30 ΧΡΟΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ
30 ΧΡΟΝΙΑ
ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ
Σ’
αυτό το καλοκαίρι που πέρασε, συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από τον θάνατο του Jorge Luis
Borges.
Είναι
μία μελαγχολική επέτειος, διότι το 1986 η ανθρωπότητα έχασε για πάντα μία
τιτάνια βιβλιοθήκη, εκείνην που υπήρχε μέσα στον νού του Μπόρχες.
Ήταν
όλα εκείνα που είχε διαβάσει, ίσως ο πιο διαβασμένος άνθρωπος του 20ού αιώνα, ο
πιο όμορφα διαβασμένος, αλλά ήταν και όλα εκείνα που θα μπορούσε να γράψει
ακόμη, που θα μπορούσε να μας πει.
Στο
χρονικό αυτό διάστημα που μεσολάβησε από τότε, διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν
αμέτρητοι άνθρωποι που μπορούν να ζήσουν χωρίς
αυτόν, αλλά, επειδή εμείς ζούμε ακόμη, ότι υπάρχουν και άνθρωποι που μπορούν να
ζήσουν με αυτόν, ακόμη κι αν εκείνος
δεν ζει πια. Τον διαβάζουμε, τον σκεφτόμαστε, έχει μπει μέσα στην καρδιά μας.
Μεταμορφώθηκε, όπως θα το ήθελε και ο ίδιος, φαντάζομαι, σε Βιβλία και Μνήμη,
Αγάπη και Μυστήριο.
Δεν
ήθελε να είναι πια ο Μπόρχες, ήταν ένας τυφλός γέροντας.
Αν
ζούσε ακόμη, άραγε, τί θα έλεγε ο Μπόρχες για την εποχή μας; Πώς θα τού
φαινόταν;
Νομίζω
ότι δεν θα έλεγε τίποτα.
Θα
μας μιλούσε ακόμη για τα αιώνια πράγματα.
Αυτό
είναι το πρόβλημα. Τα πράγματα που συμβαίνουν, τα πράγματα που υπάρχουν σήμερα
γύρω μας, τα βλέπουν όλοι, ή έστω πάρα πολλοί.
Τα αιώνια πράγματα επίσης υπάρχουν, αλλά πρέπει κάποιος να μας μιλάει
για τα αιώνια πράγματα. Δεν φαίνονται σε όλους, και μάλλον σε πολύ λίγους. Πρέπει
κάποιος να τα εκπροσωπεί, να τα βλέπει και να μιλάει για λογαριασμό τους.
Πρέπει
κάποιος να μας μιλήσει για τα αιώνια πράγματα, για να μπορεί η αιωνιότητα να
είναι εδώ μαζί μας.
Για
να βλέπουμε ότι ο κόσμος είναι κάτι παραπάνω από αυτό που φαίνεται, και ότι
ίσως εμείς είμαστε κάτι παραπάνω από αυτό που νομίζουμε.
Είναι
πολύ θαυμαστό, νομίζω, το ότι τα έβλεπε ένας τυφλός.
Τα
έργα του Μπόρχες είναι μάλλον τα ωραιότερα που έχω διαβάσει, ως σύνολο, χωρίς
αμφιβολία.
Όταν
έφυγε από τον κόσμο ήμουν νέος ακόμη, γεμάτος δισταγμούς, αλλά, αν ζούσε
περισσότερο, θα ταξίδευα στο πιο μακρινό μέρος του κόσμου, οπουδήποτε, για να
πάω να τον βρω, να τον συναντήσω έστω για πολύ λίγο, να τον δω από κοντά, να
του σφίξω το χέρι, να τον ευχαριστήσω για τα γραπτά του, να τον ενθαρρύνω με
την ευγνωμοσύνη μου. Θα ήταν κάτι εξαιρετικά αξιομνημόνευτο για μένα. Δεν έγινε
ποτέ...
Έχω
γράψει αρκετά κείμενα γι’ αυτόν, κυρίως για να εκδηλώσω έτσι τον μεγάλο
θαυμασμό μου και την αγάπη μου.
Αν
ζούσε, άραγε, ακόμη, τι άλλο θα έγραφε, αν μπορούσε, αν ήθελε;
Μπορεί
κάποιος να σκεφτεί, τι σημασία έχει, αφού έγραψε τόσα πολλά, πόσα να γράψει πια
κανείς, δεν μπορεί να γράφει για πάντα!
Εγώ
δεν το βλέπω έτσι. Εγώ, αν ζούσε, θα ήθελα να μαθαίνω τα νέα του, τι του
συμβαίνει, τι σκέφτεται, ποιες είναι οι συμβουλές του, οι προτάσεις του, οι
ονειροπολήσεις του, οι κατασκευές του, οι αγωνίες του, οι ανακαλύψεις του. Έτσι το βλέπω.
Είναι
σαν να έχεις έναν μακρινό φίλο, ή έναν μακρινό παππού, που σου γράφει ένα
γράμμα κάθε τόσο, ένα πολύ ωραίο γράμμα πάντοτε, για σένα. Πάντα το περιμένεις,
κοιτάς στο γραμματοκιβώτιο αν ήρθε κάποιο γράμμα του.
Είχε
υποσχεθεί ότι θα σου γράψει πάλι. Ξαναδιαβάζεις τις παλαιότερες επιστολές του,
αναρωτιέσαι τι να κάνει, πότε θα σου γράψει νεότερα.
Και
ξαφνικά διαπιστώνεις ότι δεν έρχεται πια κανένα γράμμα του, κι αυτό σημαίνει
ότι έφυγε, δεν θα σου ξαναγράψει ποτέ πιά.
Έρχεται
κάποια στιγμή, που αναρωτιέσαι πόσα δεν σου είπε. Πόσα ακόμη θα μπορούσε να σου
πει. Τί θα σου έγραφε, άραγε, αν μπορούσε;
Τί
του συνέβη;
Σκέφτομαι
τώρα, με ένα χαμόγελο, ότι το έχει απαντήσει ο ίδιος ο Μπόρχες όλο αυτό! Είναι ένα
μυστήριο. Έχει πει την αλήθεια, γι’ αυτό το πράγμα. Δεν ξέρω αν είναι μυστικό,
αν δεν πρέπει να μιλάει κανείς γι’ αυτά τα θαυμαστά πράγματα.
Θυμήθηκα
κάτι που διάβασα κάποτε σε μία συνέντευξή του.
Ο
άλλος τον ρωτάει, αν έχει γράψει κάτι τώρα τελευταία. Ο Μπόρχες απαντάει, ναι,
έχει γράψει κάτι πολύ μικρά κομμάτια, επίσης δύο σοννέτα, α, και ένα ποίημα που
το έγραψε για έναν φίλο πού του υποσχέθηκε έναν ζωγραφικό πίνακα.
Και
διηγείται :
«Αλλά
πέθανε. Είναι ένας πολύ γνωστός Αργεντινός ζωγράφος, ο Larco.
Και τότε σκέφτηκα για τον πίνακα πού μάς είχε υποσχεθεί, που υποσχέθηκε στην
σύζυγό μου και σ’ εμένα –είχαμε συναντηθεί στον δρόμο– και έπειτα σκέφτηκα ότι
κατά κάποιον τρόπο μάς είχε δώσει τελικά έναν πίνακα, διότι είχε την πρόθεση να
το κάνει, κι έτσι ο πίνακας ήταν με κάποιον μυστικιστικό τρόπο μαζί μας. Αλλά ο
πίνακας αυτός ήταν ένας πιο πλούσιος και υπέροχος πίνακας, γιατί ήταν ένας
πίνακας που μεγάλωνε και εξελισσόταν και άλλαζε συνέχεια με τον χρόνο, και
μπορούσαμε να τον φανταστούμε με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Κι έπειτα στο
τέλος τον ευχαρίστησα με ευγνωμοσύνη για αυτόν τον ασταμάτητο, αιώνια
εναλασσόμενο πίνακα, λέγοντας ότι, φυσικά, δεν θα έβρισκε κανένα μέρος στους
τέσσερις τοίχους ενός δωματίου, αλλά παρ’ όλα αυτά θα ήταν εκεί μαζί μας.
»Αυτή
πάνω κάτω ήταν η πλοκή του ποιήματος που έγραψα, για να ευχαριστήσω τον φίλο
μου. Φυσικά, δεν θα το διαβάσει ποτέ, και είναι γι’ αυτόν το ίδιο που είναι και
ο πίνακάς του για μένα. Είναι ένα απλό ποίημα. Το έγραψα σαν ένα είδος πεζού
ποιήματος...»
Αφιερώστε
μία όμορφη σκέψη για τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες.
Π.
Γ.
7 comments:
Αυτο που νοιωθεις για τον Μπορχες,ολα οσα θα ηθελες να του πεις,ειναι αυτο που νοιωθουμε κι εμεις για εσενα,μεγαλωσαμε μαζι του-μαζι σου και με μια μαγικη αλχημικη ζυμωση εχουμε γινει ολοι ενα σε ευχαριστουμε Παππου, σε ευχαριστουμε Παντελη!Να εισαι παντα καλα,πραγματικα!
Οι άνθρωποι σαν τον Μπόρχες δεν φεύγουν πραγματικά. Ίσως δεν τον βλέπουμε εδώ γύρω πιά. Ο Μπόρχες όμως δεν έφυγε πραγματικά από εδώ. Είναι ακόμη κοντά μας. Συνεχίζει να μας μιλάει. Δεν είναι αργά για να τον αναζητήσουμε. Για να τον γνωρίσουμε και να μας μιλήσει. Είναι ακόμη εδώ. Μπορούμε ακόμη να συνομιλήσουμε. Συνεχίζει ακόμη να μας πιάνει από το χέρι και να μας πέρνει μακριά από εδώ. Σε μέρη όπου εκείνος μπορεί να δεί. Και μπορούμε να μάθουμε κι εμείς να βλέπουμε. Ακόμη και στο πιό πυκνό σκοτάδι.
Νιώθω ακόμη την γλυκιά του παρουσία καθώς μου μιλάει για όλα εκείνα που τον ρωτάω:
«Η τυφλότητα μ’ έμαθε να σκέφτομαι περισσότερο, να αισθάνομαι περισσότερο, να θυμάμαι περισσότερο, να διαβάζω και να γράφω πιό πολύ.»
«Γράφω για τους φίλους μου και για να απαλύνω τη ροή του χρόνου.»
«Αξίζει τον κόπο να δυστυχήσεις πολλές φορές για να αισθανθείς ένα λεπτό ευτυχισμένος.»
«Το να φαντάζεσαι μια γυναίκα είναι πράξη πίστεως.»
Α.Κ.
Συνταξιδιώτες μου, νομίζω ο Μπόρχες θα χαιρόταν αν τα διάβαζε αυτά.
Ο,τι νιώθουμε είναι αμοιβαίο, και φαντάζομαι αυτό αρκεί για να είμαστε ένα.
Σας ευχαριστώ εκ καρδίας, να είστε πάντα καλά.
Keep the Flame
Π. Γ.
Aξιζει καποιος να διαβασει τα βιβλια του; θα το καταλαβει το εργο του καποιος που ειναι αρχαριος στη λογοτεχνια; Καποια διηγηματα που ειχα διαβασει απο εκδ Ερμης δεν καταλαβα τιποτα. Πρεπει να εχεις ασχοληθει με μεταφυσικη κ μυστικισμο;
@ Anwrimos :
Φυσικά, αξίζει και με το παραπάνω. Πρόκειται για μία από τις καλύτερες λογοτεχνίες του 20ου αιώνα.
(Αφού, εγώ, όταν ακούω την λέξη "Λογοτεχνία", με Λ, σκέφτομαι τον Μπόρχες...)
Μπορεί να έπεσες σε κακή μετάφραση. Οι περισσότερες μεταφράσεις στα Ελληνικά, γενικώς, είναι από μέτριες έως κάκιστες.
Όχι, δεν απαιτείται να έχεις ασχοληθεί με αυτά τα πράγματα για να διαβάσεις Μπόρχες.
:-)
Π. Γ.
Θα το ψαξω τοτε να βρω μερικα βιβλια του στα αγγλικα.
Να ρωτησω κ κατι ακομα: Εχετε καποια συμβουλη-μεθοδολογια, για τον τροπο αναγνωσης ξενων βιβλιων για αρχαριους με τη λογοτεχνια; Παρολου που εχω proficiency στα αγγλικα, ασχολουμαι πιο πολυ με επαγγελματικη ή καθημερινη ορολογια, οταν διαβαζω λογοτεχνια εχω πολλους αγνωστους ορους-αναλογα κ τον συγγραφεα.
Πιστευετε πω θα πρεπει να σημειωνω αγνωστες λεξεις και να επανερχομαι στο τελος καθε κεφαλαιου με λεξικο; ή σελιδα-σελιδα; Ποιος ειναι ο καλυτερος τροπος για το απολαυσεις κιολας το διαβασμα; Ας πουμε οτι "πιανω" το 70-80% των λεξεων στα περισσοτερα. Ή μηπως, αρκει να καταλαβαινεις το νοημα και ας εχεις αγνωστες λεξεις; Ευχαριστω!
Κρίνοντας απλά από την δική μου εμπειρία :
Απλά, ξεκινάς να διαβάζεις βιβλία στα Αγγλικά.
Στο πρώτο βιβλίο θα έχεις κάποιες δυσκολίες. Στο δεύτερο λιγότερες. Στο τρίτο λιγότερες. Κ.ο.κ., και π.χ. στο όγδοο καμία.
Είναι, δηλαδή, ζήτημα συνήθειας. Απλά πρέπει να το συνηθίσεις, αυτό είναι όλο.
Εννοώ, γίνεται από μόνο του, δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι, απλά να ξεκινήσεις να διαβάζεις βιβλία στα Αγγλικά.
Όταν συναντάς κάποια άγνωστη λέξη, την προσπερνάς, καταλαβαίνεις από τα συμφραζόμενα (συνήθως αυτό το μικρό κενό σου δεν έχει ιδιαίτερη σημασία). Αν θεωρείς ότι η λέξη είναι ιδιαίτερη ή σημαντική, την κοιτάς στο λεξικό.
Τελικά, διαβάζοντας, πλουτίζεις το λεξιλόγιό σου και την κατανόησή σου της Αγγλικής Γλώσσας, και σε λίγο καιρό απλά δεν έχεις άγνωστες λέξεις, ή έστω πολύ λίγες.
Έτσι, το μόνο που χρειάζεται είναι να αρχίσεις να διαβάζεις βιβλία στα Αγγλικά, το ένα πίσω από το άλλο.
Αργότερα, θα βλέπεις τις μεταφράσεις στα Ελληνικά, και θα χαίρεσαι που εσύ τα διαβάζεις στο πρωτότυπο.
(Βέβαια, στην περίπτωση του Μπόρχες το πρωτότυπο είναι στα Ισπανικά. Ευτυχώς, όμως ο Αχιλλέας Κυριακίδης που έχει κάνει τις περισσότερες μεταφράσεις του, είναι εξαιρετικός, και κατέχει πολύ καλά και τον Μπόρχες, και η δουλειά απόδοσης που έχει κάνει είναι αληθινά αξιοθαύμαστη. Ο Κυριακίδης αποτελεί εξαίρεση φυσικά, στην περίπτωσή μας...)
Καλές περιπέτειες στα πρωτότυπα της Λογοτεχνίας, Συνταξιδιώτη.
Π. Γ.
Δημοσίευση σχολίου