε το κομπιούτερ [στα Windows], πατάμε με το βελάκι το κουμπί που γράφει “Έναρξη”;...»
«Γιατί, στο καρτούν, ο πεινάλας Coyote που κυνηγάει ασταμάτητα τον Road Runner [μπιπ-μπιπ!] για να τον φάει, αφού έχει τόσα λεφτά και παραγγέλνει όλα αυτά τα μηχανήματα και τις παγίδες και τις βόμβες και τους πυραύλους, δεν παραγγέλνει φαγητό να φάει π.χ. ένα κοτόπουλο;...»
«Γιατί ο Γκούφυ περπατάει όρθιος και μιλάει, και ο Πλούτο είναι συνέχεια στα τέσσερα και μόνο γαβγίζει, ενώ είναι και οι δύο σκύλοι;...»
«Γιατί οι μεγάλοι, για να πουν ότι δουλεύουν πολύ, λένε “δουλεύω σαν το σκυλί”, αφού οι σκύλοι είναι συνέχεια αραγμένοι και δεν κάνουν τίποτα;...»
«Γιατί ο Νώε δεν έκλεισε έξω από την κιβωτό το ζευγάρι με τα άτιμα τα κουνούπια;...»
«Για να φτιάξουμε ελαιόλαδο ζουπάμε τις ελιές, για καλαμποκέλαιο ζουπάμε τα καλαμπόκια, για ηλιέλαιο ζουπάμε τα ηλιολούλουδα....αλλά...για το Baby Oil τί ζουπάμε;;...»
«Γιατί μου λες ότι η μύτη μου τρέχει....και ότι τα πόδια μου μυρίζουν;...»
«Μα, ο Ταρζάν δεν θα έπρεπε να έχει γενειάδα;...»
«Η μαμά μου όταν ήμουν μωρό με τάιζε με μικρά κουταλάκια, ενώ οι μεγάλοι τρώνε με κουτάλια. Οι Κινέζοι τρώνε με ξυλάκια, οπότε οι οδοντογλυφίδες είναι για να τρώνε τα μικρά Κινεζάκια;...»
«Οι Καμικάζι γιατί φοράνε κράνη;...»
«Γιατί στο τηλεκοντρόλ έχει κουμπί για να ανοίγει [Eject] το βίντεο;....αφού πρέπει να σηκωθείς για να βγάλεις το cd ή την κασέτα...»
«Αν έλεγα στο Τζίνι: “εύχομαι να μην μου πραγματοποιήσεις αυτήν μου την ευχή”…τί θα έκανε το Τζίνι;;...»
«Αν οι άνθρωποι εξελίχτηκαν από τους πιθήκους, όπως μού λέει ο παππούς, γιατί υπάρχουν ακόμη πίθηκοι; Δεν τελείωσαν;...Και, πότε θα γίνουν άνθρωποι;...»
«Αφού όλα τα έντομα έχουν τόση μανία με το φως, και όλα πετάνε συνέχεια προς το φως όταν το δουν, γιατί δεν πετάνε όλα μαζί προς τον ήλιο; –να φύγουν να ησυχάσουμε...»
«Τι ήταν πρώτο; Το πορτοκαλί ή το πορτοκάλι;...»
«Με τί σπόρους, δηλαδή κουκούτσια, βγαίνουν τα σταφύλια χωρίς κουκούτσια;...»
«Τί χρώμα έχει ο χαμαιλέοντας;...»
«Μπορείς να κλάψεις μέσα στο νερό;...»
«Τα ψάρια διψάνε ποτέ;...»

Τα παιδιά έχουν μεγαλύτερες ερωτήσεις από τους μεγάλους, και θέλουν απαντήσεις για όλες. Ίσως γι’ αυτό να τούς ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών, αλλά μέχρι να μεγαλώσουν την έχουν πουλήσει... Εγώ, για παράδειγμα, τώρα μόλις σκέφτηκα να πάω να κάνω copyright το σύμβολο τού Copyright... ©

Παντελής Γιαννουλάκης







ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΠΑΝΤΕΛΗ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΚΗ
ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΗ
ΔΕΥΤΕΡΑ 12 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2015, ώρα 8.00 μμ

"ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΣΤΗN ΦΑΡΜΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΤΟ MATRIX"

στο
ART CAFFE
Tσακάλωφ 3, Κατερίνη

Ο συγγραφέας Παντελής Γιαννουλάκης στην Κατερίνη
Oμιλία και ανοιχτή συζήτηση
...
για την κατάσταση της τυραννικής πραγματικότητας την οποία βιώνουμε
και τα σκοτεινά παρασκήνια της

(Στον χώρο, διαθέσιμα βιβλία & έντυπα του Π. Γ. και των εκδόσεων "Άγνωστο")