Οι είσοδοι της νύχτας, εκείνες που οδηγούν στα πιο μυστικά μέρη, ανοίγουν και κλείνουν ανάλογα με τις φάσεις του φεγγαριού, σε τοποθεσίες που κανείς δεν θυμάται πού είναι ακριβώς, όπως εκείνα τα καταπληκτικά όνειρα που τελείως τα ξεχνάς αμέσως μόλις ξυπνήσεις.
Κάπου υπάρχει ένα στοιχειωμένο λούνα-παρκ, που τα παιχνίδια του οδηγούν σε άλλους κόσμους, αργά τη νύχτα, αν είσαι ο κατάλληλος άνθρωπος στο κατάλληλο μέρος την κατάλληλη στιγμή. Οι περισσότεροι άνθρωποι ποτέ δεν είναι, όλοι κοιμούνται, κανείς δεν είναι ξύπνιος εκεί που δεν πρέπει. Πόσες φορές στοιχειώσαμε τα όνειρα των κοιμισμένων, τους ταξιδέψαμε στα πιο παράξενα μέρη –μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε, έτσι κι αλλιώς, όταν ξυπνάνε, κανένας δεν θυμάται τίποτα.
Επισκέπτες από άλλους κόσμους τις νύχτες μεταμφιέζονται και στέκουν ανάμεσά μας, κανείς μας δεν παρατηρεί τίποτε, κι όποιος αντιλαμβάνεται κάτι, δεν μιλάει. Σε ποιον να μιλήσει και γιατί;
Αν, όπως το λέει ο Shakespeare, όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή και όλοι οι άνθρωποι ηθοποιοί, τότε υπάρχουν πολλοί ξένοι ανάμεσά μας που υποδύονται τους ανθρώπους, ή ένα σωρό οικεία ή ανοίκεια αντικείμενα που κανείς δεν προσέχει ότι βρίσκονται εκεί που βρίσκονται κάποιες νύχτες.
Λένε πως «η νύχτα έχει χίλια μάτια», κι όπως λέει και το παλιό τραγούδι: «...'cause the night has a thousand eyes. And a thousand eyes can't help but see, if you are true to me. So remember when you tell those little white lies, That the night has a thousand eyes...»
Ακούω ακόμη το La Folie των Stranglers, τριάντα χρόνια μετά. («...Un autre endroit, une autre vie. Eh oui, c'est une autre histoire, Mais a qui tou raconter? Chez les ombres de la nuit?...») Διαβάζω ξανά το The Other Side του Alfred Kubin, α, και το The Dark Chamber του Leonard Cline.
Οι ήρωές μου ήτανε πάντα συγγραφείς και ποιητές, καλλιτέχνες άλλων πραγματικοτήτων, μακριά από τις καθημερινές μας, μακριά από τον κόσμο όπως τον ξέρουμε, που χάθηκαν άδοξα, και που τους θυμούνται λίγοι άνθρωποι, σαν να ήταν πρόσωπα οικεία, φίλοι μας καλοί, που παίξαμε μαζί και χαρήκαμε και λυπηθήκαμε μαζί και χαθήκαμε. Θυμάμαι τον William Hope Hodgson, αγαπημένο μου συγγραφέα του The Night Land και του The House on the BorderLand, που τραυματίστηκε στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τον στείλανε σπίτι του, εκείνος έγινε καλά και, σε μια κρίση θάρρους ενάντια στη μοίρα, επέστρεψε στον πόλεμο και σκοτώθηκε στη μεγάλη επίθεση στη μάχη της Υπρ, το 1918, ήτανε μήνας Μάιος, σαν τώρα, μέσα στην άνοιξη –ή μήπως ήταν τέλη Απριλίου; Ο Hodgson, κι ο Hanns Heinz Ewers που πέθανε φτωχός και φυματικός και κυνηγημένος, η τρέλα του Gerard de Nerval, κι η σοφίτα του Apollinaire στο Παρίσι, την οποία την ξέρω όπως ξέρω το παιδικό μου δωμάτιο. O Arthur Machen και το Hill of Dreams του, Ο Λόφος των Ονείρων μας. Παιδικά πράγματα.
Μια μικρή μαύρη γραφομηχανή Remington – Streamliner, στην οποία έγραφα για φαντάσματα, για στοιχειωμένους φωταγωγούς, μαγικά νησιά, και για τις μυστικές ταράτσες μιας γειτονιάς που δεν υπάρχει πια. Όλοι μιλάνε για τα χρήματα, (για τα λεφτά, λεφτά εδώ λεφτά εκεί, παντού για λεφτά μιλάνε), κι όλοι κλαίγονται, ή ονειρεύονται μια σύνταξη ή την πολιτική διαφάνεια, κι εγώ –κάποιο πρόβλημα θα έχω, φαίνεται– και τι δεν θα έδινα να είχα εκείνη τη χαμένη μου Streamliner, και κάτι Africa Corps μικρά στρατιωτάκια Airfix που παίζαμε με αφοσίωση όταν ήμασταν μικρά αγόρια, κι ένα λευκό πλαστικό φρούριο της Λεγεώνας των Ξένων εναντίον των Βεδουίνων, α, και τον πρώτο δίσκο των Kraftwerk στο παλιό μου βινύλιο στο παλιό σαλόνι των γονιών μου στο παλιό πικ-απ με το ραδιόφωνο με τις συχνότητες στα βραχέα. Τώρα σχεδόν απαγορεύεται να έχεις ραδιόφωνο με συχνότητες στα βραχέα κύματα. Περνάει ο καιρός και γέρασε ακόμη και ο Stephen King, οι Ramones πέθαναν όλοι νομίζω, χάθηκε ακόμη και το παλιό μας λευκό Volkswagen σε κάποια άλλη διάσταση, νομίζω το πρώτο αυτοκίνητο στο οποίο μπήκα ποτέ. Κι ευτυχώς που, όταν πήγα τελευταία φορά στη Σκωτία, στο Loch Ness ακόμη πιστεύουν οι άνθρωποι στο τέρας της λίμνης, κι άμα θέλουν οι διάφοροι εξυπνάκηδες ψευτοεπιστήμονες εδώ πέρα, να πάνε εκεί να πούνε στους Highlanders ότι δεν υπάρχει το Τέρας του Λοχ Νες και τα παρόμοια, να φάνε το ξύλο της ζωής τους! Έχουμε γίνει τόσο απογοητευτικοί, πρέπει να ταξιδέψεις μακριά για να το δεις πόσο πολύ.
Γέρασε και η Laurie Anderson. Την είδα στο εξώφυλλο του τελευταίου δίσκου της, Homeland, μεταμφιεσμένη σε άντρα. Γέρασε πολύ. Κάποτε ήταν πολύ ωραία γυναίκα, παράξενη, μού άρεσε. Περιπλανιέται στην Αμερική, σαν νομάδας, και ηχογραφεί τις μουσικές της, αυθόρμητα πια, από αυτοσχεδιασμούς στις συναυλίες. Μου άρεσε πολύ η Αμερική. Η California μου άρεσε πολύ, η δυτική ακτή, οι έρημοι, ο νότος.
Θυμάμαι τώρα το Big Sur μέσα στο δάσος, το Bodega Bay εκεί που γύρισε το The Birds ο Hitchcock (η Tippi Hedren πολύ παλιά κάποτε ήταν η γυναίκα των ονείρων μου), το Corona del Mar, θυμάμαι τη Santa Cruz και το Redondo Beach, είχανε κάτι από την καρδιά, κάτι From the Heart, και κάτι decadent, κάτι αόριστο, ποτέ δεν θα μπορέσω να το βάλω σε λέξεις, το ένιωσα εκεί.
Διαβάζω τις αναμνήσεις του συγγραφέα E. Hoffman Price από τις συναντήσεις του με τον Clark Ashton Smith στο Auburn, κι αργότερα στο Monterey. Ο άνθρωπος πήγε να βρει τον Emperor of Dreams. Διηγείται τα πάντα για τα ποτά που πίνανε, αλλά σχεδόν τίποτε για αυτά που συζητούσαν. Αυτό μού θύμισε όλα εκείνα τα αποσιωπητικά στην αλληλογραφία του H. P. Lovecraft από τους τόμους των Selected Letters του Arkham House, από την ευγενή «λογοκρισία» του August Derleth, (τον θυμάμαι μαυροντυμένο στο μαόνινο γραφείο του, ανάμεσα από τα βιβλία, χαμογελαστό, δίπλα στο παράξενο τζάκι, σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία). Πού να βρίσκονται όλα εκείνα τα μικρά γλυπτά του Clark Ashton Smith; Ο Ε. Hoffman Price, με το παλιό του αυτοκίνητο, ταξίδεψε από τη Νέα Ορλεάνη και επισκέφτηκε τον Smith στο ερημητήριό του στην καλύβα μέσα στο δάσος, στον παλιό χρυσοθηρικό βορρά της California, μετά ταξίδεψε στο Texas και επισκέφτηκε τον Robert E. Howard (ο Howard για μένα έχει το πρόσωπο του ηθοποιού Vincent D’ Onofrio, από την αγαπημένη ταινία The Whole Wide World, βασισμένη στο βιβλίο που έγραψε για αυτόν –μετά τον θάνατό του– ο πρώτος του έρωτας, η κοκέτα mademoiselle Novallyne Price Ellis, την οποία στην ταινία υποδύεται η όμορφη Renee Zellweger), ω, κι ο E. Hoffman Price ταξίδεψε στο Providence και επισκέφτηκε τον H. P. Lovecraft. Ναι! Μετά, ο άνθρωπος κάποτε φιλοξένησε τον ίδιο τον Lovecraft στη Florida. (Το φαντάζεσαι; Να φιλοξενείς τον Lovecraft;) ...Απ’ αυτόν έχουμε εκείνη τη διήγηση ότι, στο σπίτι του, άφησε τον φιλοξενούμενο Lovecraft στο σαλόνι επειδή δεν νύσταζε, τον άφησε εκεί αγκαλιά με ένα γατάκι, και πήγε να κοιμηθεί. Όταν ξύπνησε το πρωί, o Lovecraft ήταν ακόμη εκεί ξύπνιος στην πολυθρόνα, και είπε στον οικοδεσπότη του ότι το γατάκι κοιμήθηκε στην αγκαλιά του και ο Lovecraft έμεινε εκεί και δεν κουνήθηκε καθόλου για να μην το ξυπνήσει.
Μέσα στη νύχτα, ζωντανεύουν οι ήρωές μας, γελούν, διηγούνται, οι εικόνες τους τρέμουν, θολώνουν, χάνονται, ήτανε καλοί άνθρωποι. Δεν θα φοβόντουσαν τίποτε απολύτως από όσα φοβάσαι σήμερα.
Η αγάπη δημιουργεί τα σύμπαντα, νικά την εντροπία. Η αγάπη, κυρίες και κύριοι, και η αλλόκοτη δημιουργική τρέλα μέσα στη νύχτα, που φτιάχνει καθεδρικούς ναούς στον άνεμο, στιχάκια που τα ακούνε μόνο οι άγγελοι, παράξενα γλυπτά και πυρετικούς πίνακες και μουσικές ανήκουστες, εκκεντρικές θεωρίες και συγκλονιστικές ανακαλύψεις, εξερευνήσεις, λογοτεχνίες και τέχνη κι αριστουργήματα που θα ξεχαστούν, όπως κι οι άνθρωποι που τα σκάρωσαν, που δεν είναι πια παρά σκιές, κι όμως μένει η μνήμη, που δεν σώζεται πουθενά –όλα τα κεφάλια θα χαθούν– αλλά υπάρχει, και θα υπάρχει μέχρι να χαθεί κι ο τελευταίος από εμάς, πέρα από τις εξόδους της νύχτας. Στο άπειρο. Εκεί που όλα δεν τελειώνουν ποτέ, και μόνο αρχίζουν...
O Clark Ashton Smith
COURAGE JAPAN!
«Perfect purity is possible if you turn your life into a line of poetry written with a splash of blood...»
«...If we look on idly, heaven and earth will never be joined. To join heaven and earth, some decisive deed of purity is necessary. To accomplish so resolute an action, you have to stake your life, giving no thought to personal gain or loss. You have to turn into a dragon and stir up a whirlwind, tear the dark, brooding clouds asunder and soar up into the azure-blue sky...»
Yukio Mishima
(Runaway Horses)
(Runaway Horses)
«...Πόσο πολύ μπορεί να αγαπά κανείς;
Πατρίδες μου η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Ιαπωνία.
Σταγόνες αίμα στο κορμί μου, ποτάμια αίμα στο κορμί του κόσμου.
Η δόξα σου Ιαπωνία, η γενναιότητα της καρδιάς.
Η πατρίδα μας είναι στην καρδιά.
Η καρδιά σου είναι η πατρίδα μου, Ιαπωνία.
Όταν η δική μου καρδιά σταματήσει, η δική σου, Ιαπωνία, ακόμη θα χτυπά...»
Λευκάδιος Χερν
ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΟΛΟΓΙΑ
Λένε πως έρχεται το Τέλος του Κόσμου. Ο κόσμος μας θα καταστραφεί, πάει, τέλειωσε, και προς το παρόν ζούμε στην εποχή λίγο πριν από τη Συντέλεια.
Πόσο τον αγαπώ αυτόν τον υπέροχο κόσμο μας και πόσο με στεναχωρεί η επερχόμενη πιθανή καταστροφή του! Τι φρίκη!
Είναι φριχτό που θα καταστραφούν όλα αυτά τα υπέροχα δισεκατομμύρια αυτοκίνητα και οι οδηγοί τους! Οι πανέμορφες ελληνικές πολυκατοικίες μας θα γκρεμιστούν και θα γίνουν στάχτη και δεν θα μείνει παρά η νοσταλγική ανάμνησή τους, στα μυαλά των αξιοθαύμαστων κακών ανθρώπων που θα επιζήσουν (γιατί όλοι οι φριχτοί καλοί άνθρωποι θα πεθάνουν). Τι κρίμα που θα εξαφανιστούν όλες αυτές οι καταπληκτικές μάρκες απορρυπαντικών! Και, θα μπορέσουμε άραγε να σώσουμε μερικούς πολύτιμους τόνους αρχείων και εγγράφων από την εξαίσια γραφειοκρατία μας;;
Και, αν επιβιώσω με κάποιον τρόπο, σίγουρα θα μου λείψει η τέχνη μας: τα υπέροχα σκυλάδικα, τα πολύτιμα αγάλματα των πολιτικών, τα ringtones των κινητών τηλεφώνων, τα ταλέντα του X-Factor, οι μυριάδες καλόγουστες πινακίδες των συνοικιακών καταστημάτων, η εμπνευσμένη σκηνοθεσία των τηλεοπτικών διαφημίσεων, οι συγκινητικές μελωδίες των σούπερ-μάρκετ, οι αριστουργηματικές θεατρικές επιθεωρήσεις, η κηπουρική των νησίδων στην άσφαλτο, οι ζογκλέρ στα φανάρια. Και δεν μπορώ να φανταστώ έναν κόσμο χωρίς ΦΠΑ, χωρίς τα μικρά απολαυστικά γεύματα των αεροπορικών εταιριών, χωρίς αθλητικά παπούτσια, χωρίς τη Nestle, χωρίς ψαροταβέρνες και χάμπουργκερ, χωρίς ινστιτούτα αδυνατίσματος, χωρίς λεωφορεία, χωρίς εκπτώσεις, χωρίς συναγερμούς αυτοκινήτων, χωρίς καρτοκινητά, χωρίς καλλυντικά, χωρίς Facebook! Χωρίς αυτά ο πολιτισμός μας θα χαθεί ανεπιστρεπτί.
Πόσο βαθιά με θλίβει που θα χάσουμε για πάντα όλες εκείνες τις αξιαγάπητες γλυκές τράπεζες! Φαντάζομαι την τραγωδία όλων των άδοξα ακυρωμένων πιστωτικών καρτών του κόσμου, την ανυπόφορη νοσταλγία για τα γκισέ που χάθηκαν, τους αγαπημένους νεκρούς διευθυντές, κι όλα τα πολύτιμα χαρτάκια με τους αριθμούς προτεραιότητας θα είναι πια άχρηστα!
Θα καταστραφούν οι αγαπημένες μας εταιρείες πετρελαίου, η ευρωπαϊκή νομισματική μας ένωση, οι γραφικές μας Βρυξέλες, θα χάσουμε το θεάρεστο έργο της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ, τη γνώση που μοιράζει ειλικρινά και απλόχερα η NASA, τους λατρεμένους μας πλανητάρχες, τις ωφέλειες του Echelon, το διασκεδαστικό μας χρηματιστήριο, τα δωρεάν SMS, τη λαϊκή σοφία του Google.
Τι αβάσταχτο να χάνεις όλα εκείνα που τόσο αγαπάς, και που τόσα χρόνια ζούσες ανυποψίαστος για τον επερχόμενο χαμό τους, τι οδύνη φέρνουν στον καλοκάγαθο ανθρώπινο νου όλες αυτές οι φριχτές σκέψεις που πλέον γίνονται βασανιστικές και αποτρόπαιες μεγάλες πιθανότητες! Ω, δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι… Κανένα άρρωστο μυαλό δεν θα μπορούσε να φανταστεί μεγαλύτερη φρίκη, κι όμως, να που τώρα μια τέτοια φρίκη πάει να γίνει πραγματικότητα!
Τα φριχτά δάση θα πάψουν να καίγονται και θα κατακλύσουν τα πάντα, όλες οι βίλες θα χαθούν, οι κεραίες μας, τα καζίνο μας, τα χιονοδρομικά μας κέντρα, οι πισίνες των ξενοδοχείων, τα ραντάρ, το ράφτινγκ, τι φρίκη! Όλα θα γίνουν ένα απέραντο δάσος! Πόσο ξύλο! Αμέτρητοι τόνοι χαρτιού εφημερίδας που κανείς δεν θα τους παράγει, ούτε εφημερίδες θα υπάρχουν! Θα χάσουμε τις εφημερίδες μας! Τους υπέροχους οδηγούς μαγειρικής, τους οδηγούς συμπλήρωσης φορολογικών δηλώσεων, τις στήλες με τα καλλιτεχνικά κουτσομπολιά, τις προσφορές με κοινωνικές ταινίες, τα ζώδια!
Και…μόλις τώρα σκέφτηκα το χειρότερο απ’ όλα… Τρέμω και μόνο στη σκέψη του… Αν καταστραφεί ο κόσμος…θα καταστραφούν μαζί του και τα δελτία παροχής υπηρεσιών! Τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών! Ο Σύνδεσμος Κατανωλωτών! Τα Τέλη Κυκλοφορίας! Και…ω…θα τελειώσει το Τόλμη και Γοητεία!
Κλαίω από τώρα για τους δύστυχους ανθρώπους που θα επιβιώσουν μετά την καταστροφή...
Τι έχουν να δουν τα μάτια τους! Πρωτάκουστα και ανεπανάληπτα πράγματα θα γίνονται, μετά την καταστροφή: οι φίλοι θα προδίδουν τους φίλους για το συμφέρον, στην πάλη της επιβίωσης! Θα βασιλεύει η ανηθικότητα και η αδικία! Οι περισσότερες οικογένειες θα διαλυθούν! Τα παιδιά θα μεγαλώνουν χωρίς γονείς! Όλοι θα παίρνουν ναρκωτικά για να αντέξουν! Όλοι θα μαχαιρώνουν πισώπλατα ο ένας τον άλλον! Οι άνθρωποι δεν θα ξέρουν τι θα τρώνε, και θα τρώνε ό,τι να’ναι. Άνθρωποι θα πεθαίνουν αβοήθητοι. Μοναξιά! Επιδημίες! Ταραχές! Μόλυνση! Και…το ανήκουστο…δεν θα υπάρχουν χρήματα, κανείς δεν θα έχει χρήματα!
Πώς θα γίνει να αποφευχθούν αυτές οι ανήκουστες συνέπειες της καταστροφής; Είναι αναπόφευκτες, η άτυχη ανθρωπότητα που θα απομείνει, αν απομείνει, θα βιώσει τέτοια ανομολόγητα πράγματα…
Μετα την καταστροφή, όπου όλα θα χαθούν, το φαντάζομαι, οι άνθρωποι δεν θα ξέρουν τίποτε, θα βασιλεύει η άγνοια, και όλοι θα λένε ότι τα ξέρουν όλα, θα κοροϊδεύουν ο ένας τον άλλον ότι είναι σοφοί! Θα βασιλεύει η ανοησία, οι περισσότεροι άνθρωποι θα είναι ανόητοι, αμαθείς, κομπλεξικοί, μισαλλόδοξοι, τυφλοί. Μετα την καταστροφή, οι άνθρωποι που θα μείνουν θα χάσουν τις αξίες τους, την ειλικρίνειά τους, την ευγένειά τους, την ανωτερότητά τους, και όλοι θα είναι μικροπρεπείς, στερημένοι, αγενείς, ανάξιοι, ξεδιάντροποι, υποκριτές! Μοιάζει απίστευτο, αλλά αυτό θα γίνει! Θα ακμάσει το εμπόριο όπλων! Θα γίνονται πόλεμοι για τις πηγές ενέργειας! Και οι άνθρωποι δεν θα έχουν πατρίδα! Και θα πάψουν και να ταξιδεύουν σε όλον τον κόσμο! Θα χάσουν τη μεγάλη και ειλικρινή πίστη τους στον Θεό, θα δαιμονοποιηθούν, θα πάψουν να είναι καλοί και γεναιόδωροι, θα σταματήσουν να βοηθούν ο ένας τον άλλον, θα πάψουν να εξερευνούν, και…ω…δεν θα μαθαίνουν καινούργια πράγματα! Όλα αυτά τα φριχτά πράγματα θα γίνουν, και άλλα πάρα πολλά, ακόμη πιο απίστευτα, μετά την καταστροφή, για τους άτυχους που θα επιβιώσουν…
Αν καταστραφούν τα σπίτια μας, θα χάσουμε τους καναπέδες μας, τις τηλεοράσεις μας, τα ποπ-κορν, τα υγρά καθαρισμού τζαμιών, τα αποσμητικά, τις ηλεκτρικές σκούπες, τις τοστιέρες μας! Θα χάσουμε τα κομπιούτερ μας!!!
Και το χειρότερο; Λοιπόν, τι φρίκη, δεν θα έχει πια καμιά αξία ο Μαρξισμός μας, ο Μοντερνισμός μας, η Ψυχανάλυση, η Στατιστική, ο Ορθολογισμός μας, η Κοινωνιολογία μας, η Επιστημολογία μας, η Εμπειρογνωμοσύνη μας, οι γραβάτες μας, και η υπέροχη Δημοκρατία μας! Και…δεν θα έχουμε πια δικηγόρους! Θα χάσουμε τους δικηγόρους μας!
Έρχεται η συντέλεια του κόσμου. Έρχεται. Είναι σχεδόν εδώ. Θα καταστραφούν οι χιλιάδες μάρκες παντελονιών, οι πολυβιταμίνες, τα τζιπ, οι ρετσίνες, τα απορροφητικά χαρτιά κουζίνας, οι εισπρακτικές εταιρείες, η Ποπ, το msn, οι τσιχλόφουσκες, τα Πόκεμον, τα όργανα γυμναστικής, τα διαφημιστικά μας έντυπα, τα γιώτ μας, τα ντοκιμαντέρ με ζώα, οι πολυαγαπημένες μας ασφαλιστικές εταιρείες! Θα χαθούν και οι συντάξεις του δημοσίου! Θα καταστραφεί το γκαζόν, η κοινωνική δικαιοσύνη, το ψωμί ολικής αλέσεως, θα καταστραφούν τα γυάλινα κλουβιά με τα σκυλάκια στις βιτρίνες, οι τηλεπαρουσιάστριες, οι εταιρικοί ουρανοξύστες, τα σεσουάρ, τα φανάρια κυκλοφορίας, τα παρκόμετρα και τα πάρκινγκ, οι επιχορηγήσεις, τα δελτία τύπου, οι κρέπες, τα αντηλιακά με υψηλό δείκτη προστασίας, τα θεατρικά του Τσέχωφ, η ανακύκλωση, τα ψητά κοτόπουλα, τα πανηγύρια, τα λιοντάρια, τα πορσελάνινα φλυτζάνια, οι ψευδοροφές, τα αυτόματα ασανσέρ, τα καλοπιστικά φυτά εσωτερικών χώρων, τα ντουλάπια της κουζίνας!
Τι τιτάνια και τρομερότατη τραγωδία, λένε ότι ο κόσμος θα καταστραφεί, αυτός ο ανώτερος και αξιοθαύμαστος καλός κόσμος μας, αυτός ο κόσμος που τον αγαπώ τόσο πολύ, και που φοβάμαι τόσο πολύ μήπως τον χάσω, αυτός ο πολύτιμος καλός κόσμος θα καταστραφεί. Θα χαθεί κι η καταπληκτική ζωή μας, η μοναδική ιδιαιτερότητά μας, η υπέροχή μας καθημερινότητα, οι καταπληκτικές μας γνώσεις, η σοφία μας, οι ανεπανάληπτες περιπέτειές μας, οι υπέροχοι έρωτές μας, οι τεράστιες περιουσίες μας, η μεγάλη ευτυχία μας, η απίστευτη καλοσύνη μας, η αρμονία μας, ο παράδεισός μας. Όλα θα τελειώσουν!
Από την άλλη, ίσως, ω…ίσως, όλα αυτά να είναι απλώς μια καταστροφολογία! Φήμες, διαδόσεις, φανταστικά σενάρια, μια καταστροφολογία που διαδίδεται ανήθικα και ψεύτικα, διαβλητικά. Γιατί όχι; Έχει ξαναγίνει πολλές φορές στο παρελθόν. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τι ποταπό, αναρωτιέμαι ποια κακά και άρρωστα φαντασιόπληκτα μυαλά διαδίδουν μια τέτοια καταστροφολογία. Τώρα που το σκέφτομαι, θα ψάξω να βρω καμιά διάψευση…
Σήμερα Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου, στις 7.00' μμ, απεβίωσε ο συγγραφέας Ιωάννης Φουράκης.
Η θλίψη μας είναι πολύ μεγάλη για την μεγάλη απώλεια του σημαντικού αυτού διανοητή, που υπήρξε υποδειγματικός φίλος, δάσκαλος, πατέρας, και ένας άνθρωπος ιδιαίτερης σοφίας και έμπνευσης, πολυμάθειας και καλοσύνης.
Αιωνία του η μνήμη.
Ο Γιάννης Φουράκης έφυγε αδίκως πρόωρα, σε ηλικία 73 ετών, κι ενώ είχε ακόμη έργο να παρουσιάσει, είχε ενέργεια και θέληση και πολλά νέα σχέδια, καθώς και πολλούς ανθρώπους που αγαπούσε και τον αγαπούσαν και στους οποίους ήθελε να προσφέρει περισσότερα.
Άφησε πίσω του τον άξιο γιό του Τάλω και την αγαπημένη του σύζυγο Μάρω, πολλούς καλούς φίλους και συγγενείς, συνεργάτες, συνταξιδιώτες και πολλούς νεαρούς μαθητές.
Όποιος τον γνώριζε προσωπικά τον αγαπούσε και τον εκτιμούσε, το ίδιο και οι χιλιάδες αναγνώστες του και θερμοί θαυμαστές του στην Ελλάδα και στον κόσμο.
Υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο ενώ έγραφε στο γραφείο του για τη μοίρα της Ελλάδας, και έδωσε τη μεγάλη μάχη για τη ζωή του επί ενάμισι μήνα σε τέσσερα νοσοκομεία, όπου γίναμε μάρτυρες θαυμάτων ξανά και ξανά, σαν κάτι να προσπαθούσε να τον βοηθήσει και να τον κρατήσει στη ζωή, αλλά στο τέλος ο ταλαιπωρημένος οργανισμός του δεν άντεξε και οδηγήθηκε στην απελευθέρωση και στο τελευταίο ταξίδι πέρα από την πύλη...
Μεγάλος και συγκινητικός παρασκηνιακός αγώνας έγινε για να σωθεί η ζωή του Γιάννη, σε πολλές επείγουσες περιστάσεις και υπό δύσκολες συνθήκες επί εβδομάδες, από καλούς φίλους, καθηγητές που τον αγαπούσαν, καλούς γιατρούς και επιστήμονες, σεμνούς σημαντικούς ανθρώπους και μεγάλους παράγοντες της χώρας, και ανιδιοτελείς ανθρώπους που προσπάθησαν να τον βοηθήσουν ο καθένας με τις δυνάμεις του. Η οικογένεια του και οι φίλοι του, τούς ευχαριστούμε για την αγγελική βοήθειά τους και για το αληθινό ενδιαφέρον τους για έναν αξιόλογο δάσκαλο και υπέροχο άνθρωπο, που η μόνη του περιουσία ήταν και είναι η ειλικρινή αγάπη των ανθρώπων στο πρόσωπό του, το «πυραιθέριο όραμα», τα βιβλία και η γνώση.
Τους τελευταίους μήνες είχε ξεκινήσει να γράφει την αυτοβιογραφία του, με τον τίτλο "Ευλογημένη Φτώχεια", (ένα συγκινητικό μέρος της οποίας διαβάσαμε μια νύχτα μαζί και μού έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση). Κι, επίσης, λίγες μέρες πριν το μοιραίο επεισόδιο, αποφάσισε να γράψει ένα νέο βιβλίο για την σημερινή κατάσταση της Ελλάδας, για τη σύνδεσή της με αντίστοιχες καταστάσεις του παρελθόντος (ο Γιάννης πίστευε -και αποδείκνυε- ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται), και για τα συμπεράσματά του για το μέλλον των Ελλήνων.
Ήταν τόσο μεγάλος ο ενθουσιασμός του για αυτό το νέο του έργο, που μέσα σε τέσσερις ημέρες είχε γράψει πάνω από εβδομήντα σελίδες, ξενυχτώντας ασταμάτητα στο γραφείο του μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή, χωρίς ιδιαίτερη ξεκούραση, φαγητό και ανάπαυλα.
Κι έτσι, τα χαράματα της τέταρτης ημέρας, την ώρα που ακόμη έγραφε, κυριολεκτικά κατέρρευσε στο πάτωμα του γραφείου του χάνοντας τις αισθήσεις του, χτυπημένος από το εγκεφαλικό επεισόδιο, (σαν κάτι να ήθελε να τον εμποδίσει να συνεχίσει, όπως το βλέπω εγώ), όπου και τον ανακάλυψε ένας φίλος του επισκέπτης αρκετές ώρες αργότερα και ειδοποιήθηκαν οι δικοί του και κάλεσαν το ασθενοφόρο. Έπεσε, δηλαδή, στο πεδίο της συγγραφικής μάχης, εμπνευσμένος και ενθουσιώδης μέχρι το τέλος.
Και ξεκίνησε η μάχη για τη ζωή του, με μια μεγάλη περιπέτεια στα νοσοκομεία, κατά την οποία, από ένα σημείο κι έπειτα, το ζωντανό ακόμη πνεύμα του επικοινωνούσε μαζί μας με ανεπαίσθητα νοήματα και χειρονομίες, δίνοντάς μας ελπίδα και αισιοδοξία για τη ζωή ακόμη και μέχρι την τελευταία στιγμή... Στο τέλος έφυγε βιαστικά, σαν να είχε αργήσει στο κάλεσμα από αλλού, διακριτικά, ευγενής όπως πάντα.
Η οικογένειά του και οι φίλοι του και οι αναγνώστες του, τον αποχαιρετούμε σε μια σεμνή τελετή κηδείας στην Αθήνα, το μεσημέρι της Παρασκευής 3 Δεκεμβρίου, στις τρεις, στον ναό της Αγ. Παρασκευής, στην Αγ. Παρασκευή (και στο κοιμητήριο της Αγ. Παρασκευής). Εγώ πιστεύω ότι ο φίλος μου ο Γιάννης δεν θα είναι εκεί (παρά μόνο το σώμα του), και μάλλον προτιμότερο θα ήταν να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε την πορεία του από το αστεροσκοπείο...
Ο Γιάννης Φουράκης με τίμησε με την επιστήθια φιλία του επί 17 χρόνια, και υπήρξα αμέτρητες φορές αυτόπτης μάρτυρας της μεγάλης καλοσύνης του, της σοφίας του, των ερευνών και μελετών του, των πολύ ιδιαίτερων γνωριμιών του και επαφών του, των διαισθήσεών και διοράσεών του, και ενός πλήθους παράδοξων περιστατικών στα οποία πρωταγωνιστούσε σαν ήρωας παράξενων μυθιστορημάτων, αποδεικνύοντας ότι η ζωή είναι πιο παράξενη από τα μυθιστορήματα...
Υπήρξε συμπονετικός δάσκαλός μου, συνταξιδιώτης και συνεργάτης μου, ακόμη και κουμπάρος μου, ενώ πολλές φορές στη ζωή μου λειτούργησε σαν δεύτερος πατέρας μου, καλός σύμβουλος, πομπός μεγάλης έμπνευσης, αινιγματικής πληροφόρησης, εκκεντρικών θεωριών και συνταρακτικών ανακαλύψεων.
Όπως είναι γνωστό, ο Γιάννης Φουράκης μού έχει παραχωρήσει μια πληθώρα συναρπαστικών συνεντεύξεων που έχουν συζητηθεί πάρα πολύ μέσα στα χρόνια και έχουν προκαλέσει πολλές αλυσιδωτές αντιδράσεις, ενώ δεν είναι λίγες οι δημοσιεύσεις που κάναμε μαζί πάνω σε ένα σωρό ενδιαφέροντα ζητήματα, με αξιόλογα κείμενά του, που πάντα λειτουργούσαν συνοδευτικά των πολύ ιδιαίτερων βιβλίων του. Ήταν ένας πάρα πολύ τολμηρός, άφοβος, αλλά και ευγενής και γενναιόδωρος άνθρωπος.
Παντού και πάντα δήλωνε «Αιθεροβάμων», και αληθινά θύμιζε τον αγαπημένο μου ήρωα, τον Δον Κιχώτη. Τον γνωρίζω πολύ καλά, ήταν και είναι ένας αυθεντικός οραματιστής και ένας μεγάλος ονειροπόλος.
Αν και πολλοί άνθρωποι τον γνωρίζουν ως έναν ικανό συνωμοσιολόγο (ίσως τον πιο φημισμένο Έλληνα συνωμοσιολόγο και τολμηρό αναλυτή απαγορευμένων θεμάτων), ο Γιάννης Φουράκης ήταν ένας πολύ διαβασμένος και βαθύτατος γνώστης της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, με απαράμιλλες εξειδικευμένες μελέτες και συγκρητιστική εποπτεία επί όλων των ειδικών θεμάτων που είχαν να κάνουν με την αρχαία Ελλάδα, με τα έργα των αρχαίων φιλοσόφων και συγγραφέων, με τον αρχαίο μυστικισμό, την ελληνική μυθολογία (ο μεγαλύτερος γνώστης της μυθολογίας, που εγώ ξέρω), όπως και με την αρχαία και τη νεότερη Ιστορία της Ελλάδας.
Αλλά είχε ασχοληθεί ακόμη και με ασυνήθιστα πεδία γνώσης, όπως η φυσιογνωμική, η αστροθεολογία, η μυθολογική γλωσσολογία, οι αρχαίες θρησκείες, η οιωνοσκοπία, η σημειολογία, κ.ά.. Ενώ το φόρτε του ήταν πάντα η παρατηρητική και εμπνευσμένη παρακολούθηση της επικαιρότητας και των παρασκηνίων της.
Στη ζωή του είχε μια μεγάλη και περιπετειώδη καριέρα στη δημοσιογραφία, στην πολιτική κριτική, στις γεωπολιτικές αναλύσεις, στις ιστορικές έρευνες, ενώ γνώριζε κυριολεκτικά χιλιάδες αξιόλογους ανθρώπους και πολλές σημαντικές προσωπικότητες.
Είχε μια μεγάλη και ενθουσιώδη αγάπη για την Ελλάδα και τους Έλληνες και τον ιδιόρρυθμο ελληνικό πολιτισμό, όπως και για την ιδιαίτερη πατρίδα του την Κρήτη (γεννήθηκε στα Χανιά).
Αγαπούσε πολύ τη νεολαία και οι νέοι που τον γνώριζαν τον αγαπούσαν εξίσου πολύ. «Η μόνη μας ελπίδα είναι οι νέοι άνθρωποι, δεν εμπιστεύομαι κανέναν άλλον», μού έλεγε και μου ξαναέλεγε. Μακάρι, κάπως, να τον δικαιώσουν.
Τι παράξενο, σήμερα που έφυγε ο Γιάννης από τον κόσμο, ανακοινώθηκε στα δελτία ειδήσεων όλου του κόσμου, κάτι που εδώ και λίγο καιρό ξέραμε και περιμέναμε, ότι η NASA αύριο "πρόκειται να κάνει μια επίσημη ανακοίνωση για την ανακάλυψη εξωγήινης ζωής"! (...άσχετα, τελικά, με το τι ανακοίνωσαν, παραδόξως...)
Πρόκειται για την αρχή πολύ μεγάλων και συγκλονιστικών γεγονότων για την ανθρωπότητα, κατά τη γνώμη μου, πολλά έχουν να ακολουθήσουν...
Είναι κρίμα που δεν θα έχουμε δίπλα μας τον Φουράκη για να τα συζητήσουμε όλα αυτά όπως πάντα. Τα περιμέναμε μαζί.
Τώρα, αυτός έχει περάσει πλέον από την πλευρά των μυστηρίων...
[Θέλω να γράψω πολλά για τον Γιάννη Φουράκη αλλά η θλίψη μου δεν με αφήνει αυτή τη στιγμή να πω όσα θέλω, και το ίδιο ισχύει και για άλλους φίλους του που θέλουν να γράψουν για αυτόν, έχω πολλές μνήμες κατά νου, ενώ έχω στα χέρια μου και αρκετά αδημοσίευτα κείμενά του και μερικές σημαντικές ανέκδοτες συνεντεύξεις του και σημειώσεις του, και σίγουρα πολλά σημαντικά μηνύματα θα προκύψουν: θα ετοιμάσουμε ένα μεγάλο αφιέρωμα για το έργο του, για τα τελευταία σχέδια και οράματά του, και για τη μνήμη του, στο επόμενο τεύχος (136) του περιοδικού Strange. Σας παραπέμπω εκεί, λοιπόν, ελπίζω, για περισσότερα)...]
Για την ξαφνική απώλειά του Γιάννη Φουράκη από τον κόσμο μας, θρηνεί η «Ομάδα Έψιλον», τα «παιδιά του 1983», οι μεγάλοι Έλληνες μύστες, οι ανώτεροι εξωγήινοι επόπτες μας, ο απόκρυφος ήλιος, οι μυστικές φυλές, οι αρχαίοι θεοί της Ελλάδας, οι ήρωες, οι αρχαίοι συγγραφείς, οι Δελφοί, ο Ταϋγετος, η Έφεσος, η Κρήτη, η Θεσσαλονίκη, ο Όλυμπος, το Άγιο Όρος, η Ιρλανδία, το Αιγαίο πέλαγος, ο Σείριος, ο Γαλαξίας της Ανδρομέδας, η μεγάλη Ελλάδα των αιθέρων, το Βασίλειο των Ουρανών.
Η μεγάλη του ψυχή ταξιδεύει για το άστρο από το οποίο προήλθε (όπως πάντα ήθελε).
Τον αποχαιρετούμε σηκώνοντας το χέρι ψηλά προς την έναστρη νύχτα.
«Εμείς που παντού την Περιπέτεια αναζητούμε
Δεν είμαστε οι εχθροί σας.
Να σας χαρίσουμε θέλουμε
αδιάβατες μυστικές περιοχές
όπου το μυστήριο σαν άνθος μαγικό φυτρώνει
για κείνον που θέλει να το δρέψει.
Τον οίκτο σας
για εμάς που πολεμούμε
στα σύνορα του απεριόριστου και του μελλοντικού...»
(Απολλιναίρ)
Παντελής Γιαννουλάκης
ΓΙΝΕ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΣΤΟΝ ΚΡΟΝΟ!...
Είναι τόσα τα μηνύματα που θέλουμε να εκπέμψουμε, αλλά, αν θα έπρεπε να περιοριστούμε, λόγω παράσιτων στη συχνότητα, σε ένα και μόνο ένα επαναλαμβανόμενο μήνυμα, ποιο θα ήταν αυτό;...
Το έχω σκεφτεί πολύ σοβαρά και εμπεριστατωμένα και, κατά την άποψή μου, έχω καταλήξει σε αυτό:
Εξερευνήστε!
Ένα μήνυμα για εξερεύνηση τα λέει όλα, η εξερεύνηση είναι τα πάντα, όλα αυτά που θέλουμε να προωθήσουμε εμπεριέχονται μέσα σε αυτήν, ή είναι οι προϋποθέσεις της ή τα αποτελέσματά της, τα περιεχόμενα και η ουσία της: η ελευθερία, το ταξίδι, η έμπνευση, το όνειρο, το όραμα, η ανίχνευση, η χαρτογράφηση, η ελπίδα, η πρόκληση, η περιπέτεια, η έρευνα, η μελέτη, η ευγένεια, η αφοσίωση, η φιλοσοφία, η πρωτοπορία, το ξεπέρασμα των ορίων, η απόδραση, ο πόλεμος ενάντια στην παγίδα στην οποία όλοι βρισκόμαστε, ο κοσμοπολιτισμός, η διεύρυνση του πνεύματος, οι μακρινοί ορίζοντες, το μυστήριο, το εναλλακτικό, το θαυμαστό, το υπερφυσικό, το παράξενο, το Σύμπαν.
Όλα αυτά είναι η εξερεύνηση.
Κι όταν εξερευνείς, συνδιαλέγεσαι με όλα αυτά, τα παίρνεις μαζί σου ή τα βρίσκεις στον δρόμο. Ναι, αυτό θα πρέπει να είναι το μήνυμα: Εξερευνήστε!
Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν βγει πέρα από τη γειτονιά τους, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, όποια μεταφορά κι αν προσδώσει κανείς στη «γειτονιά». Είναι παγιδευμένοι σε έναν κυκεώνα αδιάφορων υποθέσεων και αυστηρών υποχρεώσεων, είναι εστιασμένοι στη φτωχή προσωπική τους ιστορία, και ξέρουν μόνο αυτά που τους λέει το σύστημα που τους περιορίζει, και δεν θέλουν να ξέρουν τίποτε άλλο πέρα από την τρύπα στην οποία βρίσκονται, για την οποία νομίζουν ότι είναι όλος ο κόσμος και δεν υπάρχει τίποτε πέρα από αυτήν.
Είναι μέτριοι, έχουν χαμηλά κίνητρα, είναι δειλοί, αυστηροί, μοχθηροί, γελοίοι, συμφεροντολόγοι, ζηλόφθονες, δεν ξέρουν τι τους γίνεται, είναι κοιμισμένοι, δυστυχισμένοι, προδομένοι, είναι κουτοπόνηροι, καχύποπτοι, παρωπιδιστές, υποκριτές, μονομανείς, αγενείς, αμόρφωτοι, ακαλλιέργητοι, ανέμπνευστοι, ανόητοι, μικροπρεπείς, παραδομένοι, κακόμοιροι, αξιολύπητοι. Και λίγα λέω.
Είναι ένα απαράδεκτο είδος ανθρώπου, από κάθε άποψη, και είναι η πλειοψηφία της ανθρωπότητας, δυστυχώς...
Αυτό είναι το πρόβλημα. Στην ουσία, κανένα άλλο πρόβλημα δεν υπάρχει. Η πλειοψηφία της ανθρωπότητας είναι το πρόβλημα. Ζούμε μέσα σε ένα πρόβλημα, μαζί με ένα πρόβλημα, που δημιουργεί ένα σωρό προβλήματα, όλα άλυτα.
Αν θέλουμε να το πούμε με μία λέξη: ίσως η Εξερεύνηση είναι η μόνη διέξοδος από το πρόβλημα, από κάθε άποψη.
Έχει μεγάλες προεκτάσεις αυτό, και γι’ αυτό άλλωστε μπορεί να χαρακτηριστεί ως διέξοδος. Και γι’ αυτό είναι καλό μήνυμα, ίσως το καλύτερο. Και γι’ αυτό, αν θα πρέπει να διασώσουμε ένα και μόνο ένα μήνυμα, και να το διαδώσουμε, κατά τη γνώμη μου, είναι σίγουρα αυτό: Εξερευνήστε!
Θα μου πείτε, μετά θα μπορούσαμε να μπλέξουμε με τους παραλήπτες του μηνύματος σε ένα τέτοιον διάλογο:
–«Εξερευνήστε!»
–«Ε; Να εξερευνήσουμε; Τί να εξερευνήσουμε;...»
Ωπ, εδώ θέλει προσοχή στις απαντήσεις. Δεν είναι σοφό να κάνεις τον σωστό διάλογο με τους λάθος ανθρώπους.
Αλλά, αν είναι απαραίτητο, τότε: Πρέπει να τους μιλήσεις στη γλώσσα τους. Καταλαβαίνουν μόνο τη γλώσσα τους. Πρέπει να τους το σερβίρεις με μια συσκευασία που να είναι φτιαγμένη για αυτούς, με αυτό που αυτοί καταλαβαίνουν, κρυφά, σαν δούρειος ίππος. Μετά θα υποστηρίζουν το ζήτημα για τους δικούς τους άσχετους και αδιάφορους λόγους, αλλά είναι σημαντικό που θα το υποστηρίζουν.
Ρωτούν, υποκρινόμενοι ότι έχουν καλή διάθεση και πρόθεση:
«Λοιπόν; Τί να εξερευνήσουμε;...»
«Τα πάντα, τον εαυτό μας, τις γνώσεις, τον κόσμο, το Σύμπαν...» τους λες...
«Τα εξερευνημένα να εξερευνήσουμε; Τίποτε άλλο;...»
«Έστω... Δες το κι έτσι: Να πάμε πιο πέρα από αυτά που είσαι τόσο σίγουρος ότι είναι εξερευνημένα....»
«Γιατί να πάμε; Καλά δεν είμαστε εδώ;...»
«Ναι, πολύ καλά. Αλλά, πρέπει να βρούμε νέες κερδοφόρες πηγές...»
(Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν όλη τους τη ζωή σε μια απόσταση μερικών χιλιομέτρων από το μέρος στο οποίο έχουν γεννηθεί. Στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους κινούνται στους ίδιους και ίδιους χώρους, και κάνουν συνέχεια τα ίδια και τα ίδια πράγματα. Χρειάζεσαι ως κίνητρο κάτι παραπάνω από ένα απλό «εξερευνήστε»... Κάτι που να καταλαβαίνουν... Ο φόβος, μα ναι, και η απληστία, ω ναι, είναι καλά για αρχή, και ο εγωισμός θα κάνει τα υπόλοιπα... Δυστυχώς, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα...)
«Αχά! Νέες κερδοφόρες πηγές; Υπάρχουν;...» Ρωτάει ξαφνικά ενδιαφερόμενος!
«Μα, ναι! Πάρε για παράδειγμα την εξερεύνηση του διαστήματος. Το...»
«Ωπ, για μια στιγμή. Ξέρω, ξέρω τι θα πεις! Μιλάς για το διάστημα σαν να είναι εδώ δίπλα. Είναι το πιο μακρινό πράγμα, σκοτεινό, κρύο, επικίνδυνο, γιατί να πάμε εκεί πάνω; Έχεις τίποτε για εδώ κάτω;....»
«Όχι, ρε ‘συ, εδώ κάτω είναι επικίνδυνα!! Ο πλανήτης θα καταστραφεί από στιγμή σε στιγμή. Τα διαστημικά σκουπίδια σε τροχιά θα αρχίσουν να πέφτουν, το κλίμα έχει καταστραφεί και θα πεθάνουμε είτε από τη ζέστη είτε από το κρύο, μάς πλησιάζουν καταστροφικοί μετεωρίτες και κομήτες που θα συγκρουστούν με τη Γη, το πετρέλαιο και το νερό τελειώνει, έρχονται και πόλεμοι, άστα να πάνε. Δεν φοβάσαι;; Κινδυνεύουμε εδώ, πρέπει να την κοπανήσουμε...»
«Ε, έχουμε χρόνο ακόμα, θα δούμε...» (χασμουρητό) (Βλέπετε ότι χρειάζεται χειρισμό το πράγμα...)
«Ναι, αλλά θα μάς φάνε άλλοι τις νέες κερδοφόρες πηγές, πρέπει να βιαστούμε, όλο και πιο πολλοί αρχίζουν να το παίρνουν πρέφα. Τα περισσότερα και μεγαλύτερα πλουτοπαραγωγικά πράγματα του Σύμπαντος, βρίσκονται έξω από τον πλανήτη μας! Μιλάμε για πολλά λεφτά! Για παράδειγμα, υπάρχουν απλοί μικροί αστεροειδείς που περιέχουν ένα τετρασεκατομμύριο ευρώ σε αξία, από μέταλλα πλατίνας. Από την οποία αντλείται και ενέργεια, εκτός από αυτήν καθ’ αυτήν την αξία της και...»
«Ναι, αλλά ξέρω ότι όλο αυτό το λες για να πάμε σε άλλους πλανήτες, και άλλα τέτοια...»
«Θα σε κάνουμε βασιλιά στον Κρόνο! Εσύ είσαι ο κατάλληλος, σε θέλουμε, είσαι καταπληκτικός!!!...»
«Βασιλιά στον Κρόνο;;;; Ωραίο ακούγεται, αλλά...μακριά δεν είναι;...»
«Έχω και μια θέση αναπληρωματικού ανθυπασπιστή υφυπουργού στη Σελήνη, αν θέλεις, αλλά καλύτερα δεν είναι βασιλιάς στον Κρόνο;; Ω!!!! Ξέρεις, σαν βασιλιάς, θα μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις...καταλαβαίνεις...»
«Εντάξει! Βασιλιάς στον Κρόνο!!! Φύγαμε!...»
«Σιγά-σιγά! Βήμα, βήμα. Προσπαθούμε να το επιτύχουμε.....πρέπει να βοηθήσεις λίγο. Ναι, να μας βοηθήσεις λίγο, φίλε... Ξεκίνα με το εξής: να θυμάσαι ότι αυτοί οι άνθρωποι εκεί έξω που μιλάνε για την εξερεύνηση, είναι δικοί μας, μην τους προκαλείς προβλήματα, και, την επόμενη φορά που θα πάνε να χλευάσουν ή να κρεμάσουν έναν από αυτούς, εσύ να διαμαρτυρηθείς και να τον υποστηρίξεις και ..»
«...Μεγαλειότατε...»
«!!...Τι πράγμα;;;...»
«...”Πρέπει να βοηθήσετε λίγο, Μεγαλειότατε”...»
«. . . . !!! . . . .»
Δημήτρης Κούγκουλος, Απών
Εχάθη
στις φωτισμένες στοές
προς την Κούφια Γη
ακολουθώντας το όραμα
ενός κρυφού καλύτερου κόσμου
και της Αιώνιας Ζωής
στα ιερά υπόγεια νερά
στο άκτιστον Φως
στον Άγνωστο Πόλεμο
στους μυστικούς αριθμούς ως Πυθαγόρειος
και στις λέξεις αγνώστων γλωσσών
ερδεσιανών, των συνθηματικών των νάνων
και των νεράιδων των φαρραγγιών
που προσπάθησαν να τον απαγάγουν κι απέτυχαν
τόσες φορές
Και σε σκονισμένους ναούς
πίσω από παλιές κλειδωμένες πόρτες
και σε υπόγεια γεμάτα με κόκαλα
ανθρώπινα
και πάνω στα βουνά τα μαύρα
όπου βλέπαμε φωτιές μέσα στη νύχτα
και θεούς που ψιθυρίζανε
Και μέσα στις αρχαίες σπηλιές
που κάποτε μαζί ακoλουθήσαμε τα ξωτικά
κι ακούσαμε το τραγούδι των Νυμφών
Νυμφόληπτος
Εκοιμήθη
σκιά μεσ’ στις σκιές της νύχτας
μαζί με τα φαντάσματα
Και περιηγείται πλέον στα όνειρα
των φίλων
των καρδιακών φίλων
που απέτυχαν να τον ακολουθήσουν
στον Υπερβορρά
σε τριακόσιες χιλιάδες σελίδες σημειώσεων
που κανείς δεν θα διαβάσει απ’ τα σεντούκια
στην καλοσύνη και στην αληθινή ευγένεια
και σε μεθύσια απελπισμένα και σε ξεσπάσματα
σε χρόνια και χρόνια μοναξιάς στις ερημιές
και σ’ άλλες πραγματικότητες
που κανείς δεν φαντάστηκε ποτέ, κι ούτε θα φανταστεί
Στον κόσμο των ιδεών
που δεν λυπήθηκε ποτέ κανέναν
και θέλει μόνο να μεταδωθεί, μέσα από σένα, μέσ’ από μένα
δεν θα θυμάται τον Δημήτρη
με το μικρό νοικιασμένο αυτοκινητάκι γεμάτο βιβλία και προμήθειες
που μίλησε με τους αγγέλους
και διηγήθηκε την ιστορία
αλλά δεν τον πίστεψε κανείς.
Εχάθη
όπως εχαθήκανε όλες οι στιγμές της ζωής του
στη χιονισμένη Μινεσότα και στο μαύρο Κολοράντο
στα νυχτερινά φυλάκια
στους καταυλισμούς των Ινδιάνων με τα τοτέμ
σημειώνοντας σύμβολα, χορούς και μαγικές προσευχές
και στις ηρωικές μάχες εναντίον των Ντέρος
και στις ξανθές ερήμους του Κατάρ, με τους Σεϊχηδες
μέσα στις λιμουζίνες με καλυμμένα τα πρόσωπα
στις εξοχές της Ολλανδίας με τους Βριλ
και στο Λονδίνο στις υπόγειες βιβλιοθήκες
Επικινδύνως οδηγώντας αυτοκίνητα της βρετανικής στρατιωτικής αστυνομίας
(μια κόρη άφησε στην Αγγλία, που δεν θα μάθει ποτέ τίποτε γι’ αυτόν)
Και στη Σαχάρα, παραδόξως στην ομορφιά των μεγάλων οριζόντων
και στην Αθήνα αλληλογραφώντας με τον Μεγάλο Δράκοντα στη Λουιζιάνα
και στην Κρήτη, που κατεβήκαμε στον Ομαλό με ξαστεριά
και στην Ευρυτανία και στη Γκιώνα, και στο Κιλκίς, στη Ρούμελη και στη Γραβιά
και στους Δελφούς, στα μυστικά μέρη, στον Παρνασσό
Όπου στέγασε την κατάκοιτη γριά μάνα του μέσ’ στο φαράγγι στο Ζεμενό
άφησε ηθελημένα τη βίλα στην Κηφισιά στην Αθήνα και πήγανε εκεί
σ’ ένα σπιτάκι στην ερημιά
όπου κοιμόταν στον καναπέ
Γύρισε όλα τα μέρη της Ελλάδας, πολλές φορές
συχνά ολομόναχος, μέσα στα χρόνια
Μα και τόσες εξερευνήσεις κάναμε μαζί οι δυό μας
κι άλλες φορές ήμασταν με τον συγχωρεμένο πια τον Κλεομένη
που ήξερε τα μονοπάτια
ή με τον Σταύρο που έγραφε ποιήματα
ή με τον Νίκο την τελευταία φορά
Εχάθη
Κι όμως ήξερε τα πάντα για όλα τα μέρη
είχε τους χάρτες για τα μυστικά
ήξερε πώς να προσεγγίσει
κι ήξερε τους κώδικες και τα σημάδια
Όλα τα ήξερε, και τά ‘λεγε σε μια δική του γλώσσα
που λίγοι καταλάβαιναν, αν ήξεραν, όλα τα ήξερε
(κι έρχονταν κάποιοι πονηροί να τού τα κλέψουν
μα πώς να κλέψουν κάτι που δεν καταλαβαίνουν
τί να το κάνουν;)
Κι ήταν παντού σαν να ήταν στο σπίτι του
κι όπου κοιμόταν εκεί ήταν κι η πατρίδα
κι από συνήθεια δεν μπορούσε σ’ ένα μέρος να μείνει για πολύ
κι έβλεπε πράγματα που άλλοι δεν βλέπουν
είχε τη Δεύτερη Όραση
και την Καλη Ακοή
ντυμένος πάντα σαν στρατιώτης
κι ήταν ωραίος δάσκαλος, με τον τρόπο του
Δεκαέξι χρόνια ήμασταν φίλοι
Ώσπου Εχάθη
έχω ακόμη τη φωνή του ηχογραφημένη σε κασσέτες πολλές
και το πνεύμα του σε μνήμες, σε συνεντεύξεις στο χαρτί
και σε κείμενα συνθηματικά και σε λεξάριθμους
και τον λεπτό γραφικό του χαρακτήρα
στα περιθώρια των σελίδων των βιβλίων
και σε επιστολές από μακριά
κι ένα βουνό από φωτογραφίες που βγάζαμε
Κανένα έξοδο δεν λογάριαζε και κανένα κέρδος
τίποτε δεν ήθελε να έχει ιδιόκτητο
τα πούλησε όλα
έδωσε όλα του τα λεφτά
στους ανάξιους
στους φίλους κερνούσε πάντα το φαγητό και το κρασί
και τις βενζίνες
κι όλα τα βιβλία τα χάρισε
τις βαλίτσες και τα σεντούκια με τις σημειώσεις πάντα μού έφερνε
δέκα μεγάλες μαύρες σακούλες μού έδωσε
γεμάτες με πολαρόιντ φωτογραφίες από παντού
κι είχε κι ένα πιστόλι, κι έναν χάρτη με τη μεγάλη μυστική στοά
Και μια νύχτα μού είπε
«Παντελή, Παραδίδω Εαυτόν Εις Κύριον»
Τίποτε δεν είχε να παραδώσει
παρά μόνο γνώσεις κι όνειρα
Κι ένα κουφάρι κουρασμένο από την κόλαση
αυτήν που ζούμε εδώ στην Επιφάνεια
μακριά απ’ τους κρυφούς παραδείσους
για τους οποίους κάποτε θα γράφαμε βιβλία συναρπαστικά
που δεν τα γράψαμε ποτέ.
Εχάθη
Η Γνώση δεν τον λυπήθηκε
Ούτε αυτόν
Τον αθώο από μεγάλα κρίματα
Τον ακούραστο περιηγητή
Η θλίψη του κόσμου
τον στοίχειωσε και τον αρρώστησε
τον άφησε μόνο του
η παράξενη μοίρα
σ’ ένα άσυλο για τους φτωχούς
και για τους άστεγους
όπου κοιμόταν
μεταμφιεσμένος
Ο πιο πλούσιος άνθρωπος του κόσμου
με την καλύτερη ανατροφή
με την καλύτερη παιδεία
έπειτα από τον γύρο όλου αυτού του κόσμου
και των άλλων κόσμων
με μια χαμένη περιουσία στις εξερευνήσεις
ταπεινός απόλυτα
(κι αβοήθητος, από τρέλα, ντροπή ή περηφάνεια, ή από πεπρωμένο)
Ευγενής ως το τέλος
Αθόρυβα
δραπέτευσε πέρα από τον Θάνατο
Ολομόναχος
μα με Ελπίδα
Ποιος ξέρει πού να είσαι τώρα
Δημήτρη
Παντελής Γιαννουλάκης
ΜΟΝΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ MATRIX
-->
Ιδού ο εαυτός μας απέναντι από ένα εννοιολογικό πρόβλημα, φαινομενικά άλυτο: Ποιος είναι το πλήθος; Αν εγώ και εσύ δεν είμαστε το πλήθος, τότε ποιος είναι το πλήθος;
(Όταν καθόμαστε και κριτικάρουμε τα κακά της ανθρωπότητας, και λέμε πως οι άνθρωποι κάνουν αυτό ή κάνουν εκείνο, οι άνθρωποι είναι έτσι ή είναι αλλιώς, γιατί ξεχνάμε πως είμαστε και εμείς άνθρωποι; Με ποιον τρόπο διαχωρίζουμε τη θέση μας; Γιατί δεν συνειδητοποιούμε ότι όταν μιλάμε για τους «ανθρώπους» ή για τον «κόσμο» εννοούμε και τον εαυτό μας;)
Ειλικρινά, δεν μπορώ να φανταστώ μεγαλύτερη παραδοξολογία από την έννοια του «πλήθους». Αποτελείται από άτομα, από μονάδες, που όλες μαζί κάνουν το πλήθος, αλλά συνεχίζουν να είναι –έστω τυπικά– μονάδες. Μονάδες που δημιουργούν με τη συνεύρεση τους, με τη μαζική παρουσία τους, μια νέα ξεχωριστή οντότητα, που έχει τις δικές της ξεχωριστές παρορμήσεις και τον ολόδικο της συνειδητό και ασυνείδητο νού, ένα συλλογικό νου με μια συλλογική συνείδηση και ένα συλλογικό ασυνείδητο, ξεχωριστό από το νου του κάθε ατόμου. Πού είναι αυτός ο νους; Ποιος είναι αυτός ο νους, αν δεν είναι ο δικός μου και ο δικός σου;
Κι όμως, κανείς από αυτούς που συμμετέχουν στις πράξεις, στις κινήσεις και στις αντιδράσεις του πλήθους, της «μάζας», δεν έχει επίγνωση καμιάς από αυτές, και θεωρεί τον εαυτό του ως ανεξάρτητο άτομο που παραβρέθηκε σε μια συγκέντρωση ατόμων αλλά αυτός στάθηκε όσο μπορούσε αποστασιοποιημένος και ξεχωριστός. Το ίδιο θεωρεί και ο καθένας από όλους τους άλλους. Τότε, ποιός είναι το πλήθος;
Αν εγώ έχω γνώμη, αν εσύ έχεις πάντα τη γνώμη σου, ποιος είναι η «κοινή γνώμη»; Αν κάποιοι επιχειρούν τη «διαμόρφωση της κοινής γνώμης» –που σημαίνει ότι διατηρούν τη δική τους γνώμη και την επιβάλλουν στο κοινό– αλλά δεν διαμορφώνουν τη δική σου γνώμη ή τη δική μου γνώμη, τότε ποιανού είναι η «κοινή γνώμη»; Αν εγώ κι εσύ έχουμε την ατομική μας ξεχωριστή λογική, σε ποιον ανήκει αυτή η τόσο «κοινή λογική»;
Κι όμως, είμαστε το πλήθος, η μάζα, είμαστε ο κοινός νους, είμαστε η κοινή γνώμη, είμαστε η κοινή λογική, αλλά «εγώ δεν είμαι».
Πιστεύω πως όλη αυτή η αντιληπτική παραδοξολογία ουσιαστικά αποτελεί μία «ρωγμή» στο σύστημα διαμόρφωσης της πραγματικότητας, δηλαδή σε αυτό που τώρα τελευταία έχει γίνει συνήθεια να ονομάζουμε «Matrix». Αυτή η εννοιολογική ρωγμή ξεσκεπάζει φευγαλέα ένα καθοριστικό μέρος του παρασκηνίου της αντιληπτικής μας πραγματικότητας, αλλά τις περισσότερες φορές είμαστε τόσο υπνωτισμένοι που δεν μπορούμε ούτε να διακρίνουμε αυτή τη ρωγμή ούτε να κρυφοκοιτάξουμε μέσα από αυτήν (ενδεχομένως, ούτε καν να καταλάβουμε την επισήμανση).
Αν εγώ δεν είμαι «εμείς», κι αν «εμείς» δεν είμαστε εγώ, τότε ποιοι είμαστε «εμείς»; Όταν κάτι απευθύνεται «σε εμάς», σε ποιον ακριβώς απευθύνεται;
Και το σημαντικότερο: Πού είμαστε εμείς; Αν εγώ είμαι εγώ και είμαι εδώ, και εσύ είσαι εσύ και είσαι εκεί, τότε ποιοι είμαστε «εμείς» και πού είμαστε;
Ναι, κάποιος μπορεί, σχετικά εύκολα, να κάνει ένα μικρό βήμα έξω από το Matrix, να αποκλείσει τον εαυτό του από το πλέγμα που στήνει γύρω του το καλούπι της πραγματικότητας για να τον περικλείσει. Σε πρώτη φάση τουλάχιστον, το βήμα αυτό είναι αντιληπτικό.
Προτείνω, έστω ως πείραμα, να εκμεταλλευτεί κανείς αυτήν την αντιληπτική «ρωγμή» που παρατηρείται στο σύστημα διαμόρφωσης της κοινής πραγματικότητας. Να προσπαθήσει να πάψει για λίγο να αντιλαμβάνεται ως «εμείς». Αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι όλα εκείνα τα πράγματα που στήνονται για «εμάς», που απευθύνονται σε «εμάς» και που επηρεάζουν «εμάς», θα προορίζονται πλέον για «εμένα». Αυτό σημαίνει ότι θα χρησιμοποιήσω αληθινή προσωπική κρίση για να τα ερμηνεύσω, και όχι την «κοινή» κρίση. Και τότε ένα κομμάτι της συλλογικής απάτης αναπόφευκτα θα καταρρεύσει, και το μέγεθος του κομματιού θα είναι απολύτως ανάλογο με την προσπάθεια και την εστίαση που θα αφιερώσω στο πείραμα.
Ας καταθέσω ορισμένα παραδείγματα για να γίνει καλύτερα κατανοητό αυτό, και για να υποδείξουν κάποιους τρόπους της εκτέλεσης του πειράματος: Μπορεί κανείς να ρυθμίσει την αντίληψή του ως εξής:
Τα δελτία ειδήσεων στην τηλεόραση δεν απευθύνονται «σε εμάς», στον «κόσμο», αλλά σε εμένα προσωπικά. Ο παρουσιαστής των ειδήσεων μιλάει σε εμένα προσωπικά, σαν να επικοινωνεί μόνο μαζί μου μέσα από ένα κλειστό κύκλωμα. Μου λέει, καλημέρα φίλε, σήμερα συνέβη αυτό, αύριο θα γίνει εκείνο. Δεν κρυφοκοιτάζω τις ειδήσεις που απευθύνονται στους άλλους και που παρακολουθούν όλοι οι άλλοι. Οι ειδήσεις απευθύνονται σε εμένα προσωπικά, όπως κάποιος με καλεί στο τηλέφωνο ή μου στέλνει μία συστημένη επιστολή. Και, για παράδειγμα, αυτός ο άγνωστός μου άνθρωπος (τον οποίο δεν γνωρίζω προσωπικά, έστω κι αν μέχρι τώρα νόμιζα ότι τον γνωρίζω επειδή «όλοι τον γνωρίζουν»), που μιλάει σε εμένα προσωπικά, μου λέει ότι ο τάδε υπουργός σήμερα πήγε στην ανθοκομική έκθεση και μύρισε τα λουλούδια, και επαίνεσε την τοπική παραγωγή. Και, επιτέλους, για πρώτη φορά, θα του απαντήσω αυτό που θα έλεγε κάθε σκεπτόμενος και αφυπνισμένος άνθρωπος: «Και τι με νοιάζει εμένα;» Και το σημαντικότερο: «Γιατί μου το λες αυτό; Τι νόημα έχει; Ποιος είναι ο σκοπός της ενημέρωσής μου;»
Επιπλέον, όταν βλέπω δύο ή περισσότερους ανθρώπους να συζητούν σε ένα talk-show στην τηλεόραση, πρέπει να πάψω να νομίζω ότι τους κρυφοκοιτάζω κι ότι αυτοί δεν έχουν συνείδηση της παρουσίας μου. Συζητούν μόνο για μένα, το ξέρουν ότι τους ακούω και τους βλέπω, αλλά για κάποιον παράξενο λόγο δεν με κοιτάνε, προσποιούνται ότι αγνοούν την παρουσία μου, αυτά που λένε μεταξύ τους τα λένε για να τα ακούσω εγώ, στην πραγματικότητα απευθύνονται σε εμένα και όχι ο ένας στον άλλον. Τι συμβαίνει; Γιατί το κάνουν αυτό;
Τέλος, θα προσέξω επιτέλους ότι τα ανθρώπινα κεφάλια που εμφανίζονται στα λεγόμενα «τηλεοπτικά παράθυρα» (ένας παρουσιαστής στο κέντρο και γύρω του τρία-τέσσερα «παράθυρα» με καλεσμένους), κοιτούν εμένα και όχι τον παρουσιαστή, συζητούν με τον παρουσιαστή και κοιτούν εμένα, και για κάποιον ανεξήγητο λόγο εγώ νομίζω ότι κοιτούν τον παρουσιαστή και συζητούν μαζί του. Όλοι κοιτούν εμένα και μιλάνε σε εμένα προσωπικά. Ο παρουσιαστής τους ρωτάει κάτι και κοιτάει εμένα, κι όλα αυτά τα κεφαλάκια απαντούν στον παρουσιαστή αλλά κοιτούν εμένα. Απευθύνονται σε εμένα προσωπικά.
Κάποιος που έκανε μια ερωτική εξομολόγηση ΑΠΟ το τηλέφωνο, πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι μόλις έκανε μία ερωτική εξομολόγηση ΣΤΟ τηλέφωνο. Κάποιος που έβρισε κάποιον ΑΠΟ το τηλέφωνο, πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι έβρισε ΤΟ τηλέφωνο.
Η επικοινωνία δεν είναι κοινωνία.
Κάποιος που είδε ένα όμορφο μέρος ΑΠΟ την τηλεόραση και λαχτάρησε να βρεθεί εκεί, πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι το είδε ΣΤΗΝ τηλεόραση και ότι λαχταρούσε να βρεθεί μέσα στην τηλεόραση.
Οι εφημερίδες που κρέμονται στο περίπτερο, απευθύνονται σε εμένα προσωπικά και όχι στον «κόσμο», στο «κοινό» (δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, όλοι «εγώ» είμαστε). Έχουν τυπώσει ένα αντίτυπο για μένα προσωπικά και το οποίο με περιμένει να το διαβάσω. Οι μεγάλοι τίτλοι είναι γραμμένοι για μένα, κρέμονται εκεί και μου μιλούν, δεν κρυφοκοιτάζω κάτι που απευθύνεται σε κάποιους άλλους, σε εμένα προσωπικά απευθύνεται, δεν είναι τυχαίο, δεν είμαι περαστικός από εκεί, το ήξεραν ότι θα περάσω την τάδε ώρα από εκεί και τις κρέμασαν για μένα.
Οι διαφημίσεις απευθύνονται σε εμένα. Δεν λένε «πάρτε αυτό το προϊόν, τώρα!», λένε «πάρε αυτό το προϊόν, τώρα!» Με διατάζουν! Το χαμόγελο στην αφίσα χαμογελάει σ’ εμένα, είναι προσποιητό, είναι κάποιος που δεν τον γνωρίζω, δεν είμαι τυχαίος περαστικός, δεν κοίταξα τυχαία σε κάτι που υπήρχε εκεί για τους άλλους, το έστησαν εκεί για μένα προσωπικά, επειδή ξέρουν ότι περνάω από εκείνο το σημείο κάθε μέρα.
Όταν μπαίνω σε ένα μπαρ και βλέπω τους ανθρώπους που υπάρχουν εκεί μέσα, δεν περνώ απαρατήρητος, δεν «είμαστε» σε ένα μπαρ, ο καθένας από εμάς είναι σε ένα μπαρ και βρίσκεται εκεί για τους υπόλοιπους, γι’ αυτό πήγε εκεί, γι’ αυτό πήγα κι εγώ εκεί, για να δω τους άλλους και για να με δουν. Όλοι βλέπουν εμένα, για μένα είναι εκεί, και για τον καθένα από τους άλλους. Προσποιούνται ότι δεν υπάρχω, προσποιούνται ότι συζητούν και κοιτούν και κινούνται για τον γνωστό τους, ενώ ήρθαν εδώ για μένα τον άγνωστο. Γιατί ήρθαν εδώ; Γιατί δεν συναντήθηκαν στο σπίτι τους, όπου δεν θα χρειάζεται να προσποιούνται ότι οι άλλοι δεν υπάρχουν; Ήρθαν για να με παρακολουθήσουν, ήρθαν εδώ για μένα, για τον καθένα, και για κάποιον ανεξήγητο λόγο προσποιούνται ότι είναι μόνοι τους και ότι ήρθαν εδώ για να είναι μόνοι τους. Μάλιστα, το έχουν τόσο ανάγκη να το κάνουν αυτό, που πληρώνουν για το ποτό τους δεκαπλάσια τιμή απ’ ό,τι θα το πλήρωναν αν το έπιναν έξω από εκεί.
Ο τροχονόμος που στέκεται στη γωνία δεν είναι εκεί για τους άλλους, αλλά για μένα, περιμένει την παραμικρή παράβαση από εμένα για να μου δώσει κλήση, δηλαδή να με «καλέσει».
Δεν παίρνω το λεωφορείο, το λεωφορείο με παίρνει.
Όταν διαβάζω ένα κείμενο, δεν διαβάζω τη σκέψη του συγγραφέα, αλλά σκέφτομαι, ο συγγραφέας έχει μπει παρασιτικά μέσα στο μυαλό μου και μου λέει τι να σκέφτομαι, δεν είναι οι δικές μου σκέψεις αυτές, είναι οι δικές του, ακόμη και τα περισσότερα συμπεράσματα «μου» απ’ αυτό που διαβάζω δεν είναι δικά μου, έχω καθοδηγηθεί έντεχνα από τη σκέψη του προς αυτά, αλλά εγώ τον υποτιμώ, νομίζω ότι σκέφτομαι ανεξάρτητα, δεν ξέρω ότι είναι το κείμενο φτιαγμένο έτσι ώστε να καταλήξω «εγώ» σε αυτά τα συμπεράσματα, είναι στρατήγημα, το έχει γράψει για εμένα, το έγραψε ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο. Το μυστικό που κατέχει δεν είναι απλώς να γράφει αλλά να χειρίζεται το μυαλό μου, δεν χειρίζεται τη γλώσσα, χειρίζεται το μυαλό μου, δεν εκφράζει μία άποψη, εκφράζει τη δική μου άποψη μόνο για μένα, η οποία όμως είναι η δική του, την υιοθετώ και έπειτα ξεχνώ ότι αυτός μου την επέβαλλε, τη θεωρώ δική μου, με καθοδήγησε, με ταύτισε, κάνει ακριβώς αυτό: αυτό είναι το «συν» στο «γραφέας», αυτό είναι το παραπάνω που κάνει από το απλώς να γράφει.
Με απλά αντιληπτικά πειράματα όπως τα παραπάνω (που δεν ήταν παρά μερικά παραδείγματα για περισσότερα πειράματα που μπορεί κανείς να επινοήσει), η συλλογική απάτη καταρρέει γύρω μου για λίγο, κάνω ένα μικρό βήμα έξω από το Matrix της κοινής πραγματικότητας, κρυφοκοιτάζω τι συμβαίνει στ’ αλήθεια, μου αποκαλύπτεται η παραίσθηση στην οποία βρίσκομαι, συνέρχομαι για λίγο από τη μαζική ύπνωση. (Αλλά πρέπει κανείς να εφαρμόσει πρακτικά, εμπειρικά, τέτοια πειράματα, για να λειτουργήσουν έτσι).
Ο κόσμος που βλέπουμε γύρω μας δεν είναι στ’ αλήθεια γύρω μας, αλλά μέσα στο μυαλό μας. Η απαγορευτική πινακίδα που βλέπω στη γωνία του δρόμου, δεν είναι στ’ αλήθεια στη γωνία του δρόμου, είναι μέσα στο μυαλό μου (διότι «σημαίνει» κάτι). Οι άνθρωποι που βλέπω, δεν ζουν γύρω μου, ζουν μέσα στο μυαλό μου (και δεν ξέρω ποιοι είναι στ’ αλήθεια, εγώ ξέρω μόνο εμένα, κι αυτά που ξέρω γι’ αυτούς δεν είναι παρά πράγματα που ξέρω για μένα, μεταμφιεσμένα).
Όλα τα τοπία
δεν είναι η δική τους εικόνα
είναι το βλέμμα μου…
Δεν βλέπουν τα μάτια μας τον κόσμο. Το μυαλό μας είναι που τον βλέπει.
Και δεν τον βλέπει έτσι απλά, τον επεξεργάζεται κι έπειτα μας δίνει την εικόνα. Τον επεξεργάζεται σύμφωνα με τις τράπεζες των δεδομένων που ήδη έχει, τράπεζες που στην πλειοψηφία τους φιλοξενούν δεδομένα που κατατέθηκαν από την παραισθητική κοινωνική πραγματικότητα, η οποία είναι κατασκευασμένη, είναι τεχνητή, δεν είναι η φυσική πραγματικότητα. Δεν είναι η αληθινή πραγματικότητα. Δεν βλέπουμε τον κόσμο. Βλέπουμε μία εικόνα συνδυασμένη με ό,τι άλλο έχουμε μέσα στο κεφάλι μας, πλήρως επεξεργασμένη, η οποία τελικά συνθέτει ΕΝΑΝ κόσμο, και όχι ΤΟΝ κόσμο.
Η επιβαλλόμενη πεποίθηση ότι υπάρχει ένας «κοινός» και «αντικειμενικός» κόσμος για «όλους μας», είναι το μεγαλύτερο παραμύθι που φτιάχτηκε ποτέ. Σ’ αυτό στηρίζονται τα πάντα, με αυτό δουλεύουν τα πάντα, αυτό είναι το θεμέλιο του Matrix.
Υπάρχει ένας προσωπικός και υποκειμενικός κόσμος, μόνο για μένα, μέσα μου, και υπάρχει και ένα αχανές μυστήριο εκεί έξω.
Κανείς δεν μπορεί να «βγει» έξω από τον εαυτό του και να αντικρίσει κάτι «αντικειμενικά» (αυτή η λέξη είναι μία φάρσα), για να επικρίνει το «υποκειμενικό» σου: αυτό που στ’ αλήθεια κάνουν είναι ότι προσπαθούν να επιβάλλουν το δικό τους υποκειμενικό εις βάρος του δικού σου, δηλαδή να υιοθετήσεις το δικό τους υποκειμενικό ως «αντικειμενικό».
Και, ακόμη και όταν υπάρχει ένα κοινώς συμφωνημένο υποκειμενικό, αυτό λέγεται «σύμβαση» δεν λέγεται «αντικειμενικό». Έτσι, το σωστό είναι να λέμε ότι κάποιος είναι συμβατός με την κοινώς συμφωνημένη (ή επιβαλλόμενη) πραγματικότητα, και όχι ότι κάποιος είναι «αντικειμενικός».
Αυτό δεν είναι απλά η άποψή μου. Είναι η αλήθεια.
Όχι διότι υπάρχει μία μοναδική αλήθεια, αλλά διότι κάθε άποψη είναι η αλήθεια, αφού αλήθεια δεν είναι παρά η εκάστοτε άποψη για την αλήθεια. Η αλήθεια δεν είναι ζήτημα δημοκρατίας ή πλειοψηφίας. Το να έχουν πάρα πολλοί άνθρωποι μία κοινή άποψη για την αλήθεια, δεν είναι η αλήθεια, αλλά η κοινή άποψη των πολλών για την αλήθεια.
Μπορείς να ξέρεις την αλήθεια και να είσαι μόνος σου, η μοναξιά σου δεν είναι απόδειξη ότι η αλήθεια σου είναι ψέματα.
Πάντα μόνος σου είσαι απέναντι στην αλήθεια.
(Μάλιστα, όσο περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν στην ίδια αλήθεια, τόσο λιγότερο αλήθεια είναι. Και, επιπλέον, αυτό που πιστεύουν δεν είναι αλήθεια, είναι πραγματικότητα, κι αυτές είναι δύο τελείως διαφορετικές έννοιες. Οι περισσότεροι άνθρωποι μιλούν για την αλήθεια, εννοώντας την πραγματικότητα, αγνοώντας ότι η πραγματικότητα κατασκευάζεται. Είναι ανίδεοι ακόμη και για το ότι η αλήθεια δεν έχει να κάνει με τον κόσμο αλλά με το πνεύμα).
Η αλήθεια είναι πάντα μόνη της απέναντί σου.
Αόρατη.
-->