–Ποιο σπίτι; Δεν υπάρχει κανένα σπίτι εδώ δίπλα.
–Ε, τότε ας φτιάξουμε ένα..»
Κι αφού όλοι μας ήμασταν κάποτε παιδιά, πώς είναι δυνατόν να ξεχάσαμε τους θησαυρούς αυτής της φωτισμένης αντίληψης των πραγμάτων; Κι αφού όλοι μας ποθήσαμε κάποτε να ανακτήσουμε τον χαμένο κόσμο της παιδικής μας ηλικίας, γιατί ποτέ δεν κάναμε το βήμα να θυμηθούμε τον τρόπο με τον οποίο κοιτούσαμε τότε τον κόσμο γύρω μας;
Όσοι έχουν οι ίδιοι παιδιά, διακρίνουν κάτι από αυτόν τον χαμένο παράδεισο, το βλέπουν στο βλέμμα των παιδιών τους. Εγώ ο ίδιος, κάθε μέρα, παρατηρώ τον μικρό μας γιό να εξερευνεί με δέος τα πάντα και να ανακαλύπτει ένα υπέροχο θαύμα πίσω από κάθε απλή υπόθεση της καθημερινότητας και του περιβάλλοντος, πίσω από κάθε ιδέα ή λέξη, εικόνα ή ήχο, αντικείμενο ή θέα.
Το βλέπω με τα ίδια μου τα μάτια, με λεπτομέρειες, και αυτό με βοηθά να το θυμηθώ και στη δική μου περίπτωση: ο κόσμος είναι ένα μέρος θαυμάτων και μυστηρίων όταν είσαι παιδί. Και δεν αλλάζει όταν μεγαλώνεις. Εσύ είσαι που αλλάζεις. Η αλήθεια παραμένει, εσύ είσαι που την έχασες. Όταν είσαι παιδί, ο Παράδεισος σου ανήκει. Και όταν μεγαλώνεις είσαι σαν εκπεσόντας άγγελος, σαν εξόριστος από τον Παράδεισο, σαν προδότης της πατρίδας σου ή σαν άρρωστος που πάσχεις από αμνησία ενώ κάποτε ήξερες τα πάντα.
Ναι, όταν είσαι παιδί, μοιάζεις με τον Αδάμ στον θρυλικό Κήπο του Παραδείσου, που ήταν ο πρώτος που γνώρισε τα πάντα για πρώτη φορά, τη φύση, τον Θεό, τα δέντρα, τα ζώα, τον σύντροφο, το καλό και το κακό, το σεξ, τον άνεμο, τον ουρανό, τις λέξεις, και έδωσε τα ονόματά τους σε όλα τα όντα και τα φυτά.
Αυτό που δεν υπήρχε μέσα μας είναι η έννοια της σπουδαιότητας, η σημασία, που εννοιολογείται από την εξαίρεση. Όλα τα πράγματα ήταν σπουδαία και σημαντικά, μέχρι και τα πιο ευτελή, τα πιο ασήμαντα, τα πιο αδιάφορα για τους μεγάλους, τα πιο δεδομένα.
Η σκόνη, το χώμα και οι πέτρες των δρόμων ήταν πολύτιμες σαν διαμάντια και σπουδαίες σαν τεχνουργήματα. Κάθε παράξενο φύσημα του ανέμου ήταν αιτία δέους και θαυμασμού. Η πόρτα του σπιτιού, ο φράχτης του κήπου, στην αρχή ήταν το τέλος του κόσμου. Κι η εξερεύνηση ήταν η μόνη σημαντική υπόθεση, το ίδιο και το παιχνίδι, η χαρά, η αγάπη.
»Όλα τα πράγματα ζούσαν. Και όλα τα πράγματα ζούσαν αιώνια, το καθένα στο σωστό μέρος. Η αιωνιότητα εκδηλωνόταν στο φως της ημέρας, και κάτι το άπειρο εμφανιζόταν πίσω από τα πάντα, κάτι που ψιθύριζε στις προσδοκίες μου και κινούσε κάθε μου επιθυμία. Η ίδια η πόλη έμοιαζε να στέκει στον παράδεισο, ή να είναι χτισμένη στον ουρανό.
»Οι δρόμοι ήταν δικοί μου, οι ναοί ήταν δικοί μου, όλα τα παιχνίδια ήταν δικά μου, οι άνθρωποι ήταν δικοί μου, τα ρούχα τους που έλαμπαν σαν ασήμι και χρυσό ήταν δικά μου, το ίδιο και τα λαμπερά τους μάτια, το όμορφο δέρμα τους, τα εκφραστικά τους πρόσωπα. Οι ουρανοί ήταν δικοί μου, δικός μου ήταν και ο ήλιος και το φεγγάρι και τα αστέρια, που έβγαιναν εκεί πάνω μόνο για μένα, κι όλος ο κόσμος ήταν δικός μου, κι εγώ ήμουν ο μόνος παρατηρητής του, ο μόνος που τον απολάμβανε.
»Δεν ήξερα καμιά βάναυση ορθότητα, κανέναν περιορισμό, κανένα εμπόδιο, καμιά κατάταξη, καμιά υποδιαίρεση, κανένα όριο. Όλες οι υποθέσεις του κόσμου ήταν δικές μου, όλα τα όρια και τα περιεχόμενα δικά μου, όλοι οι θησαυροί του κόσμου και όλοι οι κάτοχοί τους ήταν δικοί μου.
»Αλλά, αργότερα, πολλά συνέβησαν και διαφθάρηκα, μολύνθηκα, και αναγκάστηκα να μάθω τα βρώμικα τεχνάσματα αυτού του κόσμου. Και τώρα προσπαθώ να τα ξεμάθω, και να γίνω όπως κάποτε ήμουν, ένα μικρό παιδί και πάλι, για να εισέλθω στη Βασιλεία των Ουρανών…»
Μου αρέσει να σκέφτομαι ότι αυτό το γαϊδουράκι (που αργότερα θα γίνει άλογο, έπειτα θα βγάλει το κέρατο της σοφίας και θα γίνει μονόκερως, και έπειτα θα αποκτήσει φτερά και θα γίνει πήγασος), είναι ένα απόκρυφο σύμβολο για τη φαντασία. Το μόνο αληθινά δικό μας πράγμα που έχουμε, είναι η φαντασία μας, κι αυτό είναι το μόνο δώρο που μας δίνει την οπτική όλων των πραγμάτων που δεν έχουμε, όλων εκείνων που έχουμε χάσει, όλων εκείνων που δεν ξέρουμε. Είναι μια σπίθα του Δημιουργού μέσα μας, είναι το ίδιο μας το πνεύμα: η δημιουργική μας σκέψη, η στάση μας απέναντι στο μυστήριο του κόσμου, ο στοχασμός μας, τα όνειρά μας. Κατά τη γνώμη μου, το Φανταστικό είναι η σημαντικότερη υπόθεση του ανθρωπίνου όντος.
Τα παιδιά αποτελούν ενσαρκώσεις του ίδιου του Φανταστικού της ανθρωπότητας μας. Το βλέμμα του παιδιού είναι η προσωποποίηση της επέκτασης της πραγματικότητας προς το θαυμαστό: η χαμένη παιδική μας ηλικία, τα χαμένα όνειρά μας, ο χαμένος αληθινός κόσμος, ο χαμένος Παράδεισος.
Το Φανταστικό, η ξέφρενη και θαυμαστή παιδική ηλικία του εαυτού μας –πριν αυτός κουραστεί, πληγωθεί, παραδοθεί, και πριν ξεχάσει τα πάντα για την αλήθεια του κόσμου– λειτουργεί σαν ένα κάλεσμα για υπέρβαση και για ατομική ελευθερία, που αντηχεί από τα τρίσβαθα της ανθρώπινης ύπαρξης. Κι αυτό το κάλεσμα είναι πολύ πραγματικό, αληθινά πραγματικό, και οι προοπτικές που διαγράφει, οι δίοδοι εξόδου από το τέλμα, είναι επίσης αληθινά πραγματικές. Γιατί η μόνη αληθινή πραγματικότητα είναι η εσωτερική, η μόνη αληθινή κατασκευή είναι αυτή που δομεί την ψυχή και τον νού μας, και βρίσκεται στην πιο πολύτιμη μορφή της στην πρότερη αυθεντική και φυσική της κατάσταση: όταν ήμασταν παιδιά. Τότε που γνωρίζαμε την αληθινή χρήση του παράξενου και ελεύθερου μηχανισμού του σύμπαντος, του αληθινού σύμπαντος: αυτού που κρύβουμε μέσα μας και όχι αυτού που μας εξηγεί η αστρονομία και η φυσική, και αυτού που βλέπουμε αυθόρμητα και φυσικά γύρω μας, για πρώτη φορά, χωρίς επίπλαστες ερμηνείες.
Μεγαλώνοντας ξεχνάμε, απογοητευόμαστε, αποκαρδιωνόμαστε, κουραζόμαστε, βαριόμαστε και λειτουργούμε σαν μαριονέτες ενός αόρατου οργανοπαίκτη. Είναι φρικτό, ούτε καν η σκέψη μας δεν εξαιρείται. Μαθαίνουμε να υπακούμε ακόμη και μέσα στις σκέψεις μας, και το πρώτο διανοητικό παραστράτημα το θεωρούμε ως κάποιο είδος «ανωμαλίας». Έχουμε διδαχτεί και συνηθίσει ένα σωρό ψέματα που τα θεωρούμε για απόλυτες αλήθειες, έτοιμες να καταδικάσουν ως ψέμα το κάλεσμα της παιδικής φαντασίας, χωρίς να μπορούν να αντικρίσουν κατά πρόσωπο το μέγεθος του ψέματος τους, τόσο γιγάντιο είναι. Κάτι σκοτώνει το παιδί μέσα μας για να στερήσει από την ανθρωπότητα την θαυμαστή της προοπτική.
Γύρω μας περιπλανιούνται σαν μηχανικές σκεπτόμενες σάρκες, άνθρωποι που κουβαλούν μέσα τους ένα νεκρό ή ετοιμοθάνατο παιδί. Ίσως αυτή να είναι η «ανάσταση» που πρέπει να μελετήσουμε και να κατορθώσουμε. Να νικήσουμε τον θάνατο που μας διδάσκουν μέρα με την ημέρα οι αόρατοι αφέντες μας, που έχουν εισβάλλει τόσο μελετημένα μέσα μας, που όταν ακούμε τη φωνή τους νομίζουμε ότι ακούμε τη δική μας. Το παιδί πρέπει να ξυπνήσει, γιατί ονειρεύεται όλο αυτό το κακάσχημο και θλιμμένο όνειρο.
Το παιδί μέσα μας θέλει να γίνει μάγος, να κάνει μάγια σ’ αυτήν την πραγματικότητα, να την μεταμορφώσει, να την υπερβεί. Είναι αλήθεια: μπορεί να το κάνει. Κάποτε το έκανε χωρίς να ξέρει απολύτως τίποτε γι' αυτήν την παιδική μαγεία που τώρα πρέπει να τη διδαχθεί ξανά.
4 comments:
Πολυ ομορφο κειμενο Παντελη μπραβο...με ταξιδεψε στον αγνα ονειρικο κοσμο της παιδικης μου ηλικιας...όπου ολα ηταν μαγικα και μυστηριωδη...
Παντελή, θέλω πολύ να σε συγχαρώ για ό,τι έχεις γράψει μέχρι τώρα, στο blog, σε περιοδικά και στα βιβλία σου. Επίσης και για τις διάφορες κινηματογραφικές, μουσικές και βιβλιογραφικές επιλογές σου.
Για αυτό το κείμενο, έχω να πω μόνο ότι με άγγιξε πολύ. Και αυτό γιατί όλες αυτές οι σκέψεις σου μου ήταν τόσο οικείες που ένιωσα πως αυτό το κείμενο θα μπορούσα να γράψω και εγώ ο ίδιος - αν βέβαια είχα και την ανάλογη λογοτεχνική επιδεξιότητα.
Πντλ , η εικόνα του άρθρου σου (pumpking )μου κίνησε το ενδιαφέρον . Αναρωτιέμαι, απο ποιόν καλλιτέχνη προέρχεται και τι μπορεί να συμβολίζει ? ευχαριστω !!!
Ευχαριστώ για τις σκέψεις σας.
Η εικόνα στην αρχή του κειμένου είναι πίνακας του Mark Ryden.
Οι πίνακες ζωγραφικής συμβολίζουν οτιδήποτε.
Δημοσίευση σχολίου